Η λέσχη των 34 Νόμπελ
Έχουν άραγε τα κτίρια ψυχή; Έχουν μνήμη; Εκπέμπουν σήματα στους επισκέπτες τους — αυτό που ο Νίκος Βατόπουλος ονομάζει την υγρασία που αφήνουν όσοι πέρασαν από έναν τόπο;
Την περασμένη εβδομάδα βρέθηκα στο Βερολίνο. Με μία επιχορήγηση από το Independent Social Research Foundation (ISRF), διοργάνωσα ένα εξαήμερο συνέδριο (residency, δηλαδή εντατικό ερευνητικό εργαστήριο) με θέμα τις ψυχολογικές ρίζες της βίας με βάση τη θεωρία και πεντηκονταετή πρακτική του κορυφαίου ψυχιάτρου Τζέιμς Γκίλιγκαν (περισσότερα, όμως, επ’ αυτού άλλη φορά). Τα συνέδρια και οι υπότροφοι του ISRF στεγάζονται στο Χάρνακ Χάους (Harnack-Haus ή Harnack House) που είναι το συνεδριακό κέντρο της Εταιρίας Μαξ Πλανκ για την Προαγωγή της Επιστήμης – του παγκοσμίως κορυφαίου μη κερδοσκοπικού ερευνητικού οργανισμού. Το Χάρνακ Χάους βρίσκεται στη συνοικία Ντάλεμ, ένα καταπράσινο προάστιο του Βερολίνου, γνωστό και ως Οξφόρδη της Γερμανίας επειδή εκεί έχει τη βάση του τόσο το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, όσο και πολλά από τα ερευνητικά ινστιτούτα του Μαξ Πλανκ. Όταν την Κυριακή 4 Αυγούστου πέρασα τις πόρτες του Χάρνακ Χάους, γνωρίζοντας μόνο τα πολύ βασικά για την περιοχή, ένιωσα αυτή την ακαθόριστη, αφηρημένη σχεδόν, αίσθηση ότι ήμουν σε ένα κτίριο που κουβαλούσε βαριά ιστορία. Τα ονόματα των σαλονιών και των αμφιθεάτρων (Πλανκ, Αϊνστάιν, Χαν) και οι φωτογραφίες με τους 34 νομπελίστες που επισκέφτηκαν, μίλησαν, εργάστηκαν και φιλοξενήθηκαν στο κτίριο αυτό από το 1929 μέχρι το 1945 με προϊδέασαν για τη βαρύτητα του χώρου. Η αλήθεια όμως είναι ότι, με την ένταση της δουλειάς και του προγράμματος που διήρκησε από την πρώτη μέχρι την τελευταία στιγμή που βρέθηκα εκεί, δεν πρόλαβα να το ψάξω περισσότερο. Το τελευταίο βράδυ το μάτι μου έπεσε σε ένα μικρό βιβλίο που ήταν διαθέσιμο στα γερμανικά και στα αγγλικά στο γραφείο υποδοχής και το οποίο αγόρασα με σκοπό κάποια στιγμή να μάθω δυο πράγματα για τον χώρο. Τα όσα είχαν διαδραματιστεί στους διαδρόμους και τα δωμάτια αυτά τα τελευταία 90 χρόνια δεν μπορούσα να τα είχα φανταστεί και τα έμαθα αφότου είχα ήδη φύγει.
Η Εταιρία Μαξ Πλανκ είναι ο διάδοχος οργανισμός της Εταιρίας Κάιζερ Γουλιέλμου για την Προώθηση της Επιστήμης (KWG) που ιδρύθηκε το 1911, αναπτύχτηκε μέσα από πολλά ινστιτούτα στην περιοχή του Ντάλεμ, και ουσιαστικά αποτέλεσε τον παγκόσμιο πυρήνα της επιστημονικής σκέψης του πρώτου μισού τού 20ού αιώνα. Οι επιστήμονες του KWG κέρδισαν 15 βραβεία Νόμπελ μέσα σε 30 χρόνια, συμπεριλαμβανομένου και του Νόμπελ Φυσικής του Αϊνστάιν το 1921. Το Χάρνακ Χάους εγκαινιάστηκε το 1929 ως ο πυρήνας του KWG (παίρνοντας και το όνομα του πρώτου προέδρου του KWG, του σημαντικού θεολόγου Αδόλφου φον Χάρνακ) αλλά και ως χώρος συνύπαρξης επιστημόνων με σκοπό την προώθηση της διεθνούς κατανόησης και ειρήνης. Ταυτόχρονα, το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών άρχισε να χρησιμοποιεί το κτίριο σαν ξενώνα διπλωματών και επιφανών καλεσμένων. Το Χάρνακ Χάους σύντομα μετατράπηκε σε ένα από τα σημαντικότερα στέκια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, με τον Μαξ Πλανκ να παίζει ηγετικό ρόλο στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος επιστημονικής άνθησης και ανοιχτού διαλόγου. Στη λέσχη του άρχισαν να συχνάζουν πολιτικοί ηγέτες, βιομήχανοι, καλλιτέχνες και φυσικά επιστήμονες και νομπελίστες, όπως ο Αϊνστάιν ο οποίος έδωσε εκεί και μια σειρά από ιστορικές διαλέξεις εκεί.
Η φωτεινή αυτή εκκίνηση της ζωής του Χάρνακ Χάους δεν κράτησε πολύ. Στις 24 Ιανουαρίου 1933, ένα «μικρό δείπνο» έλαβε χώρα στη λέσχη του Ντάλεμ. Σε αυτό παραβρέθηκαν ο καγκελάριος της Γερμανίας Κουρτ φον Σλάιχερ, υπουργοί και γραμματείς της κυβέρνησης, αξιωματούχοι του στρατού, όπως και μέλη τόσο της σοσιαλδημοκρατικής αντιπολίτευσης, όσο και του κόμματος των Ναζί, αλλά και ο γιος του Μαξ Πλανκ που τότε κατείχε σημαντική θέση στον κυβερνητικό μηχανισμό. Το δείπνο αυτό εικάζεται ότι ήταν μια απέλπιδα προσπάθεια του Μαξ Πλανκ για να αντιμετωπιστεί η κυβερνητική κρίση που ήταν απόρροια της εκλογικής επιτυχίας των Ναζί το 1932. Η προσπάθεια απέτυχε. Τέσσερις ημέρες μετά, στις 28 Ιανουαρίου, ο φον Σλάιχερ εξαναγκάζεται σε παραίτηση από τον Πρόεδρο Χίντεμπουργκ, ο οποίος δίνει την εντολή στον Αδόλφο Χίτλερ. Μετά από ενάμιση χρόνο, στις 30 Ιουνίου 1934, τη Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών, ο Σλάιχερ και η γυναίκα του εκτελούνται από απόσπασμα των SS. Με την άνοδο των Ναζί στην εξουσία, πολλοί επιστήμονες και εργαζόμενοι στο KWG απολύονται, εκδιώκονται, διαφεύγουν στο εξωτερικό ή στέλνονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης όπου και θανατώνονται.
Από το 1933 μέχρι το 1945, το Χάρνακ Χάους μετατρέπεται σε κομβικό τόπο συνάντησης και κέντρο αποφάσεων της γερμανικής ελίτ – ένα κέντρο διερχομένων, ανθρώπων του καθεστώτος, αστέρων του κινηματογράφου (αφού, μεταξύ άλλων, το κτίριο έγινε και η έδρα του κινηματογραφικού αρχείου του Τρίτου Ράιχ), καλλιτεχνών, επιστημόνων, ξένων διπλωματών και ευγενών όπως ο Κάρολος Εδουάρδος, Δούκας της Σαξονίας-Κόμπουργκ και Γκότα. Ο Χίτλερ το επισκέφτηκε επανειλημμένως και μάλιστα είπε ότι εκεί ένιωθε «σαν στο σπίτι του». (Εκ των υστέρων διαπίστωσα ότι ο Χίτλερ συναναστρεφόταν αστέρες του κινηματογράφου σε μια ημιυπόγεια αίθουσα ελάχιστα μέτρα μακριά από αυτήν στην οποία δούλευε η ερευνητική μου ομάδα). Ο διευθυντής του Ινστιτούτου Ανθρωπολογίας, Κληρονομικότητας και Ευγονικής του KWG, Ευγένιος Φίσερ, έπαιξε ρόλο-κλειδί στη φρίκη που ακολούθησε. Ο Χίτλερ διάβασε τα βιβλία του Φίσερ όσο ήταν στη φυλακή το 1923 και με βάση αυτά ανέπτυξε τη θεωρία για την Αρία Φυλή στο βιβλίο «Ο Αγών μου»· στις θεωρίες του Φίσερ βασίστηκαν οι Νόμοι της Νυρεμβέργης το 1935 με τους οποίους η ρατσιστική επίθεση των Ναζί εναντίον των Εβραίων, των Ρομά και των Μαύρων έγιναν επίσημη κρατική πολιτική. Ο ίδιος ο Φίσερ συνέταξε τον νόμο για την «πρόληψη της αναπαραγωγής κληρονομικών ασθενειών», με βάση τον οποίο εφαρμόστηκε η υποχρεωτική στείρωση τυφλών και κωφών, αλκοολικών και όσων έπασχαν από ψυχικές ασθένειες ή αναπηρίες.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ο Μαξ Πλανκ προσπάθησε να χρησιμοποιήσει το Χάρνακ Χάους και τη θέση του ως προέδρου του KWG (1930-37) για να προστατεύσει τους επιστήμονες που αντιμετώπιζαν διώξεις, να επιχειρηματολογήσει υπέρ της ειρήνης και της διεθνούς κατανόησης και να προειδοποιήσει για τις συνέπειες των μεγάλων επιστημονικών ανακαλύψεων που πραγματοποιούνταν εκεί. Το 1938 ο Ότο Χαν (μετέπειτα πρώτος Πρόεδρος της Εταιρίας Μαξ Πλανκ που αντικατέστησε το KWG) ανακάλυψε, μαζί με τη Λίζε Μάιτνερ, την πυρηνική σχάση στο γειτονικό Ινστιτούτο Χημείας, ενώ από το 1929 μέχρι το 1945 επισκεπτόταν συχνά και εργαζόταν στο Χάρνακ Χάους. Το 1941, ο Μαξ Πλανκ μετέτρεψε μια διάλεξή του στο Χάρνακ σε δημόσια προειδοποίηση για τις συνέπειες που θα είχαν οι απόπειρες διάσπασης του ατόμου για την ανθρωπότητα· κι αυτό παρά το γεγονός ότι το πυρηνικό πρόγραμμα της Γερμανίας ήταν στρατηγική πολιτική επιλογή της κυβέρνησης, υπό την καθοδήγηση του διάσημου φυσικού Βέρνερ Χάιζενμπεργκ μέσα στο KWG. Στις 12 Ιουλίου 1944, μία ετερόκλητη ομάδα καλεσμένων του Χάιζενμπεργκ μαζεύτηκαν στο Χάρνακ Χάους για συζήτηση. Αυτό που ο Χάιζενμπεργκ δεν γνώριζε είναι ότι εκείνο το βράδυ δύο από τους συνδαιτυμόνες, ο διπλωμάτης Ούλριχ φον Χάσελ και ο αρχιστράτηγος Λούντβιχ Μπεκ, έκαναν τις τελικές προετοιμασίες για την απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ. Τα αρχεία αποκαλύπτουν ότι το ίδιο βράδυ στο Χάρνακ Χάους διανυκτέρευσαν δύο ακόμα συνωμότες: ο Άλμπρεχτ Μερτζ φον Κιρνχάιμ (στενός συνεργάτης του Κλάους φον Στάουφενμπεργκ) και η σύζυγός του. Η απόπειρα πραγματοποιήθηκε στις 20 Ιουλίου και απέτυχε. Όλοι οι συνωμότες –που περιλάμβαναν τόσο τον γιο του Μαξ Πλανκ, Έρβιν, όσο και τον γιο του Αδόλφου φον Χάρνακ, Έρνστ– εκτελέστηκαν.
Τον Ιούλιο του 1945, ο Αμερικανικός Στρατός επιτάσσει το Χάρνακ Χάους. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, το κτίριο μετατρέπεται σε λέσχη του αμερικανικού στρατού —την οποία επισκέπτονται οι πάντες, από τον Πρόεδρο Τρούμαν και τον Στρατηγό Αϊζενχάουερ μέχρι αστέρες του Χόλυγουντ— αλλά ταυτόχρονα και σε σημαντικό τόπο αμερικανογερμανικής συμφιλίωσης. Στο Χάρνακ Χάους πραγματοποιήθηκαν μυστικές διαπραγματεύσεις και σημαντικές συναντήσεις, όπως η δεξίωση κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης των Μεγάλων Τεσσάρων, δηλαδή των υπουργών Εξωτερικών των τεσσάρων Μεγάλων Δυνάμεων το 1954. Το 1959 ο Ότο Χαν ήταν από τους πρώτους Γερμανούς που επισκέφτηκαν το Ισραήλ, υποστηρίζοντας την προσπάθεια προσέγγισης της Γερμανίας και του Ισραήλ μετά το Ολοκαύτωμα. Το μεγάλο αμφιθέατρο του κτιρίου –αυτό στο οποίο κάποτε έδινε διαλέξεις ο Αϊνστάιν και μετά μετατράπηκε σε μπαρ για τους Αμερικανούς φαντάρους πριν ξαναβρεί την αρχική μορφή του– φέρει σήμερα το όνομα του.
Το Χάρνακ Χάους βίωσε και τις κοινωνικοπολιτικές αλλαγές των δεκαετιών του 1960 και 1970. Μετά τις φοιτητικές κινητοποιήσεις του 1968, το κτίριο δέχτηκε επιθέσεις με μπογιά, ενώ ακροαριστερές τρομοκρατικές οργανώσεις επιχείρησαν και (αποτυχημένες) βομβιστικές επιθέσεις.
Ο αμερικανικός στρατός επιστρέφει το Χάρνακ Χάους στην Εταιρία Μαξ Πλανκ μόλις το 1994, κατά την αποχώρησή του από τη Γερμανία. Η οικοσκευή, ο διάκοσμος και όσα αντικείμενα της βίλας είχαν επιβιώσει από τον 20ό αιώνα κατέληξαν στις υπαίθριες λαϊκές αγορές της κεντρικής Ευρώπης. Μετά από εκτενή ανακαίνιση από το 1994 μέχρι το 2000 και μετά πάλι από το 2012 μέχρι το 2014, το Χάρνακ Χάους μετατρέπεται σε σύγχρονο συνεδριακό κέντρο και τόπο συνάντησης και συνεννόησης επιστημόνων απ’ όλο τον κόσμο.
Βιβλιογραφία: Ένα μέρος των πληροφοριών αυτού του κειμένου βασίζεται στο βιβλίο που εξέδωσε πρόσφατα η Εταιρία Μαξ Πλανκ για την ιστορία του Χάρνακ Χάους· είναι διαθέσιμο στα αγγλικά μέσω του Amazon (κάποιες από τις πληροφορίες του βιβλίου είναι διαθέσιμες και στον ιστότοπο του Χάρνακ Χάους). Η Susanne Kiewitz που επιμελήθηκε την έκδοση έκανε μια πραγματικά ενδελεχή έρευνα σε μεγάλο εύρος αρχείων, όσο και στη (γερμανική κυρίως) βιβλιογραφία. Το βιβλίο αποτελεί μια συναρπαστική αφήγηση για την «εμπλοκή» επιστήμης και πολιτικής τις δεκαετίες του ’30 και του ’40 και για την ιστορία ενός ολόκληρου campus που ουσιαστικά καθόρισε την πορεία του 20ού αιώνα. Ως προς αυτή την εμπλοκή επιστήμης και πολιτικής, προτείνουμε επίσης το βιβλίο που επιμελήθηκαν οι Susanne Heim, Carola Sachse και Mark Walker με τίτλο Η Εταιρία Κάιζερ Γουλιέλμου υπό τον Εθνικό Σοσιαλισμό (2009, Cambridge University Press), σημαντικό τεκμήριο του πώς η επιστημονική έρευνα μπορεί να εργαλειοποιηθεί από πολιτικές ιδεολογίες και καθεστώτα.