Η ΔΕΒΘ και η διάδοση του ελληνικού βιβλίου στο εξωτερικό

C
Amagi

Η ΔΕΒΘ και η διάδοση του ελληνικού βιβλίου στο εξωτερικό

Το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού, του οποίου έχω την τιμή να είμαι σήμερα στενός συνεργάτης, έχει αναλάβει ένα δύσκολο ρόλο. Η κατεξοχήν αρμοδιότητά του είναι η διάδοση του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής γλώσσας στο εξωτερικό, ιδίως μέσω παραρτημάτων που διατηρεί σε ορισμένες χώρες. Το έργο αυτό το εκπληρώνει όσο καλύτερα μπορεί κάτω από δυσμενείς συνθήκες, που είναι αλήθεια δεν επιτρέπουν ανάπτυξη φιλόδοξων σχεδίων και υποχρεώνουν σε συντηρητική πολιτική.

Παράλληλα όμως, και πάντα σε συνθήκες οικονομικής στενότητας, επωμίστηκε και το βάρος αρμοδιοτήτων, κατά κύριο λόγο τη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης και την εκπροσώπηση στις ξένες εκθέσεις, και βέβαια και τη ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ, που παλιότερα ανήκαν στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου το οποίο, ως γνωστόν, καταργήθηκε βίαια στο μέσον της μνημονιακής περιόδου. Πρόκειται για βάρος που δεν είναι προφανές ότι μπορούσε να επωμιστεί, καθώς ούτε τις κατάλληλες δομές διέθετε, ούτε το αριθμητικό προσωπικό που θα μπορούσε σοβαρά να σηκώσει ένα τέτοιο βάρος. Παρόλα αυτά τα καταφέρνει. Σιγά σιγά ορθοποδεί και προχωράει βήμα βήμα, με στρατηγική και με χρηστή διοίκηση. Με όλες τις δομικές του αδυναμίες, είναι ευχής έργον που υπάρχει, και που εκπληρώνει τον σημαντικότατο ρόλο του φορέα υλοποίησης πολιτιστικών πολιτικών. Αν δεν υπήρχε, καμία εξωτερική πολιτιστική πολιτική δεν θα μπορούσε να υλοποιηθεί, ούτε καμία πολιτική βιβλίου από αυτές που διασώθηκαν από τον οδοστρωτήρα. Η διοίκησή του, συνεπώς, εκπληρώνει με αυταπάρνηση, θα έλεγα, μια περίπλοκη αποστολή.

Ειδικότερα ως προς την έκθεση της Θεσσαλονίκης. Γρήγορα συνειδητοποιήθηκε από όλους μας, από τη διοίκηση, από τα λίγα –ελάχιστα πλην ικανότατα– μόνιμα στελέχη του ΕΙΠ και από τα λίγα στελέχη του παλιού ΕΚΕΒΙ που συνέχισαν να προσφέρουν την πολύτιμη εμπειρία τους μέσα από το ΕΙΠ, από την συνολική ομάδα συνεργατών του που σταδιακά διαμορφώθηκε για να υλοποιήσει το έργο, τόσο η σημασία της Έκθεσης όσο και ο μεγάλος βαθμός δυσκολίας που εμπεριέχει ο σωστός σχεδιασμός και η οργάνωσή της.

Επιτρέψτε μου όμως σε αυτό το σημείο, και αφού προσθέσω τη μεγάλη ικανοποίησή μας που τη φετινή έκθεση θα εγκαινιάσει ο Πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης, να σας παραθέσω τους βασικούς στρατηγικούς άξονες ανάπτυξής της και τους γενικότερους στρατηγικούς της στόχους. Έτσι όπως αυτοί διαμορφώθηκαν μέσα από σκέψη και εσωτερικό διάλογο στους κόλπους του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού αλλά και με τους άλλους φορείς με τους οποίους συνεργαζόμαστε στενά και είναι παρόντες σε αυτό το πάνελ.

Στρατηγικοί στόχοι της Έκθεσης νομίζουμε λοιπόν ότι πρέπει να είναι:

(α) Η συμβολή της στη διάδοση της φιλαναγνωσίας στην Ελλάδα. Για το σκοπό αυτό προσπαθούμε να φτιάξουμε μια έκθεση φιλική προς τον επισκέπτη, με ενδιαφέρον πρόγραμμα, πολλές εκδηλώσεις, συζητήσεις, παρουσιάσεις βιβλίων, εκθέσεις, προβολές ταινιών και άλλα, που να προσελκύει τόσο τους συστηματικούς αναγνώστες όσο και ανθρώπους που ξεκινούν τώρα τη σχέση τους με το βιβλίο, είτε αυτοί είναι παιδιά, είτε είναι ενήλικες.

(β) Η συμμετοχή της έκθεσης στους προβληματισμούς αιχμής που θέτει η εποχή μας. Μια έκθεση, πιστεύουμε, δεν είναι απλώς μια γιορτή, είναι και αυτό φυσικά, είναι ταυτόχρονα και μια συμβολή στο άνοιγμα της δημόσιας συζήτησης σε θέματα καίρια που δεν συζητιούνται στο βαθμό που πρέπει από άλλες διαύλους. Στην έκθεση συγκεντρώνεται ένα σπουδαίο δυναμικό, ένα μέρος του καλύτερου δυναμικού πολλών τομέων των γραμμάτων, της τέχνης και της επιστήμης και αυτό δεν πρέπει να μένει αναξιοποίητο. Το βιβλίο είναι και διασκέδαση αλλά και κυκλοφορία ιδεών και ενημέρωση σε βάθος, και επισήμανση σημαντικών προόδων που δεν καταγράφονται επαρκώς, και προειδοποίηση για όσα δυσμενή θα μπορούσαν να έρθουν. Και ανοιχτή συζήτηση και αντιπαράθεση απόψεων, ακριβώς επειδή πολλές σταθερές προηγούμενων δεκαετιών σήμερα τίθενται εν αμφιβόλω. Η έκθεση θα θέλαμε να τα συμπυκνώνει όλα αυτά. Και κάνουμε μεγάλα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.

(γ) Η ουσιαστική ένταξη της έκθεσης της Θεσσαλονίκης στο χάρτη των διεθνών εκθέσεων. Ήδη η πρόοδος είναι αξιοσημείωτη. Το γεγονός ότι οι δύο μεγαλύτερες εκθέσεις στον κόσμο, η έκθεση της Φρανκφούρτης και η έκθεση της Μπολόνια, συμμετέχουν με κάποιο τρόπο στην έκθεση της Θεσσαλονίκης, δείχνει κάτι. Η Μπολόνια μετέχει με έκθεση Ιταλών εικονογράφων, η Φρανκφούρτη πάλι, παρουσιάζει εδώ ένα σημαντικό νέο πρόγραμμα, το οποίο από μόνο του αποτελεί θέμα. Πρόκειται για πλατφόρμα προώθησης του βιβλίου μέσα από τα σόσιαλ μίντια, προϊόν συνεργασίας της έκθεσης της Φρανκφούρτης με εταιρείες του ιδιωτικού τομέα, μία από τις οποίες είναι μάλιστα ελληνική και έχει έδρα στη Θεσσαλονίκη. Η ΔΕΒΘ είναι λοιπόν υπολογίσιμη δύναμη, το βλέπουμε αυτό συνεχώς και από τη γενικότερη αντιμετώπισή της εκτός συνόρων και από τις προσκλήσεις που δέχεται από το εξωτερικό και στις οποίες ελπίζουμε σταδιακά να μπορούμε να ανταποκριθούμε.

(δ) Στο πλαίσιο αυτό, θα θέλαμε να δημιουργήσουμε ένα τρίγωνο Ελλάδα – Δυτική Ευρώπη – Βαλκάνια, με κομβικό το ρόλο της Θεσσαλονίκης. Υπάρχουν φυσικά και άλλες καλές εκθέσεις στη γειτονιά μας, κυρίως της Κωνσταντινούπολης και του Βελιγραδίου, η ΔΕΒΘ έχει όμως τη δυνατότητα να τις ανταγωνιστεί και να γίνει πόλος έλξης και σημείο συνάντησης των δυτικοευρωπαίων με βαλκάνιους και άλλους συναδέλφους τους, επαγγελματίες του βιβλίου. Αυτός είναι ένας στόχος που για να επιτευχθεί χρειάζεται χρόνος, ωστόσο τα πρώτα βήματα είναι ορατά. Και ένας δρόμος της έκθεσης προς την απόκτηση πραγματικά διεθνούς χαρακτήρα, διακρίνεται ήδη. Αυτό νομίζω το αισθάνεται ο εκδοτικός κόσμος που την αγκαλιάζει, φέτος έσπασαν πάλι τα ρεκόρ συμμετοχής και οργάνωσης εκδηλώσεων. Το αισθάνεται και το κοινό που επισκέπτεται την έκθεση και που βαίνει αυξανόμενο χρόνο με το χρόνο.

Ένα από τα στοιχεία που θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε για την ανάπτυξη της ΔΕΒΘ, είναι η διασύνδεσή της με τις άλλες εκθέσεις στο εξωτερικό στις οποίες το ΕΙΠ εκπροσωπεί τη χώρα. Ήδη αυτό συνέβη φέτος με το Παρίσι, καθώς τιμώμενη είναι στη Θεσσαλονίκη η Γαλλοφωνία, και η δουλειά που έγινε εκεί στην έκθεση του Μαρτίου, θα φανεί πιστεύουμε ποικιλοτρόπως στη Θεσσαλονίκη σε λίγες μέρες. Ήδη συνέβη και με τη Μόσχα, αφού η συμφωνία ανταλλαγής μεταφράσεων που υπέγραψε η κ. Υπουργός τον Οκτώβριο οδηγεί δέκα περίπου Ρώσους εκδότες και το επίσημο συνδικαλιστικό τους όργανο στην Έκθεση της Θεσσαλονίκης, σε λίγες μέρες.

Στο σημείο αυτό θέλω ειλικρινά να ευχαριστήσω τον Γενικό Πρόξενο της Γαλλίας στη Θεσσαλονίκη κ. Φιλίπ Ρε, όπως βέβαια τον κ. Πρέσβη της Γαλλίας Κριστόφ Σαντεπί και φυσικά τον διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου Ελλάδος κ. Μικαέλ Ωσάν, που δυστυχώς δεν μπορούσε να είναι σήμερα μαζί μας, για την άψογη συνεργασία μας ολόκληρη την προηγούμενη περίοδο. Οι συναντήσεις μας ξεκίνησαν πολύ νωρίς, ήταν πάντα ειλικρινείς και καρποφόρες, οδηγώντας μέσα από συμπληγάδες, σε ένα πιστεύουμε πολύ καλό αποτέλεσμα. Μέσα από αυτή τη διαδικασία ήρθαμε κοντά, τολμώ να πω αναπτύξαμε σχέση φιλίας, αντιμετωπίσαμε από κοινού τις δυσκολίες και τις ξεπεράσαμε. Τους ευχαριστώ από καρδιάς. Όπως θέλω να ευχαριστήσω θερμά τη HELEXPO και τον πρόεδρό της κ. Τζήκα για την πάντα δημιουργική και ανοιχτόμυαλη συνεργασία, όπως και τον Δήμο της Θεσσαλονίκης -ειδικά την αντιδήμαρχο κυρία Χρυσίδου – που δίνει πάντα το «παρών» και με τον οποίο βρισκόμαστε σε συζητήσεις μεγαλύτερής του εμπλοκής.

Ολοκληρώνοντας:

Η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου θέλουμε να είναι κομμάτι μιας συνολικής πολιτικής για τη διάδοση του ελληνικού βιβλίου στο εξωτερικό. Δεν έχει βέβαια φτιαχτεί ακόμα ο φορέας του βιβλίου που θα σχεδιάζει κεντρικά την πολιτική αυτή, τον περιμένουμε, πιστεύουμε ότι πλησιάζει η ώρα που θα δημιουργηθεί ξανά, από την άλλη όμως, έχουν αρχίσει να ομαλοποιούνται οι χρηματοδοτήσεις για τις εκθέσεις βιβλίου και μάλιστα σε μια προοπτική και ένα κάποιο βάθος χρόνου, μετά από μια πραγματικά μεγάλη περίοδο ξηρασίας. Χρηματοδοτήσεις προσαρμοσμένες, εννοείται, στις δυνατότητες της περιόδου που διανύουμε. Ευχαριστούμε την κ. Υπουργό για τη μεγάλη συμβολή της στο ζήτημα αυτό. Τα πράγματα πάνε καλύτερα φέτος για το βιβλίο, ο εκδοτικός κόσμος δεν έχει δει φυσικά καμιά μεγαλειώδη αλλαγή στα οικονομικά του αλλά ποντάρει σε μια ομαλοποίηση και αρχίζει ξανά να ρισκάρει. Νομίζω λοιπόν ότι είναι ένα σωστό χρονικό σημείο τώρα όλοι μαζί, ο εκδοτικός κόσμος, οι συγγραφείς και, βεβαίως, η Πολιτεία, να δώσουν την ώθηση προς το επόμενο στάδιο. Το ΕΙΠ και ειδικότερα η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης αισθάνονται έτοιμοι να ανταποκριθούν στο δικό τους κομμάτι καθηκόντων.

[ Συνέντευξη Τύπου, Αθήνα 25.4.18 ].