Ακούσιες συνέπειες
Συνηθίζουμε να αντιλαμβανόμαστε την Ιστορία μέσα από γεγονότα-ορόσημα: κήρυξη και λήξη πολέμων, επαναστάσεις, δολοφονίες, διακηρύξεις ανεξαρτησίας, ανακαλύψεις, εκλογικές νίκες και ήττες. Όλα αυτά τα τελεσίδικα γεγονότα είναι αποτελέσματα μακροπρόθεσμων ζυμώσεων και εξελίξεων — τέμνονται από αμέτρητα νήματα αιτιών και παραγόντων. Παρόλο που ο ρους της διεθνούς πολιτικής δεν σταματά ποτέ, παρόλο που οι προϋποθέσεις και οι δυναμικές που δημιουργούν τα γεγονότα-ορόσημα γεννιούνται, ωριμάζουν και αλληλεπιδρούν υπόκωφα και αόρατα, τα μεγάλα γεγονότα δεν είναι μόνο σύμβολα αλλαγής ή οχήματα εκτόνωσης των δυνάμεων αυτών, αλλά επιδρούν και τα ίδια ως πρωτογενείς παράγοντες: δημιουργούν τις δικές τους καραμπόλες, τις δικές τους ακούσιες και απρόβλεπτες συνέπειες. Όπως τα ρήγματα των λιθοσφαιρικών πλακών συγκεντρώνουν ενέργεια την οποία απελευθερώνουν μαζικά και τελεσίδικα μέσα από σεισμούς, έτσι και τα γεγονότα-ορόσημα απελευθερώνουν πολιτική και κοινωνική ενέργεια και, μετά από μία περίοδο αποσταθεροποίησης, αναδιατάσσουν το σύστημα ή δημιουργούν ένα καινούργιο.
Η σημασία
Τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 οριοθέτησαν την έναρξη του 21ου αιώνα, του αιώνα του φόβου, της αβεβαιότητας, του εξτρεμισμού, της ατελούς παγκοσμιοποίησης. Ο πόλεμος στο Ιράκ, η απώλεια της αμερικανικής ισχύος και παγκόσμιας πρωτοκαθεδρίας, η εμφάνιση του ISIS, ο εμφύλιος στη Συρία, η προσφυγική κρίση στην Ευρώπη, συνδέονται ευθέως με τα γεγονότα του 2001 και το πώς τα χειρίστηκε η κυβέρνηση Μπους. Το βρετανικό δημοψήφισμα είναι αντιστοίχως το δεύτερο (κατά χρονολογική σειρά) μεγάλο ορόσημο του 21ου αιώνα. Αποτελεί ταυτόχρονα τέλος εποχής και απαρχή μιας μεταβατικής περιόδου. Όπως και η έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ή η Πτώση του Τείχους, είναι το είδος του ιστορικού γεγονότος που θα οριοθετήσει έναν ολόκληρο αιώνα. Όπως και τα δύο γεγονότα που οριοθέτησαν τον 20ό, έτσι και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν ήρθε από το πουθενά. Είναι η φυσική εκτόνωση τάσεων και φαινομένων που εξελίσσονται εδώ και δεκαετίες, όχι μόνο στη Βρετανία αλλά σε ολόκληρη τη Δύση. Το ωστικό του κύμα θα συγκλονίσει θεσμούς και ζωές. Οι επιπτώσεις του θα ξετυλίγονται και θα αλληλεπιδρούν με άλλα αντίστοιχα γεγονότα για πολλά χρόνια.
Τα αίτια
Κάποιοι ερμηνεύουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος υπό το πρίσμα της αυξανόμενης ανισότητας, της λιτότητας και της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη και την Αμερική. Η ερμηνεία αυτή, αν και μπορεί να ισχύει σε ένα βαθμό, δεν εξηγεί την κυριαρχία της Αποχώρησης (Leave) σε σχετικά εύπορα στρώματα της βρετανικής επαρχίας, τη στιγμή μάλιστα που η οικονομία καλπάζει, με την ανεργία να έχει μειωθεί και τη λιτότητα να αφορά συγκεκριμένα τμήματα του πληθυσμού. Όπως επίσης δεν εξηγεί και το 50% της ακροδεξιάς στις εκλογές του 2016 στην Αυστρία (μιας από τις χώρες με το καλύτερο επίπεδο διαβίωσης και χωρίς σοβαρά ζητήματα καθημερινότητας) ή την άνοδο αντισυστημικών υποψηφίων στις ΗΠΑ παρά τη δημιουργία 10 εκατομμυρίων νέων θέσεων εργασίας και την παροχή ασφάλισης σε 20 εκατομμύρια φτωχούς.
Μία ισχυρότερη αιτία φαίνεται να είναι το ζήτημα της μετανάστευσης, των κυμάτων προσφύγων, της μετακίνησης πληθυσμών και γενικότερα της πρόσμιξης πολιτισμών και της αίσθησης απώλειας της ταυτότητας. Μια πρόχειρη ανάλυση των λέξεων που χρησιμοποιήθηκαν από υποστηρικτές των δύο πλευρών στα κοινωνικά μέσα δείχνει πως πράγματι η μετανάστευση και ο έλεγχος των συνόρων ήταν σημαντικοί παράγοντες. Ωστόσο η Βρετανία είναι μια χώρα που επί δεκαετίες προσήλκυσε και απορρόφησε εκατομμύρια μεταναστών, πρωτίστως από τις πρώην αποικίες της Αυτοκρατορίας και νυν Κοινοπολιτείας, με τους οποίους τροφοδότησε την οικονομία της. Η κοινωνική παρουσία εκείνων των γενεών μεταναστών —και το περιθώριο διαπολιτισμικής τριβής και έντασης— ήταν και είναι εκθετικά μεγαλύτερος από ό,τι αυτή των αριθμητικά λιγότερων και πολύ πιο ενταγμένων μεταναστών από χώρες εντός της ΕΕ.
Μία τρίτη —ίσως η ισχυρότερη— αιτία είναι η τάση απόρριψης του «συστήματος», του πολιτικού κατεστημένου που επί 50 χρόνια αναπτυσσόταν αργά αλλά σταθερά και πλέον φαίνεται να έχει περάσει το σημείο τής μη επιστροφής. Οι υποψηφιότητες Τραμπ και Σάντερς στις ΗΠΑ, η νίκη της Αποχώρησης στη Βρετανία, το προβάδισμα της Μαρίν Λεπέν στις γαλλικές δημοσκοπήσεις, η παρολίγον νίκη της Ακροδεξιάς στην Αυστρία, η νίκη της υποψηφίου του Κινήματος Πέντε Αστέρων στη Ρώμη, η άνοδος της λαϊκιστικής Αριστεράς και του μετακομματικού Κέντρου στην Ισπανία, την Ελλάδα και άλλες χώρες (συμπεριλαμβανομένης της Βρετανίας) μπορεί να έχουν σημαντικές ιδεολογικές διαφορές, αλλά εκφράζουν τη νέα πραγματικότητα: την απόρριψη του συστήματος όπως το γνωρίζουμε. Οι δυνάμεις αυτές (ο Τραμπ, ο Φάρατζ, η Λεπέν κ.ά.) ήταν επί μακρόν στο περιθώριο. Ξεκίνησαν ως οι γελωτοποιοί του πολιτικού συστήματος, αλλά λόγω αδράνειας, παθητικής στάσης και έλλειψης ηγεσίας και οράματος σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο (αλλά και ελλείψει ενός ξεκάθαρου εξωτερικού εχθρού) κατέκτησαν ζωτικό χώρο και νομιμοποιήθηκαν πλήρως. Μέσα σε ελάχιστα χρόνια άρχισαν να «τα πηγαίνουν καλά» σε εκλογικές αναμετρήσεις. Πλέον τις κερδίζουν.
Θα τολμούσα να κάνω την εκτίμηση ότι η εκτεταμένη και διεθνής αυτή απόρριψη του συστήματος δεν έχει να κάνει πρωτίστως ούτε με την οικονομία, ούτε με τη μετανάστευση καθαυτές αλλά με την αίσθηση απώλειας του ελέγχου ή, για την ακρίβεια, με τη διάχυση της πολιτικής ισχύος.
Η αποδυνάμωση του εθνικού κράτους, η εμφάνιση πολλαπλών παικτών και veto players (διεθνή δίκτυα ειδικών, διεθνείς οργανισμοί, πολυεθνικές και παγκόσμια καρτέλ, χρηματαγορές, ΜΚΟ, λομπίστες και ομάδες συμφερόντων, κινήσεις πολιτών, συνδικάτα, τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση, γραφειοκρατικοί μηχανισμοί) και η ενδυνάμωση των πολιτών μέσα από το Διαδίκτυο, έχουν δημιουργήσει ένα χαώδες πλουραλιστικό διακυβερνητικό οικοσύστημα. Η ειρωνεία είναι ότι η ανάπτυξη αυτού του οικοσυστήματος έχει προσφέρει περισσότερα δικαιώματα, περισσότερες ελευθερίες, περισσότερες επιλογές, περισσότερες πληροφορίες, περισσότερες ευκαιρίες συμμετοχής και ανάπτυξης της ατομικής μας ταυτότητας. Ταυτόχρονα όμως δυσχεραίνει τη λήψη αποφάσεων για κρίσιμα παγκόσμια θέματα όπως η φοροαποφυγή, η ανισότητα και η κλιματική αλλαγή και, κυρίως, δεν έχει κάποια απτή μορφή, κάποιον προσωπικό, συναισθηματικό ή φαντασιακό συμβολισμό με τον οποίο να μπορούν να ταυτιστούν οι πολίτες. Η έλλειψη ενός απλού, συνεκτικού οράματος για το αύριο, ενός πολιτικού αφηγήματος, συνδέεται τόσο με την κρίση της ταυτότητας όσο και με αυτήν της οργανωμένης κοινότητας. Κάπως έτσι «η γραφειοκρατία των Βρυξελλών» και διάφορες υποτιθέμενες μυστικές ελίτ προνομιούχων και ειδικών έγιναν το τέρας της σύγχρονης βρετανικής —και όχι μόνο— μυθολογίας. Ελλείψει ηγετών που να κατέχουν ταυτόχρονα θεσμικό όραμα, πολιτικό ένστικτο και επικοινωνιακό χάρισμα, οι πολίτες στρέφονται σε ό,τι πιο εκκεντρικό ή αποκρουστικό έχει να προσφέρει η σύγχρονη πασαρέλα της trash πολιτικής.
Οι επιπτώσεις
Μέσα σε 24 ώρες από την ανακοίνωση του αποτελέσματος, έχουν συμβεί τα εξής: Ο Βρετανός πρωθυπουργός ανακοίνωσε την παραίτησή του εντός τριμήνου. Ο Ντέιβιντ Κάμερον θα μείνει στη βρετανική ιστορία ως μία τραγική φιγούρα που έπαιξε στο καζίνο του λαϊκισμού τις τύχες ενός ολόκληρου έθνους και έχασε. Ο αρχηγός των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν αντιμετωπίζει σοβαρή αμφισβήτηση της θέσης του. Ο Κόρμπιν δεν έπεισε και πολλούς ότι στηρίζει την παραμονή στην ΕΕ (ίσως επειδή πραγματικά δεν τη στηρίζει, αφού ανήκει σε μία πολιτικά μουμιοποιημένη φράξια του κόμματός του η οποία εδώ και 30 χρόνια επιζητά τον δεύτερο γύρο ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό της Θάτσερ, και η οποία φράξια πολεμούσε την ΕΕ ήδη από τη δεκαετία του ’70). Η ενότητα του Ηνωμένου Βασιλείου απειλείται ευθέως, με τη Σκοτία, τη Βόρειο Ιρλανδία και το Λονδίνο (!) να συζητούν δημοψηφίσματα και κινήσεις ανεξαρτητοποίησης από το κυρίαρχο βρετανικό κράτος. Εννοείται ότι αυτά τα πράγματα δεν γίνονται (τουλάχιστον όχι τόσο γρήγορα ή εύκολα), αλλά το σημαντικό είναι ότι βρίσκονται πλέον επισήμως στο τραπέζι.
Υπ’ αυτή την έννοια, η συζήτηση για απόσχιση του Λονδίνου παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον γιατί, κάπως πρόωρα και άγαρμπα, τονίζει μία αναδυόμενη πραγματικότητα: τη μετατροπή των μεγαλουπόλεων σε κόμβους ισχύος/εξουσίας, χρήματος, συνύπαρξης, καινοτομίας, προόδου, τη στιγμή που η απανταχού περιφέρεια πιέζει στην κατεύθυνση της απομόνωσης. Εάν προσπαθούμε να φανταστούμε το πώς μπορεί να μοιάζει η πολιτεία στα μέσα ή στα τέλη του 21ου αιώνα, και εφόσον η ανθρωπότητα έχει επιβιώσει από την πολιτική αναδιάταξη που τώρα ξεκινά, οι μεγάλες πόλεις —ή δίκτυα πόλεων— μπορεί να φέρουν κάποιου είδους κυρίαρχη εξουσία συνδυάζοντας το τοπικό με το παγκόσμιο, τη μικροκλίμακα με τη μακροκλίμακα, την προσωποποίηση του δημοκρατικά εκλεγμένου ηγέτη με την πολυπλοκότητα της παγκόσμιας μετακίνησης και δικτύωσης.
Προς το παρόν πάντως, η Βρετανία εισέρχεται σε ένα λυκόφως, σε ένα χειμώνα που προμηνύεται μακράς διαρκείας. Η προοπτική της ανόδου του Μπόρις Τζόνσον ή άλλου ευρωσκεπτικιστή πολιτικού των Συντηρητικών στην πρωθυπουργία, σε συνδυασμό με πιθανή πολιτική επιβίωση του Τζέρεμι Κόρμπιν, θα έχει ως αποτέλεσμα το 48% των πολιτών που ψήφισαν υπέρ της Παραμονής να στερούνται ουσιαστικής και δυναμικής εκπροσώπησης στο πολιτικό σύστημα.
Ταυτόχρονα, και ενώ οι διάφοροι θεσμικοί παράγοντες κάνουν ό,τι μπορούν για να αποτρέψουν φαινόμενα πανικού, πρέπει να θυμόμαστε ότι στην πολιτική και στην οικονομία η ψυχολογία και η δυναμική είναι σημαντικότερες από το γράμμα των διαδικασιών. Μπορεί η ίδια η αποχώρηση να απαιτεί δύο χρόνια διαπραγματεύσεων και ως εκ τούτου να μην υπάρχει άμεση απειλή για τα συμφέροντα και τα δικαιώματα, π.χ., των Ευρωπαίων φοιτητών και εργαζομένων στην Βρετανία, ωστόσο η νέα πραγματικότητα δεν θα αργήσει να φανεί. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος θα είναι καταστροφικό για τους πιο δυναμικούς, παραγωγικούς και εξωστρεφείς τομείς της οικονομίας και κοινωνίας: την έρευνα, τις επενδύσεις, την καινοτομία, τη δικτύωση, τις τέχνες, την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η Βρετανία έχει τέσσερις δεκαετίες εξευρωπαϊσμού και θεσμικής ολοκλήρωσης πίσω της. Δεδομένου ότι εταιρείες, επενδυτές και επαγγελματίες κάθε κλάδου προγραμματίζουν με ορίζοντα αρκετών ετών, η αποκόλληση της κρατικής γραφειοκρατίας, η αβεβαιότητα σχετικά με κονδύλια και δίκτυα, και η πιθανότητα δημιουργίας εμποδίων σε κίνηση ανθρώπων, κεφαλαίων και αγαθών, καθιστούν τη Βρετανία χωματερή τοξικών αποβλήτων.
Ο βρετανικός χειμώνας δεν θα περιοριστεί στον τομέα της οικονομίας. Η νίκη των ευρωσκεπτικιστών δίνει ώθηση στις πιο αντιδραστικές και οπισθοδρομικές δυνάμεις της βρετανικής κοινωνίας. Θέτει σε ρίσκο ολόκληρο το πλαίσιο κοινωνικών, πολιτικών και εργασιακών δικαιωμάτων, αλλά κυρίως αλλάζει εντελώς τις ψυχολογικές ισορροπίες ανάμεσα σε διαφορετικές κοινότητες του πληθυσμού (φίλοι και γνωστοί ήδη ισχυρίζονται ότι έγιναν οι ίδιοι μάρτυρες ή άκουσαν για κρούσματα εκφοβισμού και παρενόχλησης μεταναστών και παιδιών μεταναστών σε σχολεία και κοινότητες). Ο κοινωνικός ιστός αντιμετωπίζει πληγές και πολλαπλά σχίσματα τα οποία με την παραμικρή αφορμή (π.χ., μία τρομοκρατική επίθεση) μπορεί να οξυνθούν. Η χθεσινή ημέρα αποτελεί ένα συλλογικό τραύμα το οποίο θα σημαδέψει γενιές πολιτών.
Η νίκη της Αποχώρησης δίνει ώθηση και στις αντιδραστικές, ξενοφοβικές και εξτρεμιστικές δυνάμεις σε Ευρώπη και Αμερική. Η δυναμική της Λαϊκιστικής Διεθνούς μοιάζει πλέον ασταμάτητη. Με δεδομένο το έλλειμμα ηγεσίας και την ανισορροπία οράματος και πολιτικής ικανότητας μέσα στον γαλλογερμανικό άξονα, το πιθανότερο σενάριο είναι μία αργόσυρτη παρακμή που θα σημαδευτεί από φαινόμενα εξτρεμισμού, κατάρρευσης του ευρω-κοινοτικού ιστού και διακοινοτικής βίας. Η μόνη περίπτωση να αποφευχθεί αυτό είναι μία άμεση και δυναμική αντίδραση από τους υποστηρικτές της «θεσμικής» Ευρώπης. Οι ιθύνοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιμετωπίζουν το εξής παράδοξο: η συσπείρωση και η επανεκκίνηση του ευρωπαϊκού πρότζεκτ μέσα σε μία νέα αρχιτεκτονική είναι η μόνη βιώσιμη λύση, ωστόσο η δυναμική που έκανε την εμφάνισή της στη Βρετανία (και που αντιτίθεται στο ευρωπαϊκό πρότζεκτ) υπάρχει και σε άλλες χώρες — με πρώτη και καλύτερη τη Γαλλία. Το τοξικό φορτίο της Βρετανίας θα πρέπει να απομονωθεί ταχύτατα και η παραδειγματική της «τιμωρία» (μέσω της άρνησης εφαρμογής ευνοϊκών όρων αποχώρησης) οφείλει να λειτουργήσει σαν φόβητρο. Οι υπόλοιπες χώρες της Ένωσης θα πρέπει σύντομα να επιλέξουν τον δρόμο που συνειδητά θέλουν να πάρουν. Όσοι αποφασίσουν να παραμείνουν στον πυρήνα της Ένωσης θα πρέπει να δημιουργήσουν αφηγήματα, σύμβολα και πρόσωπα που θα καλύψουν το υπάρχον κενό.