Η αθλήτρια

L
Σαπφώ Καρδιακού

Η αθλήτρια

«Citius, Altius, Fortius». Το σύνθημα των Ολυμπιακών Αγώνων.

11 Απριλίου 1896, μεσημέρι. Μία σχεδόν αποστεωμένη γυναίκα σταματά λαχανιασμένη έξω από το Παναθηναϊκό Στάδιο. Οι αστυνομικοί που φρουρούν την είσοδο δεν της επιτρέπουν να μπει μέσα. Την προηγουμένη, οι ίδιοι αστυνομικοί κρατούσαν ανοιχτή την είσοδο του σταδίου για τον πρώτο Έλληνα μαραθωνοδρόμο, τον Σπύρο Λούη, που ολοκλήρωνε τη διαδρομή από τον Μαραθώνα υπό τις ζητωκραυγές χιλιάδων θεατών. Στη «σκοτεινή» πλευρά των αγώνων, η πρώτη γυναίκα μαραθωνοδρόμος τερμάτισε ανεπίσημα, χωρίς επιβράβευση, χωρίς αμοιβή, χωρίς άδεια συμμετοχής. Μια μέρα πριν την έναρξη του Μαραθωνίου οι διοργανωτές είχαν αρνηθεί καν να καταχωρίσουν τη συμμετοχή της τριαντάχρονης Σταμάτας (Σταματίας) Ρεβύθη. Οι αθλητικογράφοι της εποχής τη χλεύασαν κατά πρόσωπο και στον Τύπο, ενώ ο ιερέας που ευλόγησε τους άρρενες δρομείς δεν καταδέχτηκε να τη συμπεριλάβει στη δοξολογία.

Παρ’ όλα αυτά, η αρχή είχε γίνει. Η πρώτη επίσημη συμμετοχή αθλήτριας σε Ολυμπιακό αγώνισμα καταγράφηκε το 1900, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού, στην ιστιοπλοΐα. Η Ελέν ντε Πουρταλές πήρε το χρυσό μετάλλιο σαν μέλος της νικήτριας ομάδας επειδή τα μόνα ατομικά αγωνίσματα στα οποία επιτρεπόταν η συμμετοχή γυναικών ήταν το τένις και το γκολφ. Το γυναικείο τένις και το γυναικείο γκολφ αφαιρέθηκαν από τη λίστα των αγωνισμάτων της επόμενης ολυμπιακής διοργάνωσης.

Μέχρι τους αγώνες του Σεν Μόριτζ το 1928, οι γυναίκες διαγωνίζονταν σε «αριστοκρατικά» σπορ, όπως η τοξοβολία, το καλλιτεχνικό πατινάζ και η ξιφασκία. Εκείνη όμως τη χρονιά συμμετείχαν στους αγώνες δρόμου 100 και 800 μέτρων. Οι εφημερίδες αναπαρήγαγαν το γεγονός με έντονο μισογυνισμό, περιγράφοντας τις δρομείς σε ημιθανή κατάσταση από την εξάντληση πριν τη γραμμή του τερματισμού. Η επιρροή των fake news ήταν τόσο μεγάλη, ώστε να απαγορευτεί η συμμετοχή αθλητριών στο άθλημα στις μελλοντικές διοργανώσεις. Η αλήθεια βέβαια ήταν, σύμφωνα με τους θεατές του αγωνίσματος, πως όλες οι αθλήτριες τερμάτισαν. Κάποιες ξάπλωσαν κατόπιν στο χορτάρι είτε για να πάρουν ανάσα είτε επειδή απογοητεύτηκαν για τους κακούς χρόνους που έφεραν. Η ετυμηγορία, όμως, είχε βγει: τα όρια του γυναικείου σώματος δεν πρέπει να υπερβαίνουν τη σωματική δοκιμασία του τοκετού. Ο αθλητισμός ανήκει στους άντρες.

Μιλώντας για την πόλωση αρσενικού/θηλυκού, η ακτιβίστρια συγγραφέας Σούζαν Σόνταγκ εκθέτει τα αυθαίρετα σεξουαλικά στερεότυπα που οδηγούν νομοτελειακά σε κοινωνικές και πολιτικές διακρίσεις μεταξύ των φύλων. Εγκλωβιζόμαστε στους ρόλους που ανατίθενται σε κάθε φύλο εξαιτίας ατελών και πλημμελώς τεκμηριωμένων επιστημονικών ευρημάτων, εξαιτίας εθίμων και δοξασιών περασμένων εποχών. Η διάκριση μεταξύ σώματος και μυαλού, μεταξύ σκέψης και συναισθήματος, εφαρμόζεται τυφλά στους άντρες και στις γυναίκες αντίστοιχα, οριοθετώντας ρόλους εντός και εκτός της δημόσιας σφαίρας, περιορίζοντας φιλοδοξίες και ταλέντα, και καταπατώντας τα δικαιώματα όσων τούς αμφισβητήσουν. Η Σόνταγκ χαρακτηρίζει τη νοοτροπία των παραπάνω διακρίσεων μια μορφή δημαγωγίας που επιδρά αρνητικά σε όσους δεν κατηγοριοποιεί τον εαυτό του αποκλειστικά σε ένα από τα δύο άκρα.

Η τεκμηρίωση των στερεοτύπων αυτών ενισχύθηκε, παρ’ ελπίδα, με την ανάπτυξη της επιστήμης και της μελέτης του ανθρώπου. Η ανακάλυψη της ύπαρξης τεστοστερόνης και οιστρογόνων στον ανθρώπινο οργανισμό από τον Γερμανό καθηγητή Μπέρτολντ, το 1849, παραχώρησε νέο έδαφος στην υπάρχουσα «επιστημονική» θεωρία για την ανωτερότητα των αρσενικών απέναντι στα θηλυκά. Λίγα χρόνια πριν ο Δαρβίνος αφήσει τα εγκόσμια, βιολόγοι της Βικτωριανής περιόδου μελέτησαν εγκεφάλους των δύο φύλων και κατέληξαν πως ο γυναικείος εγκέφαλος είναι ελαφρύτερος του αντρικού. Πώς θα μπορούσε να ισχύει κάτι άλλο, εφόσον, στατιστικά, ο μέσος αντρικός και γυναικείος σωματότυπος διαφέρουν σε ύψος και βάρος; Πόση ανισότητα να αποδοθεί σε μια διαφορά όχι μεγαλύτερη από δεκατέσσερα (14) γραμμάρια; Αντί να μελετήσουν τις εγγενείς βιολογικές διαφορές με επιστημονική αντικειμενικότητα, τον εγκέφαλο ως «μωσαϊκό» όπως τον χαρακτηρίζει η νευροεπιστήμονας Ντάφνα Τζόελ, οι επιστήμονες της εποχής «τάισαν» τα στερεότυπα υπεροχής του αντρικού φύλου απέναντι στο γυναικείο.

Με την ανάπτυξη της ενδοκρινολογίας στις αρχές του 20ού αιώνα, οι Βικτωριανές θεωρίες ανανεώθηκαν και ενισχύθηκαν από τη μερίδα της επιστήμης που θέλει τον βιολογικό ντετερμινισμό να διαμορφώνει χαρακτήρα και προσωπικότητα — γενικώς, ταυτότητα. Η μελέτη των ορμονών αφιερώθηκε στην απόδοση της αντοχής, την αποφασιστικότητας και της ρώμης στην τεστοστερόνη, χαρακτηριστικά που εκτιμώνται και αγιοποιούνται στις πατριαρχικές κοινωνίες, απέναντι στον συναισθηματισμό, τη μειωμένη λογική (!) και την παθητικότητα που απέδωσαν στα οιστρογόνα και, κατά συνέπεια, στη γυναικεία φύση.

Από τις συγκεκριμένες θεωρίες απουσιάζει βολικά η αποδεδειγμένη ανθεκτικότητα του γυναικείου οργανισμού από την πρώτη στιγμή της σύλληψης. Τα έμβρυα είναι θηλυκά τις επτά πρώτες εβδομάδες της κύησης, με τον συνδυασμό ΧΧ χρωμοσωμάτων να προδιαγράφει μια γενετικά υγιή αρχή στη ζωή. Αν το έμβρυο διατηρήσει τον συνδυασμό ΧΧ μέχρι το τέλος της εγκυμοσύνης και γεννηθεί κορίτσι, οι πιθανότητες επιβίωσης τους πρώτους μήνες ζωής αυξάνονται εκθετικά — το δεύτερο Χ χρωμόσωμα δρα σαν «γιατρός» του πρώτου· αν το πρώτο Χ χρωμόσωμα περιέχει κάποια αλλοίωση, το δεύτερο θα την καταπολεμήσει. Ο συνδυασμός ΧΥ μειώνει την πιθανότητα επιβίωσης στα αρσενικά βρέφη, επειδή το χρωμόσωμα Υ δεν λειτουργεί όπως το Χ και, μάλιστα, είναι μικρότερό του. Κατά συνέπεια, το αντρικό ανοσοποιητικό σύστημα είναι αδύναμο σε σχέση με το γυναικείο, ενώ οι άντρες είναι περισσότερο επιρρεπείς σε παθήσεις που προέρχονται από την αλλοίωση του πρώτου Χ, όπως η αιμοφιλία, η αχρωματοψία και η μυϊκή δυστροφία.

Επιπλέον, δεν γίνεται λόγος για την ενισχυμένη γενετική αντοχή του γυναικείου οργανισμού στον πόνο, εξαιτίας της ελλιπούς έρευνας από τους επίσημους ιατρικούς φορείς. Ούτε έχει μελετηθεί και τεκμηριωθεί διεξοδικά για ποιο λόγο η προγεστερόνη και τα οιστρογόνα ενδυναμώνουν το ανοσοποιητικό σύστημα της γυναίκας, παρέχοντας ανοσία ή ευκολότερη ίαση από τις περισσότερες ασθένειες. Οι γενικευμένες έρευνες και οι δημοσιεύσεις της επιστημονικής κοινότητας που τονίζουν τις αντιθέσεις-ανισότητες των δύο φύλων στερούν τον κλάδο της βιολογίας από περαιτέρω εξέλιξη και τις γυναίκες από το δικαίωμα ένταξης στις παραδοσιακές δομές. Υποδαυλίζουν την γκετοποίηση των γυναικών ως απόρροια του διαχωρισμού των φύλων και δεν τους επιτρέπουν την απόκτηση ίσης δύναμης σε όλα τα επίπεδα.

Κλείνουμε με την αθλητική ενημέρωση. Το πρωινό της 19ης Οκτωβρίου 1974, η Ζωζώ Χριστοδούλου έγινε η πρώτη Ελληνίδα που έτρεξε επίσημα στην απόσταση των 42.195 μέτρων στον Λαϊκό Μαραθώνιο. Ήταν η μόνη ελληνική γυναικεία συμμετοχή.

Στις μέρες μας, οι γυναίκες δρομείς του Κλασικού Μαραθωνίου πλησιάζουν τις τρεις χιλιάδες.

[ Για το παρόν κείμενο χρησίμευσαν στοιχεία από τις εξής πηγές: Η αποφασισμένη γυναίκα που έτρεξε μόνη της τον Μαραθώνιο το 1896, μια μέρα μετά τον Σπύρο Λούη, www.mixanitouxronou.gr· Lynne Emery, An examination of the 1928 Olympic 800 meter race for women, California State Polytechnic University 1985, Conference, www.la84.org/· Jonathan Cott, Susan Sontag: The complete Rolling Stone Interview, Yale University Press 2013· Angela Saini, Inferior. The true power of women and the science that show it, 4th Estate 2018· Lydia Denworth, Is there a female brain? Scientific American, Σεπτέμβριος 2017. Εικονογράφηση: Kazuya Akimoto, Female Runner crossing the finish line (2008)].