Κουδούνι

L
Σταύρος Ασθενίδης

Κουδούνι

Δεν ήθελες να κοιμηθείς ακόμη, είχαμε μείνει μόνοι ξύπνιοι στο σπίτι, πήρες το βιβλίο σου και ήρθες και κούρνιασες με την κουβέρτα σου δίπλα μου στην πολυθρόνα, εγώ στον υπολογιστή, διάβαζα, άκουγα ραδιόφωνο, μιλούσα με φίλους, ούτε που κατάλαβα πότε σε πήρε ο ύπνος, σε άφησα να κοιμηθείς έτσι στο πλάι μου χωρίς να κουνιέμαι, για ώρα, μέχρι που πιάστηκα πια και σε σήκωσα, σε πήρα στα χέρια μου και σε έβαλα στο κρεβάτι σου, σε σκέπασα, σε φίλησα, κάθισα και άφησα το βλέμμα μου για λίγο πάνω στο ήρεμο πρόσωπό σου και πήγα και εγώ να κοιμηθώ, γιατί το πρωί δεν θα έχει σηκωμό, και νά τώρα, πράγματι δεν έχεις σηκωμό και πρέπει να ξυπνήσεις να ετοιμαστείς, γι’ αυτό σήκω, πρέπει να προλάβουμε το κουδούνι, κάνε λίγο γρήγορα, βάλε τα ρούχα σου όσο θα σου ετοιμάζω πρωινό, έχεις γυμναστική σήμερα; βάλε φόρμα τότε, κάνε και έναν τελευταίο έλεγχο στην τσάντα σου και μέχρι να πλυθείς, έχω θα έχω αναμίξει το αλεύρι με νερό και μια κουταλιά λάδι, ένα κουταλάκι αλάτι και ένα ζάχαρη, το τηγάνι θα έχει ζεσταθεί με το λάδι του να καίει, μια, δυο κουταλιές από τον χυλό, ένα γύρισμα και έτοιμη η τηγανίτα, λίγο μέλι από πάνω, μια πρέζα κανέλα, πάρ’ τη με το χέρι, πάρε και μια για τον δρόμο, να προλάβουμε το κουδούνι, μόνο πρόσεξε μην καείς, φάε να πάρεις δύναμη, να αντέξεις στο σχολείο, να αντέξεις στο διάλειμμα που θα παίζεις κυνηγητό με τους φίλους σου, να αντέξεις στο τρέξιμο όταν θα παίζετε μπάλα, να αντέξεις στον δρόμο γιατί είναι μακρύς, γιατί το σπίτι είναι μακριά, σήκω τώρα, σήκω, πάμε, και δεν είμαι εκεί να σου φτιάξω τηγανίτες, να σου πάρω την τσάντα να μη σε βαραίνει, να σε πάρω αγκαλιά, πάνω από σύνορα, να σε αφήσω σε μια σχολική αυλή να τρέξεις στο κουδούνι που χτυπάει.

[ Φωτογραφία: Syrian Children rest on the ground at Piraeus harbour in Greece. Photographer: Michael Debets/Pacific/Barcroft ].