Αφελής με εξουσία

L
Βίβιαν Στεργίου

Αφελής με εξουσία

Η θεσμική εκτροπή της χώρας, υπαρκτή εδώ και πολλούς μήνες, έχει πάρει καινούρια διάσταση με τη μήνυση της κυρίας Θάνου κατά του καθηγητή συνταγματικού δικαίου κ. Τσακυράκη. Η πρώτη είναι Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, ενώ ο κ. Τσακυράκης είναι δάσκαλος ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων που ανήρτησε στο ιστολόγιό του μία κριτική που την ενόχλησε. Υποθέτω ότι η προσπάθεια φίμωσης μιας ενοχλητικής φωνής είναι ήδη μια δικαίωση για έναν καθηγητή που έχει διδάξει, γράψει και αναλύσει όσο λίγοι την ελευθερία του λόγου και τη σημασία της. Αν μη τι άλλο, η άρνηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας του καθηγητή και η επίθεση στην ελευθερία του λόγου του από την Πρόεδρο αποδεικνύουν ότι υπάρχουν λόγοι να ασχολούμαστε με τα ατομικά δικαιώματα, ότι υπάρχουν λόγοι να τα αντιμετωπίζουμε με σοβαρότητα και συνέπεια, είτε ως πολίτες είτε ως νομικοί.

Ακόμη και αν κάποιος δεν έχει παρακολουθήσει καμία από τις παραδόσεις του κ. Τσακυράκη, εάν λίγο τον παρακολουθεί, ξέρει τι δεν πρέπει να του πει (στις εξετάσεις οι φοιτητές, οπουδήποτε αλλού όλοι οι υπόλοιποι): ότι η ελευθερία του λόγου περιορίζεται, ότι δήθεν συγκρούεται με άλλα δικαιώματα και ότι από τη σύγκρουση βγαίνει ηττημένη. Το γιατί είναι μεγάλη ιστορία. Έπρεπε, όμως, κι εγώ, όπως και πολλοί άλλοι, να καταλάβω την επιχειρηματολογία του, που, όταν την πρωτοάκουσα στο δεύτερο έτος των σπουδών μου, μου είχε φανεί ανορθόδοξη. Από τον καθηγητή-αντίδικο της κυρίας Θάνου μάθαμε πολλά θεμελιώδη στοιχεία για τα ατομικά δικαιώματα, απολύτως ταιριαστά  στην περίπτωση που θα κρίνει η ελληνική δικαιοσύνη, όχι μόνο όσοι είχαμε την τύχη να είμαστε φοιτητές του αλλά και όσοι διαβάζουν το ιστολόγιο του και παρακολουθούν τις δημόσιες παρεμβάσεις του.

Ένα από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνει κανείς παρακολουθώντας τον κ. Τσακυράκη είναι να επιχειρηματολογεί πιο καθαρά. Δεν λέει ποτέ κανείς στους φοιτητές νομικής, «Μη μιλάς περίπλοκα». Τα περισσότερα νομικά εγχειρίδια μαζί με τη συντριπτική πλειοψηφία των καθηγητριών δίνουν το καλό παράδειγμα προς δύσκολες λέξεις, περίπλοκες εκφράσεις και μισά νέα ελληνικά, μισά αρχαία — και μερικά σκόρπια λατινικά. Δεν νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος που έχει περάσει από τη νομική και που δεν μπορεί να γεμίσει ολόκληρες σελίδες χωρίς να λέει τίποτα. Μάλιστα, αν κάποιος φοράει γραβάτα και κάθεται σε μια έδρα, λίγο από αδράνεια, λίγο από σχολικό καταναγκασμό, οι φοιτητές κάθονται, έστω μέχρι το διάλειμμα, να ακούσουν την παράδοση του. Με τον κ. Τσακυράκη συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Στα μαθήματά, του και όταν γράφει ή όταν μιλάει δημόσια, σε αντίθεση με την αντίδικό του, δεν απαιτεί τον σεβασμό. Η προσοχή των μαθητών του, αυτών που τον διαβάζουν ή τον ακούν, κερδίζεται δίκαια. Οι δημόσιες παρεμβάσεις του έχουν ειλικρίνεια και συνέπεια. Δεν κρύβεται. Τα επιχειρήματά του είναι καθαρά. Καμία εκφραστική δειλία πίσω από περίπλοκες λέξεις και νομικισμούς. Έτσι κι αλλιώς, τα θέματα που εξηγεί, στο ιστολόγιό του για παράδειγμα, είναι θέματα ατομικών δικαιωμάτων κυρίως, δηλαδή αφορούν όλους τους πολίτες, άρα όσο πιο πολλοί τα καταλαβαίνουν τόσο το καλύτερο. Το να υπάρχουν φωνές που με απλό και κατανοητό τρόπο μιλούν για τα ατομικά δικαιώματα είναι κρίσιμο για τη δημοκρατία μας. Και πράγματι, νά τώρα που η έγκληση της κυρίας Θάνου εναντίον του αναδεικνύει σε πόσο μεγάλο κίνδυνο είναι το κράτος δικαίου και πόσο κοντά στον ολοκληρωτισμό βρίσκεται η ελληνική κοινωνία.

Είναι ασύνηθες (στην Ελλάδα) ένας καθηγητής να έχει ένα πετυχημένο ιστολόγιο. Ο σωστός ρόλος, αυτός που του έχει απονεμηθεί από τον περίγυρό του, ακαδημαϊκό και κοινωνικό, είναι να γράφει συγγράμματα που, αν υπήρχε επιλογή, κανείς δεν θα διάβαζε και σίγουρα ποτέ κανείς δεν θα αγόραζε, αλλά που πάντα θα βρίσκονταν σε ζήτηση, αφού τα αγοράζει το κράτος και τα δίνει στους φοιτητές, και που πάντα θα διαβάζονται, αφού οι φοιτητές είναι υποχρεωμένοι να τα διαβάσουν. Αν αποφασίσει να έχει επαφή με τον έξω κόσμο, ο ρόλος του πρέπει να περιορίζεται σε ιστοσελίδες με κείμενα- σεντόνια, με πολλές γενικές και πολλά άρθρα από νόμους και κώδικες που κανείς δεν έχει το κουράγιο να διαβάσει για πάνω από δύο λεπτά. Ο κ. Τσακυράκης ενόχλησε την κυρία Θάνου (και όχι μόνο γι’ αυτό, και όχι μόνο την κυρία Θάνου) επειδή είναι καταληπτός, επειδή τοποθετείται, επειδή εξοικονομεί χρόνο και κόπο στους αναγνώστες του, επειδή απλοποιεί ηθικές και νομικές έννοιες, επειδή σχολιάζει, αλλά με λογικό ειρμό και όχι αψήφιστα. Με απλά λόγια, ασκεί κριτική — και μάλιστα κριτική που έχει κάθε λόγο ένας λογικός άνθρωπος να την πάρει στα σοβαρά. Και την κριτική δεν την αντέχουν όλοι. Όμως, το να αντέχει κάποιος την κριτική σε προσωπικό επίπεδο είναι επιλογή, ενώ το να την αντέχει όταν έχει δεχτεί ένα αξίωμα (το οποίο απαιτεί με μήνυση να το σέβονται) είναι υποχρέωση. Την υποχρέωση αυτή την αναλαμβάνει μαζί με το αξίωμα. Στις δημοκρατίες πάνε μαζί, στα άλλα καθεστώτα γίνεται να διαχωρίσει κανείς ανάμεσα στο αξίωμα και στην υποχρέωση ανοχής της κριτικής: εκεί, στα μη δημοκρατικά καθεστώτα, ο φορέας του αξιώματος περιφρουρεί με τιμωρίες το αξίωμά του, το οποίο διατηρεί μεν, αλλά δεν υπηρετεί.

Ένα δεύτερο που μαθαίνει κανείς ακούγοντας τον κ. Τσακυράκη, είναι να απαντάει «ναι» στην ερώτηση αν μπορούμε να λέμε ό,τι θέλουμε. Η αρχική αντίδραση πρέπει να είναι ναι. Η ελευθερία του λόγου είναι ένα από τα θεμελιωδέστερα ατομικά δικαιώματα για μία κοινωνία και πρέπει να προστατεύεται απολύτως. Το απολύτως σημαίνει να μη γίνεται έλεγχος του περιεχομένου του λόγου. Αν καταλήξουμε ότι έχουμε δικαίωμα να λέμε τη γνώμη μας, κάθε πιθανή γνώμη προστατεύεται από την ελευθερία του λόγου. Αν καταλήξουμε ότι σε κάποιες περιπτώσεις δεν υπάρχει ελευθερία του λόγου, τότε μόνο το περιεχόμενο μπορεί να ελεγχθεί. Η λογική είναι απλή. Αν ένα δικαστήριο ελέγχει το περιεχόμενο της γνώμης που εκφράζω, ουσιαστικά αναιρεί την ίδια την ελευθερία μου. Όταν από τις πιθανές γνώμες μου λέει ότι κάποιες δεν μπορώ να τις εκφράσω, ουσιαστικά μου απαγορεύει να διαλέγω τι να λέω. Φυσικά, η ελευθερία της έκφρασης προστατεύει πλήρως τις αξιολογικές κρίσεις, δηλαδή τις γνώμες όπως: «Είσαι αγράμματος», ή: «Είσαι ανίκανος». Είναι μια γνώμη. Άσχημη, αλλά τι να κάνουμε; Η κυρία Θάνου βλέπει τα πράγματα ανάποδα, δεν είναι αυτή που έχει το δικαίωμα να μη θίγεται, δεν είναι αυτή που μπορεί να έχει την αξίωση να μην της ασκούν κριτική, οι πολίτες είναι αυτοί που έχουν το δικαίωμα και να λένε τη γνώμη τους και να ασκούν κριτική.

Πίσω από την παραπάνω ιδέα της απόλυτης προστασίας υπάρχουν πολλοί λόγοι. Όλοι τους σχετίζονται με τη λειτουργία μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας. Όλοι ξέρουν ότι δημοκρατία χωρίς κριτική δεν υπάρχει και ότι τα ατομικά δικαιώματα αναγνωρίζονται για να προστατεύουν τα άτομα απέναντι στο κράτος, την πιθανή πηγή κινδύνου, αφού αυτό έχει την εξουσία να τους αφαιρέσει τις ελευθερίες τους. Το κράτος είναι όλες οι εξουσίες. Άρα και η δικαστική. Το να θεωρεί κάποιος ότι ένα άτομο δεν μπορεί να εκφράσει τη γνώμη του κατά της δικαστικής εξουσίας σημαίνει ότι αγνοεί τους ίδιους τους λόγους (ιστορικούς και ηθικούς) που επέβαλαν και επιβάλλουν την αναγνώριση της ελευθερίας της έκφρασης. Όσοι λένε αυτά που είναι αρεστά στην εκάστοτε εξουσία ή στην εκάστοτε πλειοψηφία δεν έχουν ανάγκη να επικαλεστούν το ατομικό τους δικαίωμα να πουν τη γνώμη τους. Καμία εξουσία δεν θα αμφισβητήσει την ελευθερία τους. Κανείς δεν θα προσπαθήσει να τους την αφαιρέσει. Καμία υπόθεση σχετική με την ελευθερία της γνώμης δεν ξεκίνησε επειδή κάποιος είπε κάτι καλό, κάτι που άρεσε σε όλους, κάτι που επαινούσε την κυβέρνηση. Οι γνώμες που ενοχλούν είναι αυτές που φέρνουν στην επιφάνεια το δικαίωμα να λέμε τη γνώμη μας. Το ότι μια γνώμη ενοχλεί δεν της δίνει αξία. Το ότι ενοχλεί όμως δεν αναιρεί την προστασία που της δίνει το σύνταγμα, αφού αυτή ακριβώς η προστασία δεν θα είχε λόγο ύπαρξης εάν δεν υπήρχαν ενοχλητικές γνώμες.

Αυτό που προστατεύει τα άτομα απέναντι στην κρατική εξουσία είναι τα δικαιώματά τους. Όσο πιο ισχυρή είναι η εξουσία, τόσο μεγαλύτερη είναι η απειλή για τα ατομικά δικαιώματα και τόσο πιο έντονα φαίνεται η σημασία και η αξία τους. Η κυρία Θάνου έχει φροντίσει να επαναλάβει από όλα τα δυνατά σημεία (δυστυχώς και από την επίσημη σελίδα του Αρείου Πάγου) το αξίωμά της, δηλαδή την εξουσία της. Η εξουσία της ενισχύει το δικαίωμα Τσακυράκη, δεν το αποδυναμώνει, δεν αποτελεί βάση αξίωσης να μην την κρίνουν. Ακριβώς επειδή έχει εξουσία, τα άτομα μπορούν να της ασκούν κριτική. Και, ακριβώς επειδή έχει εξουσία, τα άτομα πρέπει να της ασκούν κριτική. Ασχολείται κανείς με αυτούς που δεν έχουν εξουσία; Υποθέτω ότι το κουτσομπολιό είναι σημαντικό, αλλά δεν νομίζουμε ότι κάνουμε κάτι χρήσιμο για τη δημοκρατία μας όταν σχολιάζουμε τους άλλους. Αντίθετα, η άσκηση κριτικής σε όσους κατέχουν εξουσία είναι συμβολή στη δημοκρατία, γιατί είναι ένας ανθρώπινος, αναίμακτος, πολιτισμένος τρόπος ελέγχου της εξουσίας και αντίστασης στην επικίνδυνη αυθαιρεσία της.

Ένα πράγμα που θα θυμάμαι πάντα από τις παραδόσεις του κ. Τσακυράκη είναι τα παραδείγματά του. Πολλά από αυτά ήταν περίεργα ή και αστεία. Πολλά ήταν τόσο απίθανα, που μέχρι να διαβάσω ότι ήταν πραγματικές υποθέσεις δεν τα πίστευα. Εξίσου απίθανη, πιστεύω, θα φαίνεται και η συγκεκριμένη περίπτωση στο μέλλον, αν δεν μας φαίνεται αρκετά σουρεαλιστική ήδη. Η Πρόεδρος του Ανώτατου Ακυρωτικού άσκησε έγκληση σε καθηγητή της Νομικής, επειδή εξέφρασε γνώμη που δεν της ήταν αρεστή στο προσωπικό του ιστολόγιο! Η προηγούμενη πρόταση, με πολύ μικρές αλλαγές, θα μπορούσε να είναι ερώτηση στις εξετάσεις του δεύτερου έτους της Νομικής για το μάθημα Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα. Αλλά μάλλον δύσκολα θα επέλεγε κανείς να θέσει μια τόσο εύκολη ερώτηση. Στον πραγματικό κόσμο, εκτός αίθουσας διδασκαλίας, τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Την υπόθεση θα κρίνει κάποιος δικαστής κατώτερος της κυρίας Θάνου και υποκείμενος στον πειθαρχικό της έλεγχο. Ακόμη και αν η ελευθερία κερδίσει —και θα κερδίσει, βέβαια—, η θεσμική κατηφόρα της χώρας είναι κάτι που έχει ήδη συντελεστεί.

[ Εικονογράφηση: Honoré  Daumier, Οι τρεις δικαστές (1858/60) ].