Παράδοξη και συναρπαστική ισορροπία

C
Γιώργος Παππάς

Παράδοξη και συναρπαστική ισορροπία

«Εργάτες όλου του κόσμου, συγγνώμη», έγραφε ένα σύνθημα σε εργοστάσιο της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Συγγνώμη για την ψευδαίσθηση, συγγνώμη για το καθεστώς, συγγνώμη για το παράλογο του Ψυχρού Πολέμου ίσως. Συγγνώμη για την οποία ο John Lewis Gaddis μπορεί να επιχαίρει μεν, είναι αξιότατος όμως να τη διερευνήσει διεξοδικά.

Ο «Ψυχρός Πόλεμος» (κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος σε εξαιρετική μετάφραση της Ρηγούλας Γεωργιάδου) είναι ένα ανάγνωσμα στρατευμένο μα ουσιαστικό, σαφούς ιδεολογικής κατεύθυνσης μα διαφωτιστικό σε χίλιες δυο παραμέτρους των λεπτών ισορροπιών του μεταπολεμικού κόσμου, και ο John Lewis Gaddis αναμφίβολα γνωρίζει την ιστορία αυτής της εποχής όσο ελάχιστοι. Δεκτόν, δεν είναι τυχαία φιγούρα ο Gaddis, σύμβουλος και φίλος του George Bush του Νεότερου, θαυμαστής κάποιων πολιτικών του Νίξον, και διαπρύσιος κήρυκας του μεγαλείου του Ρέιγκαν (ως πασιφιστή!). Δεκτόν, ισχύει αυτό που είπε επικριτικά ο Tony Judt (που δικαιούται τον τίτλο του μεγαλύτερου γνώστη της εποχής και της ιστορίας της), ότι «έχουμε την αμερικανική ιστορία του Ψυχρού Πολέμου: πώς ειδώθηκε από την Αμερική, πώς βιώθηκε από την Αμερική, και γραμμένη με τρόπο πλέον αποδεκτό από Αμερικανούς αναγνώστες».

Όμως, έστω και έμμεσα, η εικόνα είναι σφαιρική, τα γεγονότα και τα παρασκήνια ορατά και σαφή, και γι’ αυτό ο κάθε αναγνώστης θα μάθει, θα εννοήσει. Άλλωστε, ο Gaddis έχει ένα πλεονέκτημα: ανήκει στους νικητές του Ψυχρού Πολέμου, και δικαιούται να το διατυμπανίζει — ειδικά σε έναν κόσμο στον οποίο ο (κάθε) Hobsbawm θεωρείται κορυφή, αυτός ο Hobsbawm που αναρωτιέται ακόμη πώς κι έγινε και η ιστορία τον ξεπέρασε αυτόν και την αριστερή του πλάνη (της Ελλάδος εξαιρουμένης υποθέτω…).

Αυτό που με μοναδική σαφήνεια υπογραμμίζει εδώ ο Gaddis είναι το τραγελαφικό του όλου μεταπολεμικού κόσμου, το ανόητο, συμβολιζόμενο περισσότερο από οπουδήποτε αλλού σε μια πόλη: «Ένα διαιρεμένο Βερολίνο στη μέση μιας διαιρεμένης Γερμανίας στη μέση μιας διχασμένης Ευρώπης ως φυσική τάξη πραγμάτων». Τάξη που θεωρήθηκε κατά καιρούς (από ηγεσίες και των δύο πλευρών) πολύτιμη, τάξη που εντέλει και ο ίδιος ο Gaddis κρίνει ως απαραίτητη στο ιστορικό process: «Δεν έχουμε λόγους να τον νοσταλγούμε» τον Ψυχρό Πόλεμο, λέει, «αλλά έχουμε ελάχιστους λόγους να λυπούμαστε που συνέβη. Παρ’ όλους τους κινδύνους, τις φρικαλεότητες, το κόστος, την αποδιοργάνωση και τους ηθικούς συμβιβασμούς, ήταν, όπως ο Αμερικανικός Εμφύλιος, ένας απαραίτητος διαγωνισμός που ρύθμισε μια για πάντα θεμελιώδη ζητήματα». Και προφανώς αυτό το «ρύθμισε μια για πάντα», τόσο σαφές όσο και κάποια «τέλη της ιστορίας», είναι υπεραισιόδοξο και αβάσιμο — όμως είναι και η φωνή του τρέχοντα νικητή.

Μέσα από την εξιστόρηση του Gaddis συνειδητοποιείς πώς η σύγχρονη ιστορία έπαψε να ακολουθεί αναπόφευκτες παρελθούσες νόρμες: αυτό που μετέπειτα και ο Χαράρι χαρακτήρισε ως πρωτοφανή κατάκτηση, την ειρήνη ως δεδομένο και όχι ως παρένθεση μεταξύ των δεδομένων πολέμων, ο Gaddis το ανιχνεύει και σημειώνει το πότε γεννήθηκε. Προσδίδει στην πρακτικότητα του Τρούμαν την αναστροφή ενός προτύπου «ανθρώπινης συμπεριφοράς τόσο αρχαίο που οι ρίζες του χάνονταν στην αχλή του χρόνου: ότι, όταν τα όπλα εξελίσσονται, θα χρησιμοποιηθούν». Στον Ψυχρό Πόλεμο τα όπλα εξελίχθηκαν για να ΜΗ χρησιμοποιηθούν (ή πάλι μπορεί απλώς να βρέθηκαν εύκαιροι κάποιοι Dr Strangelove σε κρίσιμες ώρες της ανθρωπότητας). Ο ανταγωνισμός των υπερδυνάμεων επέφερε συχνά παράδοξες ισορροπίες — χαρακτηριστικότατο το παράδειγμα των κατασκοπευτικών αεροπλάνων V2: οι HΠΑ αρνήθηκαν αρχικά την ύπαρξή τους, καθώς αντίθετα θα ήταν υπόλογες για παραβίαση του διεθνούς δικαίου, οι Σοβιετικοί αρνήθηκαν επίσης την ύπαρξή τους, καθώς δεν είχαν τη δυνατότητα να τα αντιμετωπίσουν και δεν θα ήθελαν να φανούν αδύναμοι. Συνέχισαν έτσι για χρόνια, μέχρι την κατάρρευση του Υπαρκτού. Αυτή την κατάρρευση ο Gaddis τη θεωρεί αναπόφευκτη (και πιστώνει, π.χ., στον Ρέιγκαν ότι έμμεσα την ώθησε με την πολιτική του), δεν εξηγεί ωστόσο πώς ακριβώς κατάφερε να επιβιώσει τόσα χρόνια το Ανατολικό Μπλοκ, πόσο μάλλον όταν καθοδηγούνταν από τυχάρπαστους και γραφικούς (όπως τους περιγράφει ο ίδιος, στο πιο καίριο μειονέκτημα του βιβλίου).

Ο Gaddis γράφει συναρπαστικά και αναλυτικά: γεμίζει το βιβλίο του με ενδιαφέρουσες μικρολεπτομέρειες, άλλες από τις οποίες τις ξεχνάμε (τι απέγινε εκείνος ο Πολωνός Μπιέρουτ, πώς πέθανε από καρδιά ακούγοντας τον Νικίτα να αποκηρύσσει τον Πατερούλη…), άλλες από τις οποίες δεν θυμάμαι να έχω ξανασυναντήσει αλλού (η περιγραφή του Ντε Γκολ από τον Αϊζενχάουερ ως διασταύρωση Ναπολέοντα και Ιωάννας της Λωραίνης). Ταυτόχρονα, εστιάζει σε πρόσωπα και γεγονότα που συχνά αποσιωπούνται ως ασήμαντα για το process που λέγαμε: περιγράφει με σαφήνεια τον ρόλο του Κάρολ Βοϊτίλα στην κατάρρευση του Υπαρκτού, και δεν ξεχνά το μεγάλο άλμα προς τα εμπρός του Μάο (ίσα-ίσα, φωνάζει πως αυτό το μείζον έγκλημα του λιμού των 30 εκατομμυρίων νεκρών του 1958-1961 παραμένει αγνοημένο). Διαβάζει τις έκκεντρες εξελίξεις κάπως επιφανειακά ίσως, όπως φέρ’ ειπείν την αποικιοκρατία, από την άλλη όμως είναι ο πρώτος που αναγνωρίζει και περιγράφει νέους ιστορικούς μηχανισμούς, με τυπικό παράδειγμα τη δυνατότητα μικρών καθεστώτων να λειτουργούν εκβιαστικά ρυθμιστικά. (Μέσα στο δίπολο του Ψυχρού Πολέμου, αλλά και στις μέρες μας ακόμη, ο ανατολικός μας γείτονας τον έχει μελετήσει καλά αυτόν τον μηχανισμό…)

Μαθαίνεις πώς έμαθε η Ιστορία να λειτουργεί μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μαθαίνεις πώς φαίνεται ο κόσμος μέσα από τον παραλογισμό της ατομικής απειλής, μαθαίνεις πώς ιδεολογίες-τραπουλόχαρτα μπορούν να καταρρεύσουν από τυχαία φυσήματα αέρα. Μαθαίνεις, διαφωνείς συχνά, αλλά βγαίνεις σοφότερος.

Πράγμα βέβαια που μπορεί και να μην έχει κάποια σημασία στον θαυμαστό καινούργιο μας κόσμο…

[ Πηγή φωτογραφίας ]