Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης [8]

C
Χρήστος Γραμματίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης [8]

ΣΠΟΥΡΓΙΤΙΑ (SPARROWS), Runar Rúnarsson (Ισλανδία-Δανία-Κροατία, 2015, 99΄)

Ο όρος «kitchen sink dramas» γεννήθηκε στη Μ. Βρετανία για να περιγράψει ένα καλλιτεχνικό ρεύμα (θέατρο, τέχνη, μυθιστόρημα, κινηματογράφος, τηλεόραση) με πρωταγωνιστές συνήθως οργισμένους νεαρούς άντρες, όπου με ένα στιλ σοσιαλιστικού ρεαλισμού απεικονιζόταν η κατάσταση της εργατικής τάξης και εξετάζονταν κοινωνικά ζητήματα και πολιτικές αντιπαραθέσεις. Ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τα «Σπουργίτια», που ακολουθούν έναν ευαίσθητο έφηβο από το Ρέικιαβικ που πηγαίνει στο σπίτι του πατέρα του στον άγριο ισλανδικό Βορρά. Ο ήλιος του μεσονυχτίου δανείζει σε αυτό το Bildungsroman μια ωραία θολή όψη, ενώ ο σκηνοθέτης είναι εξίσου προσεκτικός τόσο με τους εσωτερικούς χώρους του χωριού (μίζερα ξύλινα σπίτια ψαράδων σπαρμένα με άδειες μποτίλιες) όσο και με τα υπέροχα τοπία έξω. Τούτου λεχθέντος, παρά τον έντεχνα αργό ρυθμό τους, τα «Σπουργίτια» βρίθουν από κλισέ: ο αλκοολικός πατέρας, η θαρραλέα γιαγιά, η παιδική φίλη και ο μαλάκας γκόμενός της, ο ρυτιδωμένος συνάδελφος, η «καλλιτεχνική» φιγούρα του πρωταγωνιστή με τα ακουστικά στο κεφάλι. Θα μας ενδιέφεραν σίγουρα περισσότερο αυτοί οι χαρακτήρες εάν ο Rúnarsson έμπαινε λίγο πιο βαθιά στα εφηβικά πάρτι και στη ζωή των εργοστασιακών εργατών της βόρειας Ισλανδίας. Τώρα, η εξασθενημένη ονειρικότητα της αφήγησης μοιάζει απλώς σαν το στήσιμο του σκηνικού για μια έντονη σκηνή σεξουαλικής βίας, ένα τραύμα που η ταινία, όπως και ο ήρωας, φαίνεται θλιβερά ανέτοιμη να χειριστεί.

 

LOUDER THAN BOMBS, Joachim TRIER (Νορβηγία-Γαλλία-Δανία, 2015, 109΄)

Το ντεμπούτο στην αγγλική γλώσσα του Νορβηγού σκηνοθέτη Γιοακίμ Τρίερ είναι μία μελέτη μιας δυσλειτουργικής οικογένειας σε αναταραχή, ένα φιλμ που τοπογραφεί τη θλίψη, την έλλειψη επικοινωνίας και τα επώδυνα μυστικά (καθώς και το χάσμα των γενεών) ανάμεσα σε έναν πατέρα (Γκάμπριελ Μπερν) και τους γιους του (Τζέσι Άιζενμπεργκ και Ντέβιν Ντρούιντ), καθώς αντιμετωπίζουν την απώλεια της αρχηγού της οικογένειας, μιας φημισμένης φωτογράφου (Ιζαμπέλ Ιπέρ), η οποία, τρία χρόνια μετά τον χαμό της σε αυτοκινητικό δυστύχημα, πρόκειται να τιμηθεί με μια αναδρομική έκθεση για το έργο της ζωής της. Μεγάλο μέρος του δράματος προέρχεται από τη μνήμη και τις εικόνες, με την έκθεση να λειτουργεί σαν καταλύτης για την απελευθέρωση επώδυνων και ως τώρα καταπιεσμένων αισθημάτων. Η οικογένεια ποτέ δεν «δένει» όμως, και οι σκηνές με τον υπερτονισμένο αλλά όχι πλήρως ανεπτυγμένο χαρακτήρα του Μπερν δεν είναι καθόλου πειστικές. Το σχετικό με τον μικρότερο γιο στόρι (αλά Bildungsroman) στέκεται καλύτερα. Στην πραγματικότητα, ο μικρός γιος είναι ουσιαστικά ο μόνος πραγματικός χαρακτήρας στην ταινία. Η ιστορία καθηλώνεται σε ερωτήσεις σχετικά με τη γνησιότητα της «επίσημης» ιστορίας της οικογένειας, με έμφαση στα ηθικά και ψυχολογικά διλήμματα που προκύπτουν από το σχίσμα ανάμεσα στην εικόνα και την πραγματικότητα. Τελικά, το φιλμ φορτώνεται με πάρα πολλά θέματα που δεν μπορούν να ενοποιηθούν με ικανοποιητικό τρόπο. Πράγματι, το «Louder than bombs» είναι ταιριαστός τίτλος για ένα φιλμ τόσο αποδιοργανωμένο και γεμάτο στόμφο. Υπάρχουν αρκετά συναισθηματικώς ευφυή θραύσματα για να σε παρασύρουν κατά τη διάρκεια του πιο διφορούμενου πρώτου μισού της ταινίας, αλλά ο Τρίερ πιέζει την τονική του κλίμακα τόσο πολύ, μέχρι να γίνει πολύ απλά θορυβώδης.

 

ΤΑΞΙ ΣΤΗΝ ΤΕΧΕΡΑΝΗ (TAXI), Jafar Panahi (Ιράν, 2015, 82΄)

Η τρίτη ταινία του Τζαφάρ Παναχί από τότε που του απαγορεύτηκε να κάνει ταινίες στην πατρίδα του, το Ιράν, είναι σε πλήρη αντίθεση τόσο ως προς το μελαγχολικό αλλά δυνατό «This is not a film» όσο και ως προς την έντονη αλλά ομφαλοσκοπική «Κλειστή κουρτίνα». Το «Ταξί στην Τεχεράνη» ασχολείται και πάλι με τα θέματα της δημιουργίας που υπερβαίνει τη λογοκρισία και της έκφρασης που υπερβαίνει την καταπίεση, αλλά αυτή τη φορά ο τόνος είναι ελαφρύτερος και πιο παιχνιδιάρικος. Παίζοντας τον εαυτό του να εργάζεται ινκόγκνιτο σαν ταξιτζής στην Τεχεράνη, ο Παναχί έχει πετύχει διάνα. Το 95% της ταινίας αποτελείται από πλάνα τραβηγμένα από μια μικρή περιστρεφόμενη κάμερα τοποθετημένη στο ταμπλό του ταξί. Ο περιορισμός αυτός είναι ταυτόχρονα εμπόδιο αλλά και μέσο για νέες δημιουργικές επιλογές — μια αλληγορία για την τρέχουσα κατάσταση του ίδιου του Παναχί. Εμφανιζόμενο ως ντοκιμαντέρ και χωρίς καμία εμφανή μυθοπλασία, το «Ταξί στην Τεχεράνη» είναι, ωστόσο, σαφώς σκηνοθετημένο (τουλάχιστον σε ένα βαθμό), αλλά η ασάφεια που δημιουργείται από τον ανέμελο νατουραλισμό του είναι εντελώς σκανταλιάρικη και συχνά χιουμοριστική (ειδικά στη σεκάνς όπου στο ταξί του Παναχί επιβιβάζεται ένας τραυματίας). Παρά την ελαφρότητα του τόνου, καθώς η βόλτα πλησιάζει στο τέλος της, η ταινία θέτει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με το να ζεις και να κάνεις τέχνη κάτω από ένα καταπιεστικό καθεστώς.

 

ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ (L’OMBRE DES FEMMES / IN THE SHADOW OF WOMEN), Philippe Garrel (Γαλλία-Ελβετία, 2015, 73΄)

Όπως και άλλες πρόσφατες δημιουργίες του Φιλίπ Γκαρέλ (π.χ., «Τα σύνορα της Αυγής », «Ζήλια»), το φιλμ «Στη σκιά των Γυναικών» είναι η ιστορία ενός ερωτικού τριγώνου που πάει στραβά. Αυτό που κάνει την τελευταία προσθήκη στις συνεχιζόμενες ψευδο-αυτοβιογραφικές δημιουργίες του Γκαρέλ να είναι ελαφρώς διαφορετική είναι η συμβολή του βετεράνου σεναριογράφου Ζαν Κλοντ Καριέρ, γνωστού για τα σενάριά του σε μερικές από τις πιο αξιοσημείωτες δημιουργίες του Μπουνιουέλ («Η ωραία της ημέρας», «Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας», «Το φάντασμα της ελευθερίας», «Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου») καθώς και στο «Ο σώζων εαυτόν σωθήτω» του Γκοντάρ. Ο Καριέρ δίνει έναν ελαφρύτερο, μερικές φορές ακόμη και κωμικό τόνο στις χαρακτηριστικές ερωτικές περιπλοκές και τις πολιτικές ανησυχίες του Γκαρέλ. Πολυεπίπεδες αφηγηματικές ειρωνείες δημιουργούνται από τις επιπλοκές που ανακύπτουν όταν η σχετικά ήρεμη ζωή του Πιέρ και της συζύγου του Μανόν (είναι ντοκιμαντερίστες) απειλείται από τη γοητεία της νεαρής Ελιζαμπέτ, μιας βοηθού σε ένα κινηματογραφικό αρχείο που φαίνεται να κρατά το κλειδί για την έρευνα του ζευγαριού γύρω από έναν ηρωικό μαχητή της αντίστασης. Η σχέση του Πιερ με τη νεαρά, την οποία αρχικά συνδυάζει με αρκετή επιτυχία με τα συζυγικά του καθήκοντα, ισοφαρίζεται από την απόφαση της συζύγου του να αποκτήσει κι αυτή εραστή. Με λιτό, εξαιρετικά μη διδακτικό τρόπο, ο Γκαρέλ τιμωρεί την αρσενική ύβρι. O Λουί Γκαρέλ, οι σκηνοθετικές απόπειρες του οποίου αποδείχτηκαν λιγότερο εντυπωσιακές από ό,τι του πατέρα του (και ο όποιος ως σέξι γόης θα είχε ίσως υπάρξει καλύτερη επιλογή για τον ρόλο του Πιέρ από τον Στανισλά Μεράρ), είναι ο εκτός οθόνης αφηγητής της ιστορίας.

 

Η ΚΟΡΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΜΑΣ (UMIMACHI DIARY / OUR LITTLE SISTER), Hirokazu Kore-Eda (Ιαπωνία, 2015, 128΄)

Σίγουρα η πιο σεμνότυφη διασκευή manga στην κινηματογραφική ιστορία (ούτε ίχνος σεξ), η «Κόρη του πατέρα μας» βρίσκει τον Χιροκάζου Κόρε-έντα να δημιουργεί σε στυλ Όζου. Με τα πολλά πλάνα ακίνητων γυναικών και τη δόμηση πάνω στο μοτίβο της αλλαγής των εποχών, η ταινία θα μπορούσε να θεωρηθεί ως φόρος τιμής από τον έναν Ιάπωνα δημιουργό στον άλλο, αλλά μια τέτοια σύγκριση υπερβάλλει λίγο σε σχέση με το επίπεδο της ταινίας. Μετά τη μετρημένη αλλά σαπουνοπερική δραματουργία του φιλμ «Πατέρας και γιος» (που ήταν προφανώς τόσο γερό και καλοφτιαγμένο ώστε ο Στίβεν Σπίλμπεργκ αγόρασε τα δικαιώματα διασκευής του), ο Κόρε-έντα επιστρέφει με μια χαλαρή, αέρινη ταινία που τολμά να μην έχει καν πλοκή. Μετά τον θάνατο του πατέρα τους, τρεις νεαρές αδελφές γνωρίζουν την ετεροθαλή αδελφή τους (ένα 15χρονο κορίτσι, σοφό και μελαγχολικό αναντίστοιχα προς την ηλικία της) και γρήγορα αποφασίζουν να την πάρουν να ζήσει μαζί τους. «Να ζήσει μαζί τους» σημαίνει να την πάρουν σε μια παραλία και να την ενσωματώσουν στο χωρίς αγόρια νοικοκυριό τους, όπου οι χαλαροί ρυθμοί υπογραμμίζουν τη συναισθηματική βλάβη που προκάλεσε η απόρριψη από τους γονείς 15 χρόνια νωρίτερα (η εγκατάλειψη των παιδιών εξακολουθεί να αποτελεί το μείζον θέμα του σκηνοθέτη). Το ότι ο Κόρε-έντα διασκεύασε το σενάριο από λογοτεχνικό κείμενο είναι εμφανές στις διάφορες παρεκβάσεις (υπάρχουν πολλοί φορτωμένοι διάλογοι για τα άνθη της κερασιάς, για παράδειγμα). Πλην της μουσικής (που είναι σαν από καρτούν manga), είναι όλα πολύ αριστοτεχνικά φτιαγμένα, αν και το φιλμ είναι εν συνόλω λίγο βαρετό.