Μικρό ημερολόγιο για την κατάθλιψη

L
Λία Σκλαβενίτου

Μικρό ημερολόγιο για την κατάθλιψη

9 Ιουλίου

Αυτό το λουλούδι, το χωρίς λουλούδια σήμερα —γιατί πριν μήνες ήταν ολάνθιστο—, μου το έφερε δώρο η φίλη μου η Κατερίνα. Είχα χαρεί πολύ, πάρα πολύ, στάθηκα όμως ανάξια να το φροντίσω. Συνήθως αυτά τα μικρά γλαστράκια είναι κάπως σαν μίας χρήσης μικρές ανθοδέσμες, και έτσι αδιάφορα και σιχαμερά τού φέρθηκα κι εγώ και απέμεινε με δύο φύλλα και ένα κλαρί με σάπια κορυφή. Όταν, σε μία απέλπιδα προσπάθεια να ανεβάσω το ηθικό μου, αγόρασα και φύτεψα πετούνιες, το τράβηξα από το γλαστράκι με πρόθεση να το πετάξω. Το πέταξα κιόλας παραπέρα. Περίσσεψε όμως μία χούφτα καστανόχωμα, ήταν και άδειο το καλαθάκι και έτσι το ξανάχωσα μέσα, έμπηξα και ένα σελιδοδείκτη που είχε παραπέσει, ακούμπησα και τις πέτρες από τη Σαμοθράκη και το άφησα αδιάφορα πίσω από τις πετούνιες. Έχει μέρες που το είδα γεμάτο φύλλα, θαλερό, αλλά δεν είχα το κουράγιο να βγάλω αυτή την άτεχνη φωτογραφία και να σας γράψω αυτή την ιστορία. Αποφάσισα να το ονομάσω Ευθαλία και ελπίζω σε λίγο καιρό να νικήσω για μία ακόμη φορά τον δαίμονα της κατάθλιψης, αυτόν τον μαύρο λύκο που κατασπαράζει τα σωθικά μου. Σας φιλώ, έχω βοήθεια και θα τα καταφέρω!

24 Ιουλίου

Το δυσκολότερο μέρος της κατάθλιψης, ως προς την κατανόησή της, γιατί κατά τα άλλα αμέτρητες οι δυσκολίες της, είναι ότι δεν πάσχει ένα απτό όργανο όπως το στομάχι ή το έντερο. Αυτά σήμερα απεικονίζονται σε μία τομογραφία, παίρνεις την αγωγή σου, δέχεσαι τη συμπαράσταση των άλλων, κανείς δεν σε αντιμετωπίζει σαν λεπρό, κανείς δεν ντρέπεται να πει, «Πονάει το στομάχι μου», «Έχω έλκος», οπότε και όλοι πρόθυμα σε οδηγούν σε ένα ήσυχο μέρος να ξεκουραστείς και να αναρρώσεις. Μιλάω από πείρα: πάσχω και από το στομάχι και από το έντερο. Στην κατάθλιψη, αντίθετα, πάσχει κάτι άυλο, βαθιά μέσα στο κεφάλι σου ή δίπλα στην καρδιά σου, ακόμη και μέσα σε αυτήν. Δεν έρχεται αιφνίδια, σε καταλαμβάνει σιγά-σιγά και συχνά αποδίδεται σε λάθος λόγους. Πολλές φορές βασανίζεσαι κρυμμένος και αδιάγνωστος μέχρι τη μεγάλη κρίση. Σε κάθε εκδήλωσή της, τρομοκρατημένος από σφοδρές επιθέσεις πόνου και δύσπνοιας, περνάς στην άμυνα και προσπαθείς να το κρύψεις, και συνήθως αντιμετωπίζεσαι στην αρχή με λόγια «συμπαράστασης» του τύπου: «Τίποτε δεν σου λείπει... δεν σκέφτεσαι το παιδί σου… όλοι το περνάμε... μόνος το παλεύω», και άλλα ηρωικά και πένθιμα. Μετά έρχεται η κόπωση των φίλων ή η δική σου ντροπή να βλέπουν τη φάτσα σου ή τα άδεια μάτια σου, και μετά ο θυμός της οικογένειας που είναι δύσκολο να καταλάβει πώς ένας ενήλικας αδυνατεί να ανοίξει τη βρύση για να πιει νερό και την κοιτάει και κλαίει, και γιατί ξαφνικά η δομή της απορυθμίστηκε. Αν με ρωτήσετε γιατί δεν μπορείς να ανοίξεις τη βρύση, δεν ξέρω τι να απαντήσω, μόνο ότι είναι πιο εύκολο από το να μη θυμάσαι πώς αναπνέεις ή πώς καταπίνεις μπορώ να πω. Αυτά για σήμερα. Σας ευχαριστώ που με ακούτε!Top of FormBottom of Form

25 Ιουλίου

Είναι τέσσερις το πρωί. Κοιτάω τις εφηβικές μου φωτογραφίες στα άλμπουμ και βλέπω τα γνωστά θλιμμένα μάτια. Αναρωτιέμαι, από όλους τους ανθρώπους που βρέθηκαν στο διάβα μου, τόσοι δάσκαλοι, τόσοι καθηγητές, τόσοι γιατροί κανείς δεν βρέθηκε να τα δει; Και ο φακός πώς τα κατάφερε; Κι εγώ τι κάνω τώρα εδώ δημόσια; «Μπορώ και μιλάω δημόσια για το… κακό, μπορώ και να το νικήσω», μου έγραψε μία φίλη — να είσαι πάντα καλά Μιμή. Τώρα με τον ιό μπέρδεψα τους φόβους μου. Τα λάθη και τους φόβους μας να τα σεβόμαστε, αλλιώς αλίμονό μας. Τρόμαξα με το ενδεχόμενο της ΜΕΘ χωρίς ανάσα, μπρούμυτα και ολομόναχη με τα μηχανήματα — άλλωστε μου είχα υποσχεθεί πως μόνο αναίσθητη θα έμπαινα ξανά εκεί μέσα, τρόμαξα με τον τρόμο σας να ζήσετε όπως ζούσα εγώ ήδη οχτώ χρόνια, με την αδιαφορία σας ταπεινώθηκα, δεν τρόμαξα, και αυτό είναι χειρότερο. Συγκλονίστηκα με το γράμμα ενός παιδιού με τίτλο «Η μαμά μου ήταν το νούμερο 87», χάσαμε δύο νεαρά παιδιά, δύο χρυσούς ανθρώπους μέσα σε δεκατέσσερις μέρες, και τα δυο κηδεύτηκαν με τρεις ανθρώπους στο πλάι, ούτε μία αγκαλιά δεν πήρα τον φίλο μου τον Σωτηράκη και την Ελένη, ούτε το χέρι δεν τους έσφιξα, και τη Θάνη και τη Λουίζα και τον αδελφό μου. Τρόμαξα και με άλλα πολλά που δεν είμαι έτοιμη να τα ακούσετε, γιατί διαπίστωσα πως βγάζετε αυθαίρετα συμπεράσματα. Στο διά ταύτα για να μη ξεχνιόμαστε: ξέχασα το κακό που έρχεται ύπουλα και σιγά, ξέχασα να παραφυλάω, σαν βετεράνος εκπαιδευμένος είκοσι χρόνια, για να το νικήσω… και με νίκησε εκείνο. Έκανα και άλλα λάθη, πολλά. Τώρα τα διορθώνω ένα-ένα. Πονάει πολύ, αλλά είμαι συνηθισμένη και ως εκ τούτου ανθεκτική. Επίσης είμαι από αυτές που εμπιστεύονται την επιστήμη, τη φιλοσοφία και τα ζώα, ακολουθώ πάντα τους κανόνες, παίρνω τα φάρμακά μου και δεν έχω καμία πρόθεση να πεθάνω γιατί μου χρωστάω και του χρωστάω ένα ταξίδι στην Αμερική. Σας ευχαριστώ πολύ που με σκέφτεστε, σας ευχαριστώ που με ακούτε. Αυτά προς το παρόν, και μου έφυγε τελείως ο ύπνος!

27 Ιουλίου

Δεν είναι θάρρος αυτό που διαβάζετε. Είναι ανάγκη. Είναι υποκατάστατο ανθρώπινης επαφής. Πολύτιμο υποκατάστατο όσο και η ανάσα που παίρνουμε πριν τον αναστεναγμό. Βαθιά ανάσα, βαθύτερος αναστεναγμός. Αυτό είναι μόνο και ίσως και να είναι το νόημα που ψάχνω να βρω σε όλη αυτή την οδύνη. Ο ψυχίατρός μου την παρομοίασε με τον τοκετό ή με τον αθλητή που επίσης πονάει αλλά αντέχει και συνεχίζει γιατί αποσκοπεί στο βάθρο του νικητή. Μου άρεσε αυτό, άλλωστε και ο Σίσυφος τόσες φορές που ανέβηκε, για τη μία στιγμή στο φως πονούσε και ανέβαινε. Αυτός βέβαια το ήξερε ότι θα έπεφτε ξανά. Εγώ το ξέχασα. Και τώρα που το εμπέδωσα ανεβαίνω και πονώ, πονώ και ανεβαίνω, και είπα αυτή τη φορά να το κάνω με σκοπό. Να σας μάθω να μην ντρέπεστε, να σας μάθω να λέτε δυνατά ψυχίατρος, ψυχιατρείο, ψυχικά ασθενής, Το παιδί μου θα το πάω σε ψυχίατρο, Ο άντρας μου είναι ψυχικά ασθενής, Εγώ είμαι ψυχικά ασθενής. Πλησιάστε, πιάστε αυτό το χέρι που τρέμει, ανασηκώστε από το πιγούνι το κεφάλι με το χαμηλωμένο βλέμμα και κοιτάξτε το στα μάτια. Τρυφερά, χωρίς λόγια. ΝΑΙ, είναι μεγάλο κακό, μπορεί και να σε σκοτώσει, αλλά δεν είναι ντροπή και δεν μεταδίδεται. Σας φιλώ και σας ευχαριστώ που με ακούτε!

28 Ιουλίου

Σήμερα θα είναι μία άσχημη μέρα. Ξύπνησα αργά. Δεν πήρα το χάπι των εννιά. Θόλωσα... Και τώρα; Τώρα πότε θα πάρω το επόμενο; Με ποια σειρά; Ποια ώρα; Τόσο απλά, μία ελάχιστη ανατροπή, μία ηλίθια ανατροπή και δεν μπορείς να συνθέσεις μία σκέψη, μία απόφαση, εσύ που αποφάσιζες στο λεπτό για μία δουλειά εκατομμυρίων. Τόσο απλά. Και σου γράφει «φίλος» σχόλιο: «Καλύτερα να λέμε “βιώνω μια διαφορετικότητα”. Όχι ότι αλλάζει τίποτα, αλλά αυτό το “ψυχικά ασθενής” μάς πάει στα ψυχιατρεία του 18ου αιώνα…» την ώρα που εσύ προσπαθείς να πείσεις χίλιους άλλους να μη ντρέπονται τις λέξεις, με κόστος. Λοιπόν, πάμε από την αρχή! Είναι ωραία λέξη ο «ψυχίατρος», ο γιατρός της ψυχής του ψυχικά αρρώστου, είναι μία χαρά λέξεις αυτές, οι άνθρωποι τους αλλάζουμε νόημα καταπώς μάς βολεύει. Παλιά τη φυματίωση την έλεγαν «το χτικιό», τον καρκίνο «η κακιά αρρώστια», τους χανσενικούς «λεπρούς» και άλλα τόσα. Στην προσπάθεια να ξορκίσουν τον φόβο του θανάτου, ξόρκιζαν την αρρώστια — και μαζί της, δυστυχώς, και τους πάσχοντες. Αν μπορούσαν να τους εξαφανίσουν, θα το έκαναν — και το έκαναν. Οι απάνθρωποι άνθρωποι το έκαναν, όχι οι λέξεις. Εγώ λοιπόν δεν «βιώνω μία διαφορετικότητα», είμαι άρρωστη, σε κρίση, που θα περάσει χάρη στον ψυχίατρό μου, χάρη στην ψυχιατρική επιστήμη και τη φαρμακολογία που εξελίχθηκαν, χάρη στους ανθρώπους που ξημερώνονται στα εργαστήρια ψάχνοντας θεραπείες με τις μικρότερες παρενέργειες και τη μεγαλύτερη ανακούφιση για εμάς που έχουμε ανάγκη. Και χάρη σε εσάς που με ακούτε. Δεν έχω κανένα λόγο να ντρέπομαι, να ντρέπεστε εσείς που κάνετε τους ανθρώπους να ντρέπονται να χτυπήσουν την πόρτα των ειδικών της ψυχικής υγείας. Σας ευχαριστώ, δεν ξέρετε πόσο ηρέμησα τώρα.

[ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ]