Δύο κόσμοι, και δύο σενάρια για το μέλλον
Ανατολικό Μανχάταν, Νέα Υόρκη. Ο κόσμος του 20ού αιώνα.
Τον Ιούνιο του 2011 βρέθηκα στην έδρα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) στη Νέα Υόρκη. Για έναν λάτρη της ιστορίας και μελετητή των διεθνών σχέσεων, η επίσκεψη εκείνη αποτελούσε την πραγματοποίηση ενός ονείρου ζωής. Το σύμπλεγμα κτιρίων των Oscar Niemeyer και Le Corbusier είναι σχεδιασμένο για να συμβολίζει το διπλωματικό κέντρο του κόσμου: την καρδιά της παγκόσμιας ισχύος. Η λεγόμενη «Πλατεία του ΟΗΕ» (United Nations Plaza) με τα τέσσερα κτίρια δεσπόζει στις όχθες του East River και είναι από τα βασικά τοπόσημα του ανατολικού Μανχάταν. Οι περισσότεροι συνδέουν την έδρα του ΟΗΕ με τον ουρανοξύστη της Γραμματείας (ύψος 154 μέτρα), αλλά το διασημότερο κτίριο είναι αυτό της Γενικής Συνέλευσης, που η αίθουσά της κυριολεκτικά κόβει την ανάσα, τόσο με την κλίμακα, όσο και με την ομορφιά της.
Πέρα από την αρχιτεκτονική και ιστορική μοναδικότητα του χώρου (εφόσον βρεθείτε στη Νέα Υόρκη και μπορείτε να διαθέσετε μερικές ώρες, συνιστώ ανεπιφύλακτα την επίσκεψη), αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν τα αδιαμφισβήτητα σημάδια παρακμής του κτιρίου: οι ρωγμές και οι εμφανείς διαρροές στους τοίχους· το πλημμυρισμένο μπαλκόνι· το εγκαταλελειμμένο καφενείο με την ξύλινη επένδυση στον πρώτο όροφο. Παρότι τα τελευταία χρόνια γίνεται μία αρκετά εκτεταμένη προσπάθεια συντήρησης και ανακαίνισης του συγκροτήματος, τα σημάδια αυτά είναι ενδεικτικά της ανάγκης μεταρρύθμισης στην οποία βρίσκεται ο ΟΗΕ, αλλά και της ευρύτερης παρακμής που μαστίζει τις υποδομές και τους θεσμούς του έθνους-κράτους.
Το κτιριακό συγκρότημα του ΟΗΕ εκπέμπει την αίγλη μιας περασμένης εποχής. Είναι ο κόσμος του 20ού αιώνα. Ο κόσμος του διεθνούς δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· του συστήματος συλλογικής ασφαλείας· του μεταπολεμικού πλέγματος κανόνων και διεθνών συμφωνιών· της ισχύος των διπλωματικών αποστολών και των κρατικών γραφειοκρατιών· ένας κόσμος που αντλούσε τη νομιμοποίησή του από την ισχύ του έθνους-κράτους, δηλαδή από τα εθνικά σύμβολα, τη συναίνεση των πολιτών και τη μονοκρατορία των κυβερνήσεων — ο κόσμος που δημιουργήθηκε ως αντίδραση στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ως αντίβαρο του Ψυχρού Πολέμου και ο οποίος βασίστηκε στο φιλελεύθερο πλουραλιστικό μοντέλο των ΗΠΑ. Η ακμή αυτή αφήνει υλικά αποτυπώματα: το μοντέρνο (τότε) κτίριο, οι αίθουσες που προκαλούν δέος, τα έργα τέχνης, οι σημαίες, οι διερμηνείς, τα σύμβολα, τα προνόμια ισχύος των διπλωματών.
Τα τελευταία 25 χρόνια ο κόσμος αυτός αργοπεθαίνει — εν μέρει επειδή τόσο η φιλελεύθερη δημοκρατία όσο και το αφήγημα των «δικαιωμάτων» έπεσαν θύμα της επιτυχίας τους, εν μέρει επειδή οι ίδιες οι κυβερνήσεις υπονόμευσαν το σύστημα διεθνούς διακυβέρνησης χωρίς να σχεδιάσουν τη διάδοχη κατάσταση, εν μέρει επειδή αυτή είναι η αναπόφευκτη πορεία της ιστορίας. Με γυμνό μάτι και βραχυπρόθεσμα μέτρα σύγκρισης, ο κόσμος αυτός είναι ανέλικτος, αρτηριοσκληρωτικός, αργός, μη παραγωγικός. Βασίζεται στις αέναες διαπραγματεύσεις, στον συμβιβασμό, στη συναλλαγή, στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή. Κι όμως, τώρα είναι πιο απαραίτητος από ποτέ.
Παρά τη συνεχή κριτική και απαξίωση, το σύστημα του ΟΗΕ και των διεθνών οργανισμών και προγραμμάτων του έχει σημειώσει τεράστιες επιτυχίες: από την εξάλειψη ή περιορισμό σοβαρών ασθενειών όπως η ευλογιά και η πολιομυελίτιδα μέχρι τον παγκόσμιο περιορισμό της χρήσης χλωροφθορανθράκων (CFC) που συνετέλεσε στην τρύπα του όζοντος (η οποία έχει πλέον σταματήσει να μεγαλώνει και αναμένεται να επιστρέψει στα επίπεδα του 1980 μέχρι τα μέσα του αιώνα μας), από τη μείωση της φτώχειας και την υποστήριξη της σχολικής εκπαίδευσης μέχρι την προστασία μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς και τις δεκάδες ειρηνευτικές αποστολές σε όλες τις γωνιές του πλανήτη, και, φυσικά, με τη διαχείριση του Ψυχρού Πολέμου και την αποφυγή ενός νέου παγκοσμίου πολέμου. Ο Dag Hammarskjöld —δεύτερος και σημαντικότερος Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ— είπε ότι «ο ΟΗΕ δεν δημιουργήθηκε για να πάει την ανθρωπότητα στον Παράδεισο, αλλά για να τη σώσει από την Κόλαση». Και αυτό, μέχρι στιγμής, και σε συνδυασμό με την υπεύθυνη στάση των πυρηνικών δυνάμεων, το έχει καταφέρει.
Κόλπος του Σαν Φρανσίσκο, Καλιφόρνια. Ο κόσμος του 21ου αιώνα
Πριν λίγους μήνες, τον Αύγουστο του 2016, βρέθηκα στη Silicon Valley — την ευρύτερη περιοχή του Κόλπου του Σαν Φρανσίσκο που περιλαμβάνει γειτονιές όπως το Palo Alto και το Mountain View, στις οποίες έχουν την έδρα τους οι μεγαλύτερες εταιρίες υψηλής τεχνολογίας. Ο όρος Silicon Valley πλέον συμβολίζει κάτι πολύ περισσότερο από μία συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή: συμβολίζει το σύνολο των εταιριών που κυριαρχούν παγκοσμίως: Google, Apple, Facebook, Tesla, LinkedIn, Microsoft, Yahoo, Amazon, Paypal, Uber κ.ά. Ο κόσμος αυτός αναδύθηκε τη δεκαετία του 1980 και σταδιακά απέκτησε τεράστια ισχύ. Οι CEOs, COOs και CTOs των εταιριών αυτών, μία μικρή και απολύτως συγκεκριμένη ομάδα ηγετών του χώρου (όπως o Larry Page, o Eric Schmidt, ο Tim Cook, η Marissa Mayer, ο Peter Thiel, ο Mark Zuckerberg, ο Jeff Bezos, η Sheryl Sandberg, o Elon Musk κ.ά.), αποτελούν ένα κονκλάβιο decision-makers που ηγούνται επιχειρηματικών κολοσσών, διαχειρίζονται προϋπολογισμούς που θα ζήλευαν ανεπτυγμένα κράτη και επηρεάζουν την καθημερινότητα δισεκατομμυρίων ανθρώπων.
Τα πάντα —από τις τιμές των ενοικίων και των ακινήτων στην περιοχή μέχρι τους κώδικες συμπεριφοράς και διάδρασης των μελών της κοινότητας αυτής και, πολύ περισσότερο, τη σχεδόν θρησκευτική προσήλωση των χρηστών-καταναλωτών στα προϊόντα και στις μάρκες τους— συγκλίνουν στη διαπίστωση ότι η Silicon Valley είναι στην παρούσα φάση ο ομφαλός της γης — και η Silicon Valley το γνωρίζει καλά. Οι εταιρίες αυτές, μεταξύ άλλων, κοντράρουν τις ισχυρότερες κρατικές υπηρεσίες (όπως την NSA, με πρόφαση την προστασία των προσωπικών δεδομένων των χρηστών), συγκρούονται από θέση ισχύος με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (δηλαδή το ανώτατο εκτελεστικό όργανο της ενωμένης Ευρώπης με 508 εκατομμύρια υπηκόους) σχετικά με πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού και φοροαποφυγής, και συναντώνται ομαδικά και επί ίσοις όροις με το επιτελείο του νεοεκλεγμένου Προέδρου των ΗΠΑ προκειμένου «να σπάσουν τον πάγο» που δημιουργήθηκε από τις δηλώσεις του Τραμπ. Ο κόσμος αυτός αντλεί τη νομιμοποίησή του από τις καταναλωτικές συνήθειες, τις επιλογές και τις διαδικτυακές συμπεριφορές όλων μας. Ο κόσμος αυτός αποπνέει την ίδια αυτοπεποίθηση, ενέργεια και οίηση όλων των ελίτ που κυριάρχησαν στο παρελθόν σε παγκόσμιο επίπεδο.
Αρκεί κάποιος να διαβάσει ένα τεύχος του Wired ή, ακόμα καλύτερα, το τελευταίο ετήσιο tech issue του Atlantic για να διαπιστώσει δύο ή τρία βασικά πράγματα:
- Τεχνολογίες αιχμής όπως η χρήση μη επανδρωμένων αεροσκαφών (drones) για εμπορικές μεταφορές, τα αυτοκίνητα χωρίς οδηγό (driverless cars), η ενσωμάτωση του διαδικτύου σε οικιακές συσκευές και πτυχές της καθημερινότητας (Internet of Things), η χρήση ρομπότ, η νανοτεχνολογία και ο αλγοριθμικός καθορισμός της διαδικτυακής εμπειρίας του κάθε χρήστη θα είναι διαδεδομένη πραγματικότητα μέσα στα επόμενα 5 με 10 χρόνια. Για παράδειγμα, τα driverless cars θα αχρηστεύσουν εν μία νυκτί ολόκληρους τομείς της οικονομίας, όπως οι μεταφορές, αφήνοντας άνεργους χιλιάδες υπαλλήλους. Οι εταιρίες υψηλής τεχνολογίας βρίσκονται σε έναν αδυσώπητο αγώνα δρόμου, που θυμίζει τον αγώνα των δύο υπερδυνάμεων για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων ή την κατάκτηση του διαστήματος τις δεκαετίες του ’50 και του ’60. Αυτές οι τεχνολογικές εφαρμογές —σε συνδυασμό με τον κυβερνοπόλεμο, την αμφισβήτηση και την παραπλανητική διαστρέβλωση γεγονότων και αλήθειας, και την παραβίαση προσωπικών δεδομένων από μη κρατικές Αρχές (π.χ. τους Anonymous) — αλλάζουν ριζικά τα όρια ανάμεσα στο ψηφιακό και το αναλογικό, το εικονικό και το πραγματικό, το ιδιωτικό και το δημόσιο. Αλλάζουν ριζικά τα πλαίσια αξιών, προτεραιοτήτων, ονείρων, ελπίδων, φόβων και καθημερινών δραστηριοτήτων των νέων παιδιών. Ο «παλαιός κόσμος» της κρατικής ρύθμισης, των νομικών πλαισίων, της προστασίας δηλαδή των αδυνάτων, τρέχει να προλάβει τις εξελίξεις ασθμαίνοντας.
- Εάν τα μεγαλύτερα κράτη και συνασπισμοί κρατών δυσκολεύονται να διαχειριστούν την εντυπωσιακή εξάπλωση και (εν)σωμάτωση της τεχνολογίας, οι συζητήσεις αυτές φαντάζουν ως αστεϊσμός για την ελληνική πραγματικότητα. Αν και ο Γιώργος Παπανδρέου, αρχικά ως πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και μετέπειτα ως πρωθυπουργός, έκανε μία προσπάθεια να ανοίξει τη σχετική συζήτηση, δυστυχώς αυτή σχεδόν αμέσως «κάηκε» ως μεταμοντέρνα ανησυχία φιλοσοφικού σαλονιού των βορείων προαστίων. Ωστόσο, η πραγματικότητα αυτή παρασέρνει ήδη σαν τσουνάμι ολόκληρες οικονομίες και δημοκρατίες δημιουργώντας προκλήσεις και ευκαιρίες στις οποίες η κυβέρνηση, το κράτος και η ελληνική αγορά έχουν την ηθική και πρακτική υποχρέωση να ανταποκριθούν.
Οι δύο αυτοί κόσμοι (που, για τις ανάγκες της αφήγησης, κάπως σχηματικά περιέγραψα) εκπροσωπούν διαφορετικά συμφέροντα: δημόσιο και ιδιωτικό· διακρατικό και παγκοσμιοποιημένο· δημοκρατικό και μετα-δημοκρατικό· πολίτες και καταναλωτές. Ο κόσμος της τεχνολογίας βρίσκεται στην ακμή του και —εκτός συγκλονιστικού απροόπτου— θα συνεχίσει να αναπτύσσεται και να υποκαθιστά —και ίσως σταδιακά να συγκρούεται με— τον κόσμο της διακρατικής διακυβέρνησης. Μία μικρή γεύση της ισχύος του πρώτου και της αδυναμίας του δεύτερου πήραμε το 2010 με τη διαρροή 250 χιλιάδων τηλεγραφημάτων της αμερικανικής διπλωματίας από την Wikileaks.
Κάθε εποχή έχει τις δικές της ιεραρχίες, τις δικές της ελίτ, οι οποίες χρειάζονται υλικούς και συμβολικούς πόρους: χρήμα, δόξα, μαζική νομιμοποίηση, διευκολύνσεις, προνόμια, πρόσβαση, κινητικότητα. Στις οργανωμένες κοινωνίες (και πολύ περισσότερο στις ανοργάνωτες) δεν υφίσταται κενό ισχύος, δεν υφίσταται αναρχία (με την έννοια της απόλυτης ισότητας). Όταν πλέγματα νόμων και κανόνων υποχωρούν, το κενό καλύπτουν οι κατέχοντες την ισχύ των όπλων, του χρήματος ή της πειθούς. Το οικοσύστημα και την ψυχολογία της παγκόσμιας ελίτ που εξέφρασε ο ΟΗΕ στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα (μεταξύ άλλων, εννοείται, όπως η βιομηχανία του κινηματογράφου στη Δυτική Ακτή και η διαφήμιση στη Νέα Υόρκη) σήμερα θα το βρούμε στη Silicon Valley (εταιρίες πληροφορικής) και στο City του Λονδίνου (χρηματοπιστωτικά ιδρύματα). Όπως και τα προηγούμενα οικοσυστήματα, έτσι και τα νέα συντηρούνται και νομιμοποιούνται από τη συμπεριφορά και τις επιλογές των μαζών.
Ο συνολικός προϋπολογισμός του ΟΗΕ το 2010 – το σύνολο δηλαδή που η διεθνής κοινότητα διέθεσε για την διαχείριση όχι μόνο της κεντρικής γραφειοκρατίας της αλλά συνολικά όλων των παγκόσμιων προκλήσεων και των προγραμμάτων για υγεία, παιδεία, περιβαλλοντική προστασία, ανάπτυξη κλπ – ήταν περίπου 30 δισ. δολάρια. Επίσης 30 δισ. δολάρια ήταν (το 2013) και ο πλούτος του Mark Zuckerberg, ιδρυτή του Facebook (τώρα είναι σχεδόν διπλάσιος), ενώ 30 δισ. δολάρια ήταν (το 2010) τα μπόνους των χρηματιστών και τραπεζιτών της Wall Street. (Φυσικά αυτά τα ποσά ωχριούν μπροστά στα ποσά που Έλληνας επιχειρηματίας, πρώην ιδιοκτήτης μάντρας αυτοκινήτων, ισχυρίζεται ότι διαθέτει για την ανακούφιση του ελληνικού χρέους).
Δύο σενάρια για το μέλλον
Τα δημοψηφίσματα στην Ευρώπη και η εκλογή του Τραμπ στις ΗΠΑ αποτελούν συμπτώματα και ενδείξεις μίας μεταβατικής περιόδου τόσο για μεμονωμένες φιλελεύθερες δημοκρατίες, όσο και για το σύστημα της παγκόσμιας διακυβέρνησης συνολικά. Ποια θα είναι η επόμενη μέρα για την ανθρωπότητα; Θα καταφέρουν οι παλαιοί και νέοι δρώντες του συστήματος να συνεργαστούν ώστε να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά υπαρξιακές απειλές, όπως τα όπλα μαζικής καταστροφής, η τρομοκρατία, οι κυβερνοεπιθέσεις εναντίον υποδομών και ατόμων, η κλιματική αλλαγή, οι επιδημίες, η φτώχεια, η έλλειψη καθαρού νερού και ενέργειας; Έχουν, καν, τη διάθεση να το κάνουν αυτό; Υπάρχει, καν, μία παγκόσμια κοινή γνώμη που θα πιέσει προς αυτή την κατεύθυνση; Θα καταφέρει η διεθνής κοινότητα να προσαρμοστεί στη διάχυση της ισχύος, στην ιδιωτικοποίηση της δημόσιας σφαίρας (και στη δημοσιοποίηση της ιδιωτικής), στην ανάγκη για «δραστικές» και «άμεσες» λύσεις;
Τους τελευταίους μήνες έχουν διατυπωθεί δύο βασικές θεωρίες για την «επόμενη μέρα» (τις θέτω εδώ αρκετά σχηματικά και απλοποιημένα, προκειμένου να αναδείξω τις θεμελιώδεις διαφορές τους):
Το καλό σενάριο (ή θεωρία Καλύβα)
Σε ένα εξαιρετικό (και καθησυχαστικό) άρθρο του στην Καθημερινή αμέσως μετά την εκλογή Τραμπ, ο καθηγητής Στάθης Καλύβας γράφει:
Οι λαϊκιστικοί σπασμοί που ζούμε δεν είναι μόνο το σύμπτωμα των μεγάλων αλλαγών που συμβαίνουν γύρω μας αλλά και το βασικό συστατικό στοιχείο στη διαδικασία απορρόφησής τους από τις ύστερες βιομηχανικές δημοκρατίες. Είναι εκφράσεις δυσαρέσκειας, ανησυχίας και φόβου, αλλά συγχρόνως επιτρέπουν την απορρόφησή τους και την προσαρμογή του συστήματος. Όπως σε μια αεροπορική πτήση οι αναταράξεις είναι αποπροσανατολιστικές, συχνά τρομακτικές και ενίοτε επικίνδυνες, αλλά δεν συνιστούν καταστροφή. Οι αλλαγές που συμβαίνουν γύρω μας είναι μέρος της πραγματικότητας, όχι το τέλος της.
Ο Καλύβας σημειώνει ότι η οικονομική παγκοσμιοποίηση δεν αντιστρέφεται· ναι μεν η τεχνολογική επανάσταση θα εξαφανίσει εκατοντάδες επαγγέλματα μέσα στα επόμενα χρόνια, αλλά το ίδιο έγινε και με τη βιομηχανική επανάσταση τον 190 αιώνα. Σε ό,τι αφορά δε τη μετανάστευση, μας υπενθυμίζει ότι η δημογραφική μεταλλαγή, δηλαδή η μετακίνηση ολόκληρων πληθυσμών, είναι ο κανόνας της ανθρώπινης ιστορίας, όχι η εξαίρεση. (Σε ένα εξίσου σημαντικό άρθρο σχετικά με την ελληνική πραγματικότητα, ο Καλύβας προτείνει την αποστασιοποίηση από τον «ζόφο» και την «δραστηριοποίησή μας στο μικροεπίπεδο» ώστε να ενισχυθεί η κοινωνία των πολιτών).
Εάν θέλαμε να προεκτείνουμε τη θεωρία Καλύβα στο πεδίο της ηθικής και της δικαιοσύνης, θα μπορούσαμε να αναφερθούμε στο γνωστό απόφθεγμα του Theodore Parker (το οποίο μετέπειτα χρησιμοποιήθηκε από τον Martin Luther King και πρόσφατα από τον Ομπάμα): «Η καμπύλη του ηθικού σύμπαντος είναι μακριά, αλλά κλίνει προς τη δικαιοσύνη». Με άλλα λόγια, αυτά που ζούμε τώρα είναι υγιές μέρος της διαδικασίας εξέλιξης και προσαρμογής της ανθρωπότητας. Άλλωστε, μία πιο ψύχραιμη αποτίμηση της πραγματικότητας δείχνει ότι σε μία σειρά από σημαντικούς δείκτες (όπως το προσδόκιμο ζωής, οι θάνατοι εξαιτίας συγκρούσεων, η φτώχεια, η παροχή εκπαίδευσης, η καταπολέμηση του AIDS, οι εμβολιασμοί κ.ά.) η ανθρωπότητα βρίσκεται σε μία από τις καλύτερες περιόδους της ιστορίας της.
Το κακό σενάριο (ή θεωρία de Botton)
Σε ένα λιγότερο αισιόδοξο άρθρο του στους New York Times την επομένη της εκλογής Τραμπ, ο εξαιρετικός φιλόσοφος Alain de Botton (ίσως ο δημοσιολόγος με την πιο ολοκληρωμένη και συναισθηματικά ώριμη αντίληψη της σύγχρονης καθημερινότητας) υποστηρίζει ακριβώς τα αντίθετα: το γεγονός ότι απολαμβάνουμε ευμάρεια σε παγκόσμιο επίπεδο αποτελεί την εξαίρεση:
Είναι τεράστιο και πολύ σπάνιο προνόμιο το να έχουμε ζήσει στις ημέρες της καλής διακυβέρνησης. Ανά τους αιώνες και τα έθνη, λίγοι άνθρωποι έζησαν έτσι. Εξαιτίας μιας σπάνιας τύχης, μερικές ομάδες ανθρώπων σε λίγες γωνιές της γης πήραν μία γεύση από αυτή την ιδιαίτερη, ανώμαλη ευλογία. Είναι μάλιστα πιθανόν (ιδιαιτέρως εάν δεν ταξίδεψαν πολύ ή εάν σπάνια διαβάζουν βιβλία ιστορίας ή αν είχαν πολύ μεγάλη ιδέα για τις ίδιες τις κοινωνίες τους) να άρχισαν να θεωρούν ότι η διακυβέρνηση αυτή ήταν φυσικός ή θεόσταλτος κανόνας. Ωστόσο, η φυσική κατάσταση σχεδόν όλων των κρατών είναι άλλη: είναι ο αυταρχισμός, η τρομοκρατία, η δημαγωγία, η διαφθορά, το μονοπώλιο, ο φυλετικός διαχωρισμός και η κρατική επιθετικότητα και δολοφονίες. [...] Δεν κυλάμε προς μία νέα εποχή του σκότους· επιστρέφουμε στο μέσον. Ο πολιτισμός ήταν πάντα, απλούστατα, μία μάλλον απίθανη έννοια.
Ο de Botton προβοκάρει — και το παραδέχεται ο ίδιος:
Δεν πρέπει να σκεφτόμαστε το ιδανικό σενάριο (το οποίο μας αφήνει να ταλαντωνόμαστε ανάμεσα στην ελπίδα και την απελπισία) αλλά το χειρότερο δυνατό. Πρέπει να εξοικειωθούμε εντελώς με την καταστροφή, ώστε να μη φοβόμαστε κάθε φορά που βλέπουμε πτυχές της εδώ κι εκεί.
Η άνοδος του λαϊκισμού, της πολιτικής τής «μετα-αλήθειας» (post-truth politics) και της περιχαράκωσης σε φυλές με βάση την ταυτότητα του ατόμου, η κρίση ηγεσίας και θεσμών και η πόλωση που εντείνεται από την αρχιτεκτονική των κοινωνικών μέσων έχουν δημιουργήσει ένα τοξικό περιβάλλον. Οι δείκτες προόδου της ανθρωπότητας που αναφέρθηκαν παραπάνω θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως το προϊόν του «κόσμου» του μεταπολεμικού συστήματος διεθνούς διακυβέρνησης που τώρα αμφισβητείται· δηλαδή ως μία περίοδος μεταπολεμικού Διαφωτισμού και προόδου που θα μείνει στην Ιστορία ως ακριβώς αυτό: μία φάση που πέρασε. Το «πουλόβερ» του διεθνούς συστήματος ξηλώνεται, και η στρατηγική Πούτιν μάς οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε έναν Β΄ Ψυχρό Πόλεμο. Περισσότερα όμως επ’αυτού κάποια άλλη φορά.
Σημειώσεις:
- Περισσότερες φωτογραφίες από το συγκρότημα του ΟΗΕ καθώς και σχετική βιβλιογραφία είναι διαθέσιμα εδώ.
- Προηγούμενα άρθρα σχετικά με την παγκόσμια κρίση διακυβέρνησης:
¤ Η Νέα Παγκόσμια Αταξία
¤ Μια επικίνδυνη λέξη
¤ Έλλειμμα νομιμοποίησης
¤ Ακούσιες συνέπειες
¤ Το ντόμινο της διεθνούς πολιτικής