Περίπτερο

L
Αλεξάνδρα Χαριτάτου

Περίπτερο

Πολύς λόγος έγινε για τη μοίρα των περίπτερων στο πολυνομοσχέδιο που ψηφίζεται αυτές τις μέρες στη Βουλή, συν μια μαζική υστερία για την «κατάργηση του θεσμού που όμοιό του δεν έχει αλλού στον κόσμο», λίγο υπερβολικό καθότι το περίπτερο ή κιόσκι (από το περσικό kūshk‎‎) συναντάται και σε άλλα μήκη και πλάτη της γης, και δη με την ίδια δραστηριότητα: μικρά εμπορικά που πουλάνε εφημερίδες, περιοδικά, είδη καπνιστού και «ψιλικά».
Ας μιλήσουμε όμως για την ελληνική εκδοχή.

Το περίπτερο είναι αναπόσπαστο στοιχείο της αστικής ζωής στην Ελλάδα τα τελευταία 150 χρόνια. Θεωρείται σημείο αναφοράς του κατοίκου της πόλης, ακόμα και για την επιλογή σπιτιού: «Από εδώ στο περίπτερο όμως πας με τα πόδια ή [με τρόμο στη φωνή] πρέπει να πάρεις αυτοκίνητο;»

Η λέξη περίπτερο προέρχεται από τον «περίπτερο ναό» στην αρχαία Ελλάδα, με χαρακτηριστικό του τη σειρά από κίονες που περίκλειε τον κύριο χώρο του. Πασίγνωστοι «περίπτεροι ναοί» είναι αυτός του Ηφαίστου (το Θησείο) και φυσικά του Ποσειδώνα στο Σούνιο.

Τα πρώτα περίπτερα στην ελληνική επικράτεια εμφανίστηκαν στο Ναύπλιο το 1828 και ήταν μικρά καπνοπωλεία. Στα τέλη του 19ου αιώνα εμφανίστηκαν και σε άλλες πόλεις ως μορφή οικονομικής βοήθειας σε τραυματίες και ανάπηρους στρατιώτες, ενώ το πρώτο περίπτερο στην Αθήνα εμφανίστηκε στην Πανεπιστημίου το 1911 (και εξαφανίστηκε το 2007 που το κατάπιε ο μετροπόντικας, κατά τη διάρκεια των έργων του Μετρό!).

Τα περίπτερα, που τώρα μοιάζουν με μίνι εμπορικά κέντρα, ξεκινήσαν σαν μικρές ξύλινες κατασκευές και είχαν ελάχιστα προϊόντα. Σιγά-σιγά άρχισαν να αυξάνουν τόσο οι δικαιούχοι τους (προστέθηκαν οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, οι τραυματίες περιόδου ειρήνης, οι βετεράνοι του πολέμου στην Κύπρο, άτομα με σοβαρή αναπηρία κ.ά.), όσο και το εμβαδόν τους, που από περίπου 1 τ.μ. όλο κι όλο αρχικά, το 1970 διπλασιάστηκε, για να φτάσει στις μέρες μας τα 4,25 τ.μ.

Σήμερα τα προϊόντα που πωλούνται από τα περίπτερα έχουν φτάσει στους 2.500 κωδικούς! Ξεκίνησαν όμως πουλώντας χύμα καπνό και διάφορα ζαχαρώδη, ενώ μετά το 1940 και με την έλευση των ψυγείων πάγου προστέθηκαν αναψυκτικά, σοκολάτες και ποικιλία απλώς συσκευασμένων τροφίμων — τότε απέκτησαν και το αποκλειστικό δικαίωμα πώλησης καπνοβιομηχανικών προϊόντων, κάτι που λειτούργησε στην αρχή ως φοροεισπρακτικός μηχανισμός για να εξασφαλίζει το κράτος έσοδα από την πώληση του καπνού, που ως τότε τον πωλούσαν πλανόδιοι μικροπωλητές.

Η διάθεση εφημερίδων ήταν επίσης σημαντική δραστηριότητά τους, καθώς για πολλά χρόνια ήταν η μοναδική πηγή πληροφόρησης: η ανάρτησή τους στα περίπτερα (στα «μανταλάκια») σήμαινε την άμεση ενημέρωση του κόσμου για τα σημαντικότερα γεγονότα.

Το τηλέφωνο, που εξαπλώθηκε στην Ελλάδα γύρω στο 1950, έκανε ακόμα πιο ελκυστικά τα περίπτερα που το ενσωμάτωσαν αμέσως στις παροχές τους. Καθότι τηλέφωνα δεν είχαν τα περισσότερα σπίτια, τα τηλέφωνα στα περίπτερα έγιναν ο βασικός τρόπος επικοινωνίας με συγγενείς και φίλους, ειδικά σε μια εποχή (’50-’60) που η εσωτερική μετανάστευση ήταν έντονη.

Δεν ξέρω εάν θα καταργηθούν τα περίπτερα, κρίμα θα είναι, αλλά ίσως όντως να μην παίζουν τόσο σημαντικό ρόλο στη ζωή μας πλέον. Όχι τουλάχιστον όπως όταν τραγουδούσε ο Στράτος Διονυσίου: