Οργουελική Αριστερά και ναζισμός

P
Μανώλης Αγραφιώτης

Οργουελική Αριστερά και ναζισμός

Μια συνηθισμένη κατηγορία που εκτοξεύει εδώ και πέντε δεκαετίες η Αριστερά εν γένει για το έργο του Όργουελ είναι ότι, δήθεν, «ξεπλένει τον ναζισμό», επειδή δεν τον στηλιτεύει επαρκώς στο έργο του. Και το ακούει κανείς εδώ, στη δική μας κοινωνία, του ενός εκατομμυρίου αναγνωστών με την καλύτερη εκτίμηση — και αυτό συμπεριλαμβάνοντας μέχρι και τον κουτσομπολίστικο τύπο. Φυσικά, η καθ’ ημάς Αριστερά δεν έχει διαβάσει Όργουελ, όπως δεν έχει διαβάσει γενικώς. Εδώ που τα λέμε, γενικότερα δεν πιστεύω ότι διαβάζει κανένας εδώ πέρα, κυρίως γιατί αυτό δεν επιβεβαιώνει την αξιωματική μου αντίληψη ότι όσο περισσότερο διαβάζεις τόσο πιο πολύ ρέπεις προς το Κέντρο. Βάζεις τον αριστερό ή τον δεξιό μέσα σου στη θέση του συνοδηγού, κάνοντας τις επιλογές σου με τη λογική, η οποία νομοτελειακά οδηγεί στη μετριοπάθεια, την αναγκαία συνθήκη για την ειρηνική συμβίωση.

Πίσω στον Όργουελ, όμως. Η κατηγορία του «ξεπλύματος» έχει δύο διαστάσεις:

Πρώτον, κριτική τής ναΐφ Αριστεράς στον Όργουελ: εφόσον έχει γράψει μια δυστοπική εκδοχή του κομουνισμού (και δεδομένης και μιας σχετικής ένδειας σε πνευματικά εφόδια για την αντίκρουση του λογοτεχνικού κατασκευάσματος), η ναΐφ Αριστερά επιστρατεύει το συνηθισμένο σχήμα: Διαφωνείς, άρα είσαι φασίστας, ή ένα βήμα παραπέρα: Ξεπλένεις τον ναζισμό. Η ναΐφ Αριστερά, άλλωστε, και δη η φιλοσοβιετική/σταλινική σέκτα της, θεωρεί πως η ιστορία του προηγούμενου αιώνα ξεκινά με την άνοδο του ναζισμού και τελειώνει με την επικράτηση του Στάλιν επ’ αυτού. Συνεπώς, οποιαδήποτε κριτική ή διαφωνία με τον Στάλιν (ο οποίος αντιμετωπίζεται με λατρευτικούς όρους — αλλά αυτή είναι μια συζήτηση για άλλη φορά) υπονομεύει την κληρονομιά του πατερούλη στην ανθρωπότητα και, άρα, γίνεται εκ του πονηρού, προς όφελος του ναζισμού. Αυτή η κριτική είναι επιφανειακή, εύπεπτη, αν είναι κανείς συνηθισμένος να τρώει σκουπίδια, και περιέχει μια επίφαση επιχειρήματος, έστω στη βάση του ετεροπροσδιορισμού.

Υπάρχει και άλλη μια διάσταση στην κριτική της Αριστεράς στον Όργουελ, πολύ πιο προβληματική και επικίνδυνη· αυτή του «μεγάλου αδερφού». Εδώ η κατηγορία περί ναζισμού είναι εντελώς προσχηματική, είναι απλώς μια ωραία, βαριά στρογγυλή πέτρα που βρίσκεται βολικά μπροστά από αυτούς που διαφορετικά θα χιμούσαν να τον ξεσκίσουν με τα ίδια τους τα νύχια. Αυτό που ενοχλεί υπερβαίνει τον ναζισμό — αυτό που ενοχλεί τους συγκεκριμένους είναι εκείνο το κάθαρμα, ο αντεπαναστάτης ο Ουίνστον, και αυτό το σκουπίδι που διαβάζει, η «Θεωρία και Πρακτική του Ολιγαρχικού Κολεκτιβισμού». Το βασικό πρόβλημα με τον Όργουελ για αυτούς είναι ότι ο Όργουελ διαστρεβλώνει το υπόδειγμα που οι ίδιοι θεωρούν αλάνθαστο. Φυσικά, ο Όργουελ παρουσιάζει απλώς μια πιο “gore” εκδοχή από τα πεπραγμένα της Στάζι ή της NKVD: το βασικό χαρακτηριστικό αυτών των καθεστώτων, την εξουδετέρωση της προσωπικότητας και την αντικειμενοποίηση της ανθρώπινης ύπαρξης για τους σκοπούς της κυρίαρχης ιδεολογίας.

Για ποιο λόγο όμως πρέπει να ασχοληθεί κανείς με την κριτική στη στάση του Όργουελ; Έχει κάποια σημασία; Ναι, έχει. Τεράστια. Ο Όργουελ δεν είναι απλώς ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς για το κίνημα της δυστοπικής λογοτεχνίας, αλλά ίσως ο μοναδικός γνήσιος επικριτής της εξουσίας. Όταν οι υπόλοιποι μεταμοντέρνοι έψαχναν τα πατήματά τους για να εξηγήσουν πως η φρίκη της Ευρώπης του πρώιμου 20ού αιώνα ήταν αποτέλεσμα κακών ιδεών, ο Όργουελ είχε περάσει ένα βήμα παραπέρα: ήδη ξεγύμνωνε τα συστήματα εξουσίας από τα ιδεολογικά κουρέλια τους και αποκάλυπτε μια πορνογραφική πτυχή της εξουσίας, ένα απόλυτο κακό ψηλά και έναν ανυπεράσπιστο άνθρωπο (ή οικόσιτο ζώο, ενίοτε) απλώς ως αντικείμενο στα χέρια της απόλυτης κυριαρχίας του ολοκληρωτισμού.

Τέλος, η απάντηση που θα έδινε ο Όργουελ στους επικριτές του για την παραπάνω κατηγορία θα ήταν, φαντάζομαι, το προσωπικό του ημερολόγιο. Το 1936 ο Όργουελ πήρε το τουφέκι του και πήγε να βάλει το σώμα του ανάμεσα στους φασίστες της Ισπανίας και τις βλέψεις τους για την κατάληψη της εξουσίας. Χτυπήθηκε στον λαιμό από αντίπαλο ακροβολιστή και επέστρεψε στην Αγγλία για να αναρρώσει το 1937. Το 1938 δικάστηκε ερήμην στη Βαλένθια με την κατηγορία του «κατασκόπου και τροτσκιστή». Ένα χρόνο μετά, το 1939, οι επικριτές του από τη Σοβιετική Ένωση υπέγραφαν το σύμφωνο μη επίθεσης Ρίμπεντροπ-Μολότοφ με τους ναζί.