Η τελευταία θέση του ανθρώπου
Μικρές προτάσεις για συχνές ανάσες. Μονολεκτικές, πολλές φορές. Το ξέρει η Κωνσταντία Σωτηρίου πως δεν αρκεί ο αέρας στα πνευμόνια μας για μεγαλύτερες φράσεις. Μας πνίγουν οι αφηγήσεις των γυναικών της, μας πλακώνουν το στήθος μ’ ένα βάρος ασήκωτο, κι όμως δεν μπορούμε να σταματήσουμε να αφουγκραζόμαστε το μοιρολόι τους. Ένα ιδιότυπο μοιρολόι, που ταιριάζει μόνο στην ώρα που ξεκινά το μεγάλο, τελευταίο ταξίδι. Την ώρα που όλα πρέπει να ειπωθούν. Όλα όσα κρύβαμε, όσα καμωνόμασταν πως δεν ξέραμε για χρόνια ολόκληρα. Όλα όσα δεν μας άφηναν να «πνάσουμε»· ούτε εμάς, μα κυρίως ούτε τους νεκρούς μας. Εκείνους που χάθηκαν για ένα επίμονο, πολύχρονο διμούτσουνο καπρίτσιο. Εκείνους που παρέμειναν και παραμένουν διψασμένοι.
Όλη η ιστορία της Κύπρου στις σελίδες του βιβλίου της, γραμμένη με σταγόνες από δάκρυ και αίμα. Λέξεις παντρεμένες μεταξύ τους προσεκτικά, πότε στα ελληνικά, αλλού στα κυπριακά, κάπου στα τουρκικά. Λόγια το ίδιο πικρά. Ο πόνος έχει τον δικό του κώδικα. Έχει μια δική του, ολόδική του γλώσσα.
Σ’ ένα μακρύ βράδυ διαδραματίζεται η ιστορία της «Πικρίας χώρας». Μια ομάδα γυναικών κάθεται γύρω από το κρεβάτι όπου ξαπλώνει η Σπασούλα, συντροφεύοντάς τη στις τελευταίες της ώρες. Κι η κάθε μια τους, θυμάται. Κι έχει να πει τα ανείπωτα.
Κάθε λέξη κι ένα χαστούκι· το ένα ακολουθεί το άλλο. Κραυγάζουν οι λέξεις, φωνάζουν, μας κατηγορούν με τσουχτερές επαναλήψεις. Όλους εμάς. Ναι, όλους μας. Γιατί τώρα δεν μπορούμε, δεν είναι δυνατόν πια να το κρύβουμε. Τώρα οφείλουμε πια να το πούμε: Δεν υπάρχουν αθώοι.
Αν μπορεί ποτέ ένας θάνατος να φέρνει ανάταση, τότε σίγουρα ένας τέτοιος είναι κι αυτός της Σπασούλας. Γιατί, τελειώνοντας το βιβλίο της Κωνσταντίας Σωτηρίου, το τρίτο μιας τριλογίας όπου τον λόγο έχουν αποκλειστικά οι γυναίκες, κάπου βαθιά μέσα σου νιώθεις να αποδίδεται κάποιου είδους δικαιοσύνη. Κι ας το ξέρουμε καλά πως τίποτα δεν έχει τελειώσει με αυτή την ιστορία, την ιστορία της πικρίας χώρας Κύπρος. Κι ας μας προειδοποιεί και η ίδια η συγγραφέας γι’ αυτό.
Οι γυναίκες της «Πικρίας χώρας» και της Κωνσταντίας Σωτηρίου καταφέρνουν να αποδώσουν κάποιας μορφής δικαιοσύνη. Δεν ξέρω τι είδους, και μην αρχίζετε, πολιτικολάγνοι, να πολεμάτε αυτό που λέω. Με όσα συνέβησαν και συμβαίνουν σ’ αυτό το νησί, δεν παραμένει κανένας αθώος.
Την αλήθεια σε κάθε τραγωδία τη μαθαίνουμε πάντα από τον χορό. Ένας χορός και οι γυναίκες της Σωτηρίου στην «Πικρία χώρα» που αποφασίζουν να μιλήσουν. Κι ένας θάνατος· ή μάλλον… πολλοί. Πολύ περισσότεροι από όσους μπορεί να αντέξουν τα χώματα της πικρίας χώρας. Ο θάνατος· που, είτε το θέλουμε είτε όχι, δίνει πάντα στον άνθρωπο την τελευταία θέση.
Δεν θα ξεχωρίσω κανένα απόσπασμα από το βιβλίο. Γιατί ολόκληρη η νουβέλα είναι ένα συνεχόμενο κρεσέντο. Μόνο κάτι μικρό θέλω να υπογραμμίσω που εντόπισα σε κάποιες εκφράσεις· κάτι που αναγνώρισα, σαν Κύπρια που είμαι, και γλυκάθηκα στην ανάγνωσή του. Την αναφορά της λέξης «τώρα» στο τέλος κάποιας πρότασης, που, στη θέση αυτή, κάνει την πρόταση επεξηγηματική.
Ένα τμήμα από το βιβλίο αυτό, παρουσιασμένο σαν αυτοτελές διήγημα, έχει πρόσφατα βραβευτεί στον Παγκόσμιο Διαγωνισμό Διηγήματος της Κοινοπολιτείας. Εύχομαι παρόμοια τύχη να έχει το σύνολο του βιβλίου, γιατί, κατά την άποψή μου, πρόκειται για ένα μεγάλο ποίημα.
Η Κωνσταντία Σωτηρίου γεννήθηκε στην Κύπρο το 1975. Είναι απόφοιτος του τμήματος Τουρκικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Κύπρου και κάτοχος μεταπτυχιακού στην Ιστορία της Μέσης Ανατολής. Τα προηγούμενα δύο βιβλία της τριλογίας είχαν μεγάλη αναγνώριση τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα. Η «Πικρία χώρα» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.