Η επιστήμη στον βωμό των συμβολισμών
Όσοι γεννηθήκαμε πριν το 1980 (και πολύ περισσότερο όσοι γεννήθηκαν πριν τη δικτατορία) στην Ελλάδα μεγαλώσαμε σε ένα περιβάλλον όπου η δημόσια, ημιδημόσια ή κάποιες φορές έστω και ιδιωτική εκδήλωση πολιτικών φρονημάτων μπορούσε να σου στοιχίσει ακριβά. Το να κρατάς την εφημερίδα με το λογότυπο προς τα έξω ήταν αρκετό για να σου κολλήσει η ταμπέλα — για να σε βάλει η γειτονιά στο άλφα ή το βήτα κουτάκι. Ευτυχώς από τότε προχωρήσαμε αρκετά ως πολιτική κουλτούρα.
Τα τελευταία 15 χρόνια έχω κατά καιρούς επικρίνει ευθέως, δριμεία και δημοσίως —μέσω άρθρων σε εφημερίδες— όλους ανεξαιρέτως τους πρωθυπουργούς (πλην του Παπαδήμου) και τους περισσότερους πολιτικούς αρχηγούς — πάντα με επιχειρηματολογία, για συγκεκριμένους λόγους και χωρίς ισοπέδωση. Πριν από περίπου 10 χρόνια άσκησα ξεκάθαρη κριτική στον (προηγούμενο) πρύτανη με email που είχε Cc όλο το staff του πανεπιστημίου, το οποίο θεωρητικά θα μπορούσε να έχει δυσκολέψει την εξέλιξή μου. Κατά καιρούς επίσης —και ειδικά από τότε που άρχισα να χρησιμοποιώ το Facebook συστηματικά— έχω γράψει δημοσίως, ευθέως και χωρίς περιστροφές την άποψή μου για (ενδεικτικά): την τρομοκρατία και τους αναρχικούς στην Ελλάδα, τις περιπτώσεις αποτυχημένης διαχείρισης δημόσιας πολιτικής στη Βρετανία (συμπεριλαμβανομένου, προσφάτως, του Brexit) και τα ελαττώματα της υπάρχουσας ηγεσίας σε όλα τα κόμματα, την απόφαση των κυβερνήσεων Bush και Blair να επέμβουν στο Ιράκ, την καμπάνια προπαγάνδας και επιρροής της ρωσικής κυβέρνησης στη Δύση, τα αμέτρητα προβλήματα και παθογένειες του Trump και των υποστηρικτών του, τις αποτυχίες διεθνών οργανισμών και πρωτοβουλιών, τη σκοτεινή πλευρά των κοινωνικών μέσων, και πολλά άλλα.
Σε σχέση με άλλους συναδέλφους ή σχολιαστές που παρεμβαίνουν στα δημόσια πράγματα, νομίζω ότι έχω λάβει σχετικά περιορισμένο όγκο αρνητικής αντίδρασης, αλλά εννοείται ότι απειλές κατά ζωής και σωματικής ακεραιότητας, προσβολές, λάσπη, ψεύδη κλπ. είναι όλα μέσα στο παιχνίδι (σε αυτές τις περιπτώσεις, και δεδομένης της ανυπαρξίας παρέμβασης από Αρχές και παρόχους περιεχομένου, το μόνο που σε σώζει είναι αφενός μεν το να τα έχεις καλά με τον εαυτό σου, αφετέρου δε το να σε ξέρουν αρκετά καλά αρκετοί άνθρωποι ώστε να είναι σε θέση να δημιουργούν ένα τείχος προστασίας της προσωπικότητάς σου).
Είναι, επίσης, σίγουρο ότι κάθε τέτοια παρέμβαση έχει κόστος γιατί δυσαρεστεί, δημιουργεί εχθρούς, κόβει γέφυρες, ακυρώνει πιθανές ευκαιρίες ανέλιξης και δικτύωσης. Ο πιο ασφαλής και εύκολος δρόμος είναι το να μη λες ποτέ τίποτα δυσάρεστο ή αμφιλεγόμενο. Το να είσαι αρεστός σε όλους. Ωστόσο, ποτέ μέχρι τώρα η ανησυχία για τις πιθανές επιπτώσεις ή αντιδράσεις δεν ήταν μεγαλύτερη από την ανάγκη μου να εκφράσω την άποψη και την οπτική μου. Δεν το θεωρώ μόνο κεκτημένο δικαίωμα, αλλά υποχρέωσή μου, αφενός μεν λόγω της επαγγελματικής μου θέσης, αφετέρου (και κυρίως) ως πολίτης που με τις πράξεις του έχει την ευθύνη να διατηρήσει την ελευθερία αυτή για τις επόμενες γενιές.
Όλος αυτός ο αυτοαναφορικός πρόλογος για να καταλήξω εδώ: τώρα, για πρώτη φορά στην καριέρα μου, ανησυχώ πραγματικά για τις επιπτώσεις έκφρασης ερωτημάτων και θέσεων· για τον περιορισμό θεμελιωδών ελευθεριών όλων μας· και για το σχεδόν απαγορευτικό κόστος της εκάστοτε παρέμβασης. Αυτό που βιώνουμε τώρα —ειδικά στις ΗΠΑ αλλά και αλλού— σε σχέση με τις ταυτότητες (έμφυλες, εθνοτικές και άλλες) και τον τρόπο εφαρμογής πολιτικών ισότητας και πολυπολιτισμικότητας (equality and diversity) είναι η σημαντικότερη και πιο επικίνδυνη επίθεση στην ελευθερία του λόγου, τον διαφωτισμό και την ανεξαρτησία και σημασία της επιστήμης εδώ και πολλές δεκαετίες.
Έχοντας ως καλοπροαίρετη αφετηρία την αντιμετώπιση χρόνιων και αδιαμφισβήτητων ανισοτήτων, διακρίσεων και αποκλεισμών, η ηγεμονική ιδεολογία που κυριαρχεί πλέον σε πανεπιστήμια, μεγάλες εταιρίες και πολλά ΜΜΕ επιβάλλει μία συγκεκριμένη ανάγνωση της πραγματικότητας, δείχνει μηδενική ανεκτικότητα σε διαφορετικές απόψεις ή απλές ερωτήσεις, στιγματίζει και καταστρέφει σαν οδοστρωτήρας την προσωπικότητα όσων (καλή τη πίστει) προσπαθούν απλώς να εμπλακούν σε διάλογο, και πλέον απορρίπτει ευθέως την ίδια την επιστήμη (π.χ., βιολογία, εξελικτική ψυχολογία κλπ.), αρνούμενη όχι μόνο την ύπαρξη φυσιολογικών διαφορών ανάμεσα στα δύο βιολογικά φύλα (πέραν των αναπαραγωγικών οργάνων) αλλά και την ίδια την ύπαρξη των δύο βιολογικών φύλων, συχνά ούτε καν ως σημεία αναφοράς ενός συνεχούς.
Ο σκεπτικισμός για τον πληθωρισμό ταυτοτήτων (ΛΟΑΤΚΙ κλπ., ο οποίος ανάγει θεμελιώδη γενετήσια χαρακτηριστικά όπως ο σεξουαλικός προσανατολισμός σε περιστασιακή μόδα του λαϊφστάιλ), ερωτήματα για το οξύμωρο της χρήσης του δίπολου άντρας/γυναίκα από αυτούς που αρνούνται την ύπαρξή του, παρατηρήσεις σχετικά με τις διαφωνίες και την αδυναμία συνεκτικής κωδικοποίησης εννοιών και καταστάσεων, και κριτική για αστεία μέτρα πολιτικής ορθότητας, όπως η απαγόρευση της προσφώνησης «κυρίες και κύριοι» στο μετρό του Λονδίνου (επειδή η χρήση του δίπολου «πληγώνει» όσους δεν έχουν ή δεν θέλουν να έχουν ξεκάθαρη αντίληψη για την προσωπική τους ταυτότητα φύλου), αντιμετωπίζονται αυτομάτως ως τρανσφοβία και ομοφοβία, ασχέτως τού εάν προέρχονται από ανθρώπους που έχουν αφιερώσει τη ζωή και την καριέρα τους στο να προωθούν την ισότητα και την εκπροσώπηση των μειονοτήτων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η απόλυση και το διαδικτυακό λιντσάρισμα του James Damore —(τέως, πλέον) υπαλλήλου της Google— ο οποίος έγραψε ένα αναλυτικό, αρκετά ισορροπημένο, στοιχειοθετημένο εσωτερικό σημείωμα σχετικά με τις βιολογικές διαφορές αντρικού και γυναικείου εγκεφάλου και το πώς αυτές μπορεί —συγκεντρωμένες σε συλλογικό, όχι ατομικό, επίπεδο εκατομμυρίων ανθρώπων— να εξηγούν διαφορές σε ορισμένες δεξιότητες και στον επαγγελματικό προσανατολισμό, σημειώνοντας πάντα ότι τέτοιες διαφορές δεν μπορούν ποτέ να δικαιολογούν αποκλεισμό ή διακρίσεις ομάδων ή ατόμων που διαθέτουν τα προσόντα. Ο Damore δεν αρνήθηκε την ύπαρξη απαράδεκτων πρακτικών αποκλεισμού και διάκρισης κατά των γυναικών — και μάλιστα προτείνει μία σειρά από μέτρα για να αντιμετωπιστούν. Ωστόσο, σημειώνει ότι κάποιες πολιτικές θετικής διάκρισης (positive discrimination, affirmative action) που έχουν στόχο την ενίσχυση και ποσοτική εκπροσώπηση γυναικών και μειονοτήτων αφενός μεν πολλές φορές ενέχουν εσωτερικές αντιφάσεις, αφετέρου δε μπορεί να οδηγήσουν σε μη επιθυμητά αποτελέσματα.
Με την ουσία των επιχειρημάτων του Damore (την οποία υπερασπίζονται κορυφαίοι επιστήμονες) μπορεί να συμφωνεί ή να διαφωνεί κανείς. Αυτό όμως που έχει ενδιαφέρον είναι η ακαριαία και ισοπεδωτική αντίδραση ενός όχλου υποτίθεται σκεπτόμενων, φιλελεύθερων, προοδευτικών, αριστερών ανθρώπων — μία διαδικτυακή «σταύρωση» που έσπρωξε την Google στην άμεση απόλυσή του. Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι ότι το βασικό επιχείρημα του Damore ήταν η ύπαρξη «ιδεολογικής μονοκουλτούρας» μέσα στην εταιρία, με κίνδυνο απομάκρυνσης από βασικές αρχές του ορθολογισμού, της πραγματικότητας και της επιβίωσης σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Στον ακαδημαϊκό χώρο αρχίζουν να εμφανίζονται με σχετική ταχύτητα αντίστοιχα παραδείγματα — με πιο ακραίο την ανατριχιαστική εκστρατεία διαπόμπευσης και απομάκρυνσης του καταξιωμένου ζεύγους καθηγητών του Yale, Νικόλα και Έρικας Χριστάκη, από έναν εξοργισμένο όχλο (προνομιούχων) φοιτητών. Όταν οι αρχές του Yale συνέστησαν στους φοιτητές να αποφύγουν μεταμφίεση (για το Halloween) η οποία θα βασίζεται σε «πολιτισμική άγνοια ή επιλογή που δεν δείχνει ευαισθησία» (εννοώντας προφανώς στολές όπως π.χ. των Ινδιάνων), το «παράπτωμα» της κ. Χριστάκη ήταν ότι, αναγνωρίζοντας τα προβλήματα πολιτισμικών αναπαραστάσεων και την ανάγκη να αποφευχθεί ο ηθικός τραυματισμός ή η προσβολή φοιτητών, σημείωσε ότι το πανεπιστήμιο θα έπρεπε να εμπιστεύεται περισσότερο τους νέους και να τους δίνει τον χώρο και τον χρόνο να αναπτύξουν μόνοι τους αυτές τις ευαισθησίες, αντί να τους τις επιβάλλει. Αυτή ήταν η πράξη που οδήγησε πλήθη εξοργισμένων νέων να διοργανώσουν διαμαρτυρίες και εκστρατεία απόλυσης του ζεύγους Χριστάκη, το οποίο συνέχιζε να υπερασπίζεται τους φοιτητές ακόμη και όταν εκείνοι οι ίδιοι τους προπηλάκιζαν και τους προσέβαλλαν με απαράδεκτη λεκτική βία.
Ο τραμπουκισμός και ο παραλογισμός (που πλήττουν ίσως ανεπανόρθωτα την αξία της πολιτικής ορθότητας ως αρχής σεβασμού του Άλλου) δεν εξαντλούνται σε περιπτώσεις προβεβλημένων παρεμβάσεων — όπως του Damore ή του ζεύγους Χριστάκη· δεν εξαντλούνται καν εναντίον της προσωπικότητας όσων, ακόμα και με την καλύτερη θέληση, ακόμα και έχοντας ως ιδεολογικό σημείο εκκίνησης το μετριοπαθές κέντρο, εμπλέκονται σε διάλογο με επιχειρήματα, θέτουν ερωτήματα, επισημαίνουν επιστημονικές μελέτες, ή θέλουν να ακούσουν· ο τραμπουκισμός αυτός επεκτείνεται σε όσους δεν καταδικάζουν φωναχτά και αυτομάτως οποιονδήποτε αμφισβητεί την ηγεμονική ιδεολογία του κοινωνικού κονστρακτιβισμού, του πολιτισμικού σχετικισμού και της αναθεώρησης ιστορικών και λογοτεχνικών κειμένων με σκοπό την αφαίρεση προσβλητικών φράσεων. Στην εποχή της ακραίας πόλωσης ανάμεσα στον παραλογισμό των ψευδών ειδήσεων της «εναλλακτικής δεξιάς» και της ολοκληρωτικής, αντιεπιστημονικής πολιτικής ορθότητας των «φιλελεύθερων και προοδευτικών», δεν φαίνεται να υπάρχει ενδιάμεσος χώρος. Είσαι μαζί μας ή εναντίον μας.
Ο David Brooks στο σημερινό εξαιρετικό του άρθρο στους New York Times σημειώνει:
Αντιμετωπίζουμε μία έγκυρη διάσταση. Ο Damore περιγράφει μία αλήθεια σε ένα επίπεδο· οι σκεπτόμενοι κριτικοί του περιγράφουν μία διαφορετική αλήθεια, που υπάρχει σε ένα άλλο επίπεδο. Εκείνος προτάσσει την επιστημονική έρευνα· εκείνοι προτάσσουν την ισότητα των φύλων. Χρειάζεται λεπτότητα για να εναρμονιστούν αυτές οι πτυχές, αλλά αυτό μπορεί να γίνει.
Αυτό που υπονοεί ο Brooks είναι εξαιρετικά κρίσιμο — και αναγνωρίζω τα χνάρια του σε πολλές συζητήσεις και διαδικτυακές αψιμαχίες με φίλους και «φίλους»: όσοι με πάθος υπερασπίζονται μία ακραία εφαρμογή πολιτικών ισότητας, διαφορετικότητας και προώθησης των μειονοτήτων χρησιμοποιούν επιχειρήματα και παραδείγματα που έχουν τη βάση τους σε προσωπικά βιώματα (στον «πόνο» τους ή των άλλων τριγύρω τους, στη δική τους υποκειμενική πραγματικότητα), σε μαρτυρίες, σε περιπτωσιολογικές μελέτες, στην ποιοτική μικροκλίμακα του ατόμου· αντιστοίχως όσοι —όπως ο Damore— ανησυχούν για τη βιωσιμότητα του συστήματος ή την εγκυρότητα των φαινομένων τείνουν να επικεντρώνονται στην επιστημονική έρευνα, σε τάσεις που είναι ορατές μόνο σε μεγάλες ομάδες πληθυσμού, στην ποσοτική μακροκλίμακα του συνόλου.
Οι δύο αυτές οπτικές συχνά συγκρούονται, αλλά μία κατάσταση ισορροπίας (equilibrium) που σέβεται τόσο τον ορθολογισμό των επιστημονικών δεδομένων, όσο και το κοινωνικό αίτημα για ισότητα και σεβασμό της διαφορετικότητας δεν είναι αδύνατη (για την ακρίβεια, μάλλον είναι μονόδρομος). Ωστόσο καμία κατάσταση ισορροπίας δεν θα επέλθει χωρίς τη στοιχειώδη αποδοχή του δικαιώματος ύπαρξης της άλλης άποψης και χωρίς συστηματική τριβή επί των επιχειρημάτων, και όχι επί των προσωπικοτήτων των φορέων τους.
[ Φωτ.: Η έδρα της Google στο Mountain View, στον κόλπο του Σαν Φρανσίσκο].