Πάτι Σμιθ, «Πάτι και Ρόμπερτ»

C
Ευριπίδης Κωνσταντινίδης

Πάτι Σμιθ, «Πάτι και Ρόμπερτ»

Δεν ξέρω αν ήταν το άκουσμα της είδησης της απώλειας του David Bowie ή μια διεστραμμένη ανάγκη που είχα πάντα να γράψω κάτι με μουσική χροιά· η ουσία είναι ότι αυτή την εβδομάδα δεν υπήρχε περίπτωση να ασχοληθώ με τίποτε άλλο εκτός από την αυτοβιογραφία της Patti Smith που μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Κέδρος και η οποία αποτελεί μια μαρτυρία της συναρπαστικής δεκαετίας του ’70 μέσα από την εκρηκτική σχέση της με τον φωτογράφο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ.

Όταν πέθανε, κοιμόμουν. Είχα τηλεφωνήσει στο νοσοκομείο για να του πω μια καληνύχτα, αλλά ήταν βυθισμένος στον ωκεανό της μορφίνης. Κράτησα το ακουστικό στο αυτί μου και αφουγκράστηκα τη βαριά ανάσα του ξέροντας ότι δεν θα τον ξανακούσω ποτέ. […] Εκείνη τη στιγμή η Τόσκα άρχισε να τραγουδάει τη σπουδαία άρια «Visi d’arte»: έζησα για την αγάπη, έζησα για την τέχνη. Έκλεισα τα μάτια και σταύρωσα τα χέρια μου στο στήθος. Η θεία πρόνοια είχε ορίσει τον τρόπο με τον οποίο θα τον αποχαιρετούσα.

Όταν ένα βιβλίο ξεκινά με αυτό τον πρόλογο, γνωρίζεις από την αρχή ότι έχεις σοβαρές πιθανότητες να βρίσκεσαι μπροστά σε κάτι συγκλονιστικό. Και η ιέρεια του ροκ εν ρολ δεν σε απογοητεύει ποτέ. Με έναν μυθιστορηματικό, σχεδόν ελεγειακό τρόπο, ξεδιπλώνει την ιστορία της ζωής της από τα φτωχικά της χρόνια μέχρι την είσοδό της στον καλλιτεχνικό κόσμο, φτάνοντας φυσικά στη γνωριμία της το καλοκαίρι του ’67 με τον Ρόμπερτ Μέιπλθορπ και εξιστορώντας την κοινή τους πορεία στην κατάκτηση της τέχνης.

H Σμιθ ανοίγει την ψυχή της, παρουσιάζει όλες τις ενδόμυχες σκέψεις της, τις τρελές ιδέες της, τις ανασφάλειές της, τα αισθήματά της και τη λατρεία της για τον Ρόμπερτ. Είναι μια σχέση ανιδιοτελής, που την παρακολουθούμε από την κλειδαρότρυπα, καθώς βιώνουμε τους χωρισμούς τους, τις επανασυνδέσεις τους, τις νίκες τους, τις ήττες τους, τις σεξουαλικές τους αναζητήσεις αλλά πάνω από όλα την άδολη και ατέλειωτη αγάπη του ενός για τον άλλο, μια αγάπη που θα τους συνοδεύει μέχρι τον θάνατο του Ρόμπερτ το 1989.

Όλο το βιβλίο είναι ένα μουσικό ντοκουμέντο που το διηγείται η Σμιθ με απρόσμενη λογοτεχνική ευφράδεια, συμπληρώνοντας το με ποιήματά της αλλά και με φωτογραφίες από την κοινή τους ζωή, από τις δημιουργίες τους, από το θρυλικό ξενοδοχείο Chelsea, και όλα αυτά με τη μουσική να παίζει στη διαπασών με τραγούδια που χαρακτήρισαν μια ολόκληρη εποχή: είτε δικά της είτε ιερών τεράτων όπως ο Μπομπ Ντίλαν.

Μέσα από τις σελίδες του «Πάτι και Ρόμπερτ» παρελαύνουν θρυλικά ονόματα όπως  ο Τζον Λένον, ο Σαμ Σέπαρντ, ο Άντι Γουόρχολ, ο Μπομπ Ντίλαν, η Εντιθ Πιάφ , ο Κιθ Ρίτσαρντς και τόσοι άλλοι που άφησαν το σημάδι τους στην τέχνη και έχουν εμπνεύσει ολόκληρες γενιές. Η Σμιθ παρουσιάζει την ανθρώπινη πλευρά τους, τα δημιουργικά άγχη τους, τις καθημερινές τους αγωνίες, τα ξεσπάσματά τους και, χωρίς να το καταλάβουμε, βρισκόμαστε ξαφνικά στην μποέμικη, στυλάτη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του ’60 και των αρχών του ’70, μιας εποχής που οι δονήσεις της είναι έντονες ακόμα και σήμερα.

Είναι μία από τις λίγες μουσικές αυτοβιογραφίες που έχω διαβάσει στα ελληνικά, κυρίως γιατί δεν κυκλοφορούν και πάρα πολλές. Είναι όμως τόσο καλή η μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά και τόσο εντυπωσιακή η συνολική έκδοση με όλο αυτό το φωτογραφικό υλικό, που ελπίζω πραγματικά το παράδειγμα των Εκδόσεων Κέδρος να το ακολουθήσουν και άλλοι ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι και να μεταφράσουν περισσότερες μουσικές βιογραφίες γιατί κυκλοφορούν πολλές που πραγματικά αξίζουν την προσοχή μας.