ΗΠΑ: Η Δεύτερη Τροποποίηση

P
Χρήστος Γραμματίδης

ΗΠΑ: Η Δεύτερη Τροποποίηση

Προβλέπει το αμερικανικό Σύνταγμα το δικαίωμα στην ατομική οπλοκατοχή; Ή μήπως προβλέπει το δικαίωμα των πολιτειών να έχουν πολιτοφυλακές; Ή το δικαίωμα του ίδιου του λαού να οργανώνεται συλλογικά σε πολιτοφυλακές; Μια ιστορική επισκόπηση μπορεί να βοηθήσει να διευκρινιστεί (αλλά όχι βέβαια να κλείσει) η σχετική συζήτηση, ιδωμένη στο πλαίσιο του «ρεπουμπλικανικού» ιδανικού (το οποίο δεν έχει σχέση με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα αλλά με τη μορφή της διακυβέρνησης — republican form of government).

Ας αρχίσουμε με το ίδιο το κείμενο της Δεύτερης Τροποποίησης:

«A well regulated Militia, being necessary to the security of a free State, the right of the people to keep and bear Arms, shall not be infringed» [Μιας καλά οργανωμένης πολιτοφυλακής, ούσης απαραίτητης για την ασφάλεια μιας ελεύθερης Πολιτείας, το δικαίωμα του λαού να κρατά και να φέρει όπλα δεν θα παραβιάζεται].

Αυτή η απλή φράση μπερδεύει τους πιο πολλούς σύγχρονους αναγνώστες. Πώς συνδυάζονται ουσιαστικά μεταξύ τους οι δύο κύριες ρήτρες της, που έχουν διαφορετικό υποκείμενο η καθεμία; Άραγε αυτές οι λέξεις εγγυώνται ένα δικαίωμα των Πολιτειών (όπως φαίνεται από την πρώτη πρόταση) ή ένα δικαίωμα του λαού (όπως λέει η δεύτερη πρόταση); Από τη μία μεριά, όσοι είναι υπέρ του ελέγχου της οπλοκατοχής υιοθετούν μια στενή ανάγνωση, επιμένοντας ότι η Τροποποίηση παρέχει απλώς το δικαίωμα στις πολιτειακές κυβερνήσεις να δημιουργήσουν επαγγελματικές πολιτοφυλακές, όπως η σύγχρονη Εθνική Φρουρά (National Guard). Κατ’ αυτή την άποψη, ουδείς μεμονωμένος πολίτης καλύπτεται από την Τροποποίηση. Στον αντίποδα, όσοι είναι υπέρ των όπλων διαβάζουν την Τροποποίηση με ευρύ τρόπο, υποστηρίζοντας ότι προστατεύει το δικαίωμα κάθε προσώπου να έχει όπλα: για την αυτοπροστασία, για το κυνήγι, για τον αθλητισμό. Καμία από τις δύο σύγχρονες αναγνώσεις, ούτε αυτή του «πολιτειακού δικαιώματος» ούτε αυτή του «ατομικού δικαιώματος», δεν συντονίζεται απόλυτα με το κείμενο όπως γράφτηκε και γινόταν κατανοητό τον 18ο αιώνα.

Η ανάγνωση του «πολιτειακού δικαιώματος» παραβλέπει το γεγονός ότι η πραγματική εντολή της Τροποποίησης βρίσκεται στη δεύτερη πρόταση (στο «δεν θα παραβιάζεται»), το υποκείμενο της οποίας είναι ο «λαός» και όχι «οι Πολιτείες». Η αντιδιαστολή των λέξεων «Πολιτείες» (states) και «λαός» (people) σε όλο το κείμενο του Συντάγματος καθιστά σαφές ότι αυτές οι δύο λέξεις δεν ταυτίζονται και ότι οι συντάκτες του κειμένου εννοούσαν «Πολιτείες» όταν έλεγαν «Πολιτείες» και «λαός» όταν έλεγαν «λαός». Επίσης, στον 18ο αιώνα η λέξη «πολιτοφυλακή» (militia), στην οποία αναφέρεται η πρώτη φράση, ουδεμία σχέση είχε με αυτό που σήμερα νοείται ως Εθνική Φρουρά, ήτοι ένα περιορισμένο σώμα έμμισθων, ημιεπαγγελματιών εθελοντών. Για τους ιδρυτές των ΗΠΑ, η γενική πολιτοφυλακή περιλάμβανε το μεγαλύτερο μέρος των ενήλικων ελεύθερων ανδρών (περίπου όπως και η σύγχρονη ελβετική πολιτοφυλακή).

Αλλά και η ανάγνωση του «ατομικού δικαιώματος» βρίσκει προσκόμματα στο κείμενο. Η Τροποποίηση μιλά για ένα δικαίωμα του «λαού» συλλογικά, όχι για ένα δικαίωμα των «ατόμων» μεμονωμένα. Επίσης, χρησιμοποιεί μια ιδιότυπη στρατιωτική φράση: «να φέρει όπλα» (bear arms). Παρόλο που ένας κυνηγός ή ένας σκοποβόλος συνήθως κρατούν όπλο, εντούτοις δεν «φέρουν όπλα» με τη στενή έννοια του όρου. Στην απόφαση Aymette v. State (1840), το Ανώτατο Δικαστήριο του Τενεσί έκρινε ότι η φράση «φέρω όπλα» είχε «στρατιωτική έννοια και μόνο. Ένας άνδρας που κυνηγά ελάφια, άλκες και βουβάλια, θα μπορούσε να κουβαλάει το όπλο του κάθε μέρα εδώ και σαράντα χρόνια, κι όμως δεν θα μπορούσε ποτέ να ειπωθεί για αυτόν ότι φέρει όπλα» («Α military sense, and no other. […] A man in the pursuit of deer, elk and buffaloes, might carry his rifle every day, for forty years, and, yet, it would never be said of him, that he had borne arms»). Χωρίς να μπορεί να υποστηριχθεί ότι κανείς ποτέ δεν χρησιμοποίησε τη φράση «φέρουν όπλα» έξω από το στρατιωτικό πλαίσιο, είναι εντούτοις αλήθεια ότι αυτές οι χρήσεις ήταν εξόχως σπάνιες στη δικαστική και νομική βιβλιογραφία. Τέτοιες εξωνομικές χρήσεις της φράσης είναι γλωσσικές εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα και δείχνουν την ελαστικότητα και τη μεταφορική φύση της γλώσσας εν γένει.

Η Δεύτερη Τροποποίηση μπερδεύει τους σύγχρονους αναγνώστες ακριβώς επειδή επιμένουν να παρερμηνεύουν τις λέξεις «πολιτοφυλακή» και «λαός», δίνοντας τους ορισμούς του 20ού και του 21ου αιώνα, ενώ οι όροι εμφανίζονται σε ένα κείμενο του 18ου αιώνα. Το 1789, τα δύο αυτά ουσιαστικά ήταν ελαφρώς διαφορετικοί τρόποι για να πει κανείς περίπου το ίδιο πράγμα. Γενικά (και σχηματικά), για τον Μάντισον και τον Τζέφερσον η πολιτοφυλακή ήταν ο λαός και ο λαός ήταν η πολιτοφυλακή. Ένα πρώιμο σχέδιο της Τροποποίησης συνάρμοζε τους δύο όρους χρησιμοποιώντας τη φράση «μια καλά οργανωμένη πολιτοφυλακή, που αποτελείται από το σώμα του λαού» («a well regulated militia, composed of the body of the people»). Αυτή η ολίγον άκομψη φράση αργότερα αφαιρέθηκε, αλλά η ίδια η γραμματική δομή της τελικής Τροποποίησης στο σύνολό της φαίνεται να ταυτίζει την «πολιτοφυλακή» της πρώτης πρότασης με τον «λαό» της δεύτερης. Στο πλαίσιο του ρεπουμπλικανικού ιδανικού που ενσάρκωνε η Τροποποίηση (και το όλο Σύνταγμα), όσοι ψηφίζουν πρέπει να υπηρετούν στον στρατό και εκείνοι που υπηρετούν στον στρατό πρέπει και να μπορούν να ψηφίζουν.

Κάτω από αυτές τις λέξεις της Δεύτερης Τροποποίησης κρύβεται ένας βαθύς σκεπτικισμός απέναντι στην ύπαρξη ενός μόνιμου, ιεραρχικά δομημένου στρατού. Η κεντρική ιδέα της Τροποποίησης δεν ήταν ούτε τα όπλα καθαυτά, ούτε το κυνήγι, ούτε η σκοποβολή. Μάλλον αφορούσε την απαραίτητη σύνδεση μεταξύ δημοκρατίας και στρατού: ο λαός πρέπει να κυβερνά και πρέπει να είναι σίγουρος ότι ο στρατός θα ακολουθεί τις εντολές του. Σύμφωνα με την Τροποποίηση, ο καλύτερος τρόπος για την επίτευξη αυτού του στόχου ήταν η δημιουργία ενός στρατού που θα εκπροσωπεί και θα ενσωματώνει τον λαό: τους ανθρώπους, τους ψηφοφόρους, τους δημοκρατικούς κυβερνήτες κάθε «ελεύθερης Πολιτείας». Αντί για έναν μόνιμο στρατό που θα μπορούσε να περιλαμβάνει αλλοδαπούς, κακοποιούς ή μισθοφόρους (ανθρώπους που δεν θα αντιπροσώπευαν πραγματικά το εκλογικό σώμα και οι οποίοι θα μπορούσαν κάλλιστα να ακολουθήσουν ξένες εντολές), μια υγιής δημοκρατία θα πρέπει να στηρίζεται στους δικούς της ένοπλους πολίτες, σε μια «πολιτοφυλακή» του «λαού». Εξ ου και το Κογκρέσο απαγορευόταν να παρέμβει σε αυτή τη γνήσια δημοκρατική δομή —  αυτή ήταν η βασική έννοια της Τροποποίησης.

Αυτή η «ρεπουμπλικανική ανάγνωση» έρχεται σε αντίθεση τόσο με την ανάγνωση του «πολιτειακού δικαιώματος» όσο και με αυτήν του «ατομικού δικαιώματος» που κυριαρχούν στη σύγχρονη συζήτηση. Όσοι επιμένουν στο «πολιτειακό δικαίωμα» διαβάζουν αναχρονιστικά τη λέξη «πολιτοφυλακή» ώστε να σημαίνει ένα φορέα της κυβέρνησης (μια έμμισθη επαγγελματική γραφειοκρατία) και όχι τον λαό (τους απλούς πολίτες). Εξίσου αναχρονιστικά, όσοι επιμένουν στο «ατομικό δικαίωμα» διαβάζουν τη λέξη «λαός» ώστε να σημαίνει τον κάθε εξατομικευμένο πολίτη και όχι το σύνολο των πολιτών που ενεργούν συλλογικά. Αλλά όταν το Σύνταγμα μιλά για τον «λαό» (people) και όχι για «πρόσωπα» (persons), η συλλογική χροιά είναι κυρίαρχη. Στο προοίμιο, είναι «ο λαός» («We, the People») που υιοθετεί και καθιερώνει το Σύνταγμα, συλλογικά ως σώμα πολιτών που ενεργούν σε συνέδρια (conventions) και ψηφοφορίες, όχι ως ιδιώτες που επιδιώκουν ο καθένας το χόμπι του. Η μόνη άλλη αναφορά στον «λαό» στο Σύνταγμα του 1787 εμφανίζεται στο Άρθρο 1, όπου επίσης η έννοια της λέξης είναι δημόσια και πολιτική, δεν είναι ιδιωτική και ατομική: κάθε δύο χρόνια «ο λαός» (δηλαδή, οι ψηφοφόροι) θα εκλέγει τη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Η ιστορία της εποχής της ίδρυσης των ΗΠΑ επιβεβαιώνει ως ορθή τη «ρεπουμπλικανική» ανάγνωση της Δεύτερης Τροποποίησης, σύμφωνα με την οποία οι συντάκτες του κειμένου μιλούσαν μάλλον για το δικαίωμα των πολιτών να φέρουν όπλα συλλογικά, και όχι για το δικαίωμα του κάθε κυνηγού να σκοτώνει αρκούδες. Όμως τα ιστορικά και νομικά θεμέλια πάνω στα οποία βασιζόταν η Τροποποίηση αλλοιώθηκαν με τα χρόνια. Ο αμερικανικός Εμφύλιος και η επακόλουθη εποχή της Ανασυγκρότησης (Reconstruction) δημιούργησαν ένα ισχυρό συνταγματικό αντέρεισμα στο (ρομαντικό) όραμα των επαναστατών που έγραψαν τη Δεύτερη Τροποποίηση. Η ίδια η γένεση των περαιτέρω Τροποποιήσεων του Συντάγματος που κυρώθηκαν την εποχή της Ανασυγκρότησης (Δέκατη Τρίτη, Δέκατη Τέταρτη και Δέκατη Πέμπτη) αλλά και η διαδικασία με την οποία προτάθηκαν και διαμορφώθηκαν εξαρτιόταν από και σε μεγάλο βαθμό οφειλόταν στον νικητή και σωτήρα Ενωσιακό Στρατό (Union Army). Σε συνταγματικό επίπεδο, αυτό έθεσε υπό αμφισβήτηση την αντι-στρατιωτική ιδεολογία που κρυβόταν πίσω από τη Δεύτερη Τροποποίηση. Έτσι προέκυψε μια νέα ανάγνωση και κατανόηση της ενδιαφέρουσας γλώσσας της Τροποποίησης αυτής. Διαβάζοντας τα λόγια της υπό το πρίσμα της δικής τους ζωής και εμπειρίας, οι άνθρωποι της εποχής δεν επέμεναν πλέον στις πολιτοφυλακές και τα δικαιώματα των πολιτειών, αλλά στο ατομικό δικαίωμα όλων των πολιτών, γυναικών και ανδρών, ψηφοφόρων και μη ψηφοφόρων, να έχουν όπλα στα σπίτια τους για την αυτοπροστασία τους.

Το 1866, με τη λήξη του Εμφυλίου, ο Νότος ήταν γεμάτος συμμορίες λευκών κακοποιών, που τρομοκρατούσαν τις οικογένειες των μαύρων. Παρά την κατάργηση της δουλείας, οι πολιτειακές κυβερνήσεις παρέλειπαν να διασφαλίσουν στην πραγματικότητα την «ίση προστασία των νόμων» («equal protection of the laws») για τους μαύρους πολίτες τους. Έτσι, το ατομικό δικαίωμα να κρατά κάποιος ένα όπλο στο σπίτι του γινόταν ένα βασικό δικαίωμα των πολιτών, ένα δικαίωμα αυτοσυντήρησης. Αυτή η μεταμόρφωση του άλλοτε συλλογικού, πολιτικού δικαιώματος σε ατομικό δικαίωμα των πολιτών φαίνεται σε ένα νόμο που ψήφισε το Κογκρέσο στις 16.7.1866, που έλεγε ότι «νόμοι σχετικά με την προσωπική ελευθερία και την προσωπική ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένου του συνταγματικού δικαιώματος να φέρει κάποιος όπλα, πρέπει να εξασφαλίζονται για και να απολαμβάνονται από όλους τους πολίτες» («laws concerning personal liberty and personal security, including the constitutional right to bear arms, shall be secured to and enjoyed by all the citizens»).

Παράλληλα, από το 1803, χρονιά κατά την οποία ο πρόεδρος Τόμας Τζέφερσον αγόρασε την περιοχή της Λουιζιάνα από τη Γαλλία, και για έναν περίπου αιώνα, οι ΗΠΑ επεκτάθηκαν σταδιακά προς τη Δύση: ήταν η εποχή του «Western Expansion». Οι Αμερικανοί εποίκισαν τις περιοχές της Καλιφόρνιας, του Όρεγκον, του Νέου Μεξικού και του Τέξας, εκτοπίζοντας τους Ινδιάνους και χτίζοντας τα θεμέλια της αλματώδους οικονομικής τους ανάπτυξης. Η μυθολογία της Άγριας Δύσης οικοδομείται εκείνη την περίοδο: μια πολιτισμική και ιδεολογική παρακαταθήκη που επηρέασε καίρια τη συλλογική αυτοσυνείδηση των Αμερικανών. Το όπλο του καουμπόη ήταν ο πιο πιστός του σύντροφος, σαρξ εκ της σαρκός του. Στην άγρια, επικίνδυνη Δύση κάθε άνθρωπος είχε δικαίωμα στην αυτοπροστασία. Έτσι, αυτό που το Κογκρέσο ονόμαζε «προσωπική ελευθερία και προσωπική ασφάλεια» («personal liberty and personal security») γινόταν συνώνυμο της οπλοκατοχής.

Στον 20ό αιώνα η σχετική συζήτηση ανέκυψε πρώτη φορά στον Μεσοπόλεμο. Εν όψει της καταπολέμησης των γκάγκστερ, το Κογκρέσο απαγόρευσε τις καραμπίνες τύπου Tommy gun το 1934. Πέντε χρόνια αργότερα, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε τον νόμο αντισυνταγματικό. Το 1968, μετά τις δολοφονίες του προέδρου Κένεντι, του αδερφού του γερουσιαστή Μπόμπι Κένεντι, του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και του Μάλκολμ Χ τα αμέσως προηγούμενα χρόνια, το Κογκρέσο ψήφισε τον πρώτο ουσιαστικό νόμο ελέγχου της οπλοκατοχής. Το νομικό πλαίσιο κατά των όπλων ενισχύθηκε περαιτέρω μετά τη δολοφονία του Τζον Λένον και την απόπειρα δολοφονίας του προέδρου Ρέιγκαν. Αλλά το 1986 η NRA κατάφερε να πείσει το Κογκρέσο να περάσει ένα νόμο που κατήργησε τις περισσότερες απαγορεύσεις στην αγορά όπλων για ατομική χρήση. Ο πρόεδρος Κλίντον και ένα Κογκρέσο ελεγχόμενο από τους Δημοκρατικούς ψήφισαν το 1994 τη δεκαετή απαγόρευση των αυτόματων όπλων. Μετά τη λήξη της δεκαετίας, το 2004, όλες οι απόπειρες να επανέλθει η απαγόρευση απέτυχαν. Το 2008, μια συντηρητική πλειοψηφία (5-4) του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην απόφαση District of Columbia v. Heller υιοθέτησε την ανάγνωση του «ατομικού δικαιώματος» που περιγράψαμε ανωτέρω και επιβεβαίωσε ότι η οπλοκατοχή είναι συνταγματικώς εγγυημένο δικαίωμα του κάθε πολίτη στις ΗΠΑ.

Για άλλη μια φορά, η επιλογή του αντικαταστάτη του δικαστή Σκαλία από το επόμενο Κογκρέσο θα κρίνει πολλά για το μέλλον των ΗΠΑ.