Ψυχογραφώντας και σημειολογώντας

P
Κική Τσιλιγγερίδου

Ψυχογραφώντας και σημειολογώντας

Kική Τσιλιγγερίδου: Μία φωτογραφική έκθεση πριν από περίπου ένα μήνα, και ένα καινούριο βιβλίο σήμερα, το τρίτο κατά σειράν. Αλλά διαφορετικό από τα προηγούμενα. Σ’ αυτά, να προσθέσω και μία έντονη παρουσία, όχι μόνο στον χώρο του Τύπου, με παρεμβατικά άρθρα, αλλά και στα social media. Να υποθέσουμε βάσιμα ότι περνάτε μία εξόχως δημιουργική περίοδο;

Σταύρος Κωνσταντινίδης: Όσο και αν έχει σκοτεινιάσει η ζωή, δεν μπορούμε να παραιτηθούμε από την αγάπη για αυτήν. Αλίμονο αν πάψουμε να δημιουργούμε, να απολαμβάνουμε τις στιγμές, να μην θυσιάζουμε το σήμερα, να ερωτευόμαστε. Άλλωστε, σε περιόδους κοινωνικής δυσθυμίας και μελαγχολίας οι εμπνεύσεις ίσως να είναι πιο υγρές.

 

Κ.Τσ.: Βρίσκεστε διαρκώς στον δρόμο, και ταυτόχρονα στις πόλεις: στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη κυρίως. Σας αρέσει αυτό. Σας αρέσει το άστυ. Αλλά και τα ταξίδια. Σωστά;

Σ.Κ.: Θα έλεγα ότι ζω στο μεταξύ. Μου αρέσει να μετακινούμαι, είναι μέρος της εμπειρίας τού ζην. Ο βασικός άξονας Αθήνα-Θεσσαλονίκη μού προσφέρει τη χαρά της εβδομάδας των δέκα ημερών, καθώς ο χρόνος διαστέλλεται όταν ζεις υπό πίεση. Μου αρέσει το αστικό τοπίο, το οποίο αρχικά το κατάλαβα σε βάθος επιστημονικά ως Συγκοινωνιολόγος, αλλά πλέον το παρατηρώ και το απολαμβάνω βαθιά ως στροβιλισμούς των ανθρώπινων τροχιών, άλλοτε σπαρακτικών και άλλοτε θριαμβευτικών. Παρότι άνθρωπος των αεροδρομίων μεταφορικά και κυριολεκτικά, φροντίζω μία φορά τον μήνα να ταξιδεύω με αφετηρία τα ΚΤΕΛ του Κηφισού. Κάθε φορά που περνάω από εκεί, διαισθάνομαι τις στρώσεις της μεταπολεμικής ιστορίας της χώρας από τη δεκαετία του ’50 έως σήμερα. Μέσα στο επόμενο εξάωρο, μέσα στο λεωφορείο γράφω συνήθως ένα κείμενο, είτε επίκαιρο είτε πιο βιωματικό.

 

Κ.Τσ.: Ο τίτλος του βιβλίου σας, που μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Επίκεντρο, παραπέμπει σαφώς, και άμεσα, στο βιβλίο του Μάρκες. Εκεί βρίσκονται άραγε οι καταβολές του; Ή θέλατε να τονίσετε κάτι άλλο με την επιλογή του;

Σ.Κ.: Η παράφραση του εμβληματικού τίτλου του Μαρκές έχει μια διάσταση περιπαιχτική και σαρκαστική. Με τον «Έρωτα στα χρόνια του Σύριζα», θέλω να μιλήσω για διάφορες εκδοχές του έρωτα με την ευρύτερη έννοια στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ. Γιά την ερωτική και κοινωνική σχάση που δηλητηρίασε την ζωή μετά το δημοψήφισμα, για τον παράφορο «έρωτα» που αισθάνθηκε ο κόσμος για τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τις άκομψες ερωτοτροπίες του ΣΥΡΙΖΑ με την εξουσία. Βέβαια, το βιβλίο δεν εξαντλείται σε μία ακατάσχετη συριζολογία: συμπυκνώνει την περιπλανώμενη ματιά μου στα χρόνια της κρίσης, μέσα από ένα είδος ημερολογιακών σημειωμάτων, τα οποία ιχνογραφούν ίσως και μια αυτοβιογραφική διάθεση.

 

Κ.Τσ.: Έχουμε περάσει για τα καλά στη δεύτερη πενταετία της Κρίσης, και η αλήθεια είναι πως δεν βρισκόμαστε πολύ μακριά από το σημείο από όπου ξεκινήσαμε — ίσως με κάποιες δεκάδες δισεκατομμύρια επιπλέον χρέος. Για να ξαναγυρίσουμε στον τίτλο του βιβλίου σας, φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ γι’ αυτό; Φταίνε αυτοί που τον επέλεξαν; Είναι ενδεχομένως βαθύτερο το πρόβλημα;

Σ.Κ.: Στην κρίση πιστεύω ότι έγιναν διαδοχικά λάθη από το πολιτικό σύστημα, το οποίο όμως στο τέλος του 2014 είχε βρει ένα βηματισμό προς τη θετική κατεύθυνση. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε ως ταύρος εν υαλοπωλείω, ή καλύτερα σαν ταύρος που κουβαλούσε ένα υαλοπωλείο συνεχώς μαζί του, και μας γύρισε και πάλι στο 2012. Χρειάστηκε να ομολογήσει την αυταπάτη της η κυβέρνηση, να προσκρούσει στον τοίχο, και τώρα να είναι αναγκασμένη να εκτελεί με απροθυμία κάτι που δεν πιστεύει. Το ονομάζω, όλο αυτό, άτεχνο πολιτικό σουρεαλισμό μέσα στο βιβλίο.

 

Κ.Τσ.: Στα κείμενα που απαρτίζουν το βιβλίο αναφέρεστε ονομαστικά σε πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής. Θέλετε να μας πείτε τους πέντε πρώτους; Αυτούς που μονοπωλούν το ενδιαφέρον σας, και αυτούς που ευθύνονται περισσότερο για τα σημερινά αδιέξοδα;

Σ.Κ.: Οι προσωπικές προσεγγίσεις έχουν περισσότερο χαρακτήρα ψυχογραφικό και σημειολογικό. Αυτή η διάσταση με ενδιέφερε πρωτίστως. Γράφω για τον Τσίπρα και τον Βαρουφάκη στο πρώτο μονόπρακτο της κυβέρνησης, τον Κατρούγκαλο ως αντεστραμμένο είδωλο του Βαρουφάκη στο δεύτερο μονόπρακτο, τον Κυρίτση για την cool εμπλοκή με το προσφυγικό, τον Καμένο ως συνέταιρο της κυβέρνησης. Υπάρχουν όμως και πρόσωπα, όπως ο Μπουτάρης, που ψυχογραφώ την προσωπικότητά τους σε σχέση με την πόλη της Θεσσαλονίκης και τις προσδοκίες της.

 

Κ.Τσ.: Είστε πολλά χρόνια στον χώρο της Αριστεράς, και στον παλιό Συνασπισμό από την αρχή του, αν δεν απατώμαι. Εξακολουθείτε να αυτοπροσδιορίζεστε ως αριστερός;

Σ.Κ.: Πέρασα φυσικά με ένταση και έμπνευση από το αναμφισβήτητο σχολείο της Αριστεράς. Έμαθα από τότε τα σχήματα σκέψης, τη γλώσσα και την ιδιοσυγκρασία της στις πιο λεπτές αποχρώσεις της. Πάντα την Ανανεωτική Αριστερά της εποχής. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 στράφηκα συνειδητά και με τη βοήθεια της τεχνοκρατικής παιδείας μου σε αυτό που ονομάζουμε Κεντροαριστερά, αλλά που καλύτερα να το λέμε Σοσιαλδημοκρατία. Σήμερα αισθάνομαι ένας φιλελεύθερος-σοσιαλδημοκράτης που επιθυμεί τη συγκρότηση ενός προοδευτικού πόλου, έξω όμως από τους υποκειμενισμούς και τους βεντετισμούς που βλέπουμε τον τελευταίο καιρό. Συνηθίζω να λέω, κάνοντας χιούμορ, ότι πρέπει να έχεις υπάρξει αριστερός για να μπορείς να κάνεις εύστοχη κριτική στην Αριστερά χωρίς κόμπλεξ κατωτερότητας.

 

Κ.Τσ.: Βλέπετε να υπάρχει κάποια λύση; Πιστεύετε πως έχουμε μάθει, πια, από τα λάθη μας; Ότι έχουν ωριμάσει οι καιροί, τόσο για μεγάλες, ή έστω ευρείες, συγκλίσεις των πολιτικών κομμάτων, όσο και για κάποιου είδους εμπέδωση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων στην κοινωνία;

Σ.Κ.: Δεν ξέρω. Πραγματικά με προβληματίζει αυτό. Πιστεύω ότι το μόνο εφικτό και ρεαλιστικό είναι η συνεργασία των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων. Σε αυτήν την προοπτική χρειάζονται όμως επιτέλους πολιτική εντιμότητα και αλήθειες.

 

Κ.Τσ.: Ωραία. Και πού μπαίνει ο έρωτας σε όλα αυτά;

Σ.Κ.: Μια ερωτική ιστορία του διπλού αρθρωτού διηγήματος στην αρχή του βιβλίου πυροδοτεί το θέμα του έρωτα. Μία γυναίκα, εικαστικός, εκπρόσωπος της μέσης καλλιτεχνικής τάξης, που ριζοσπαστικοποιείται στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ μέχρι τότε είναι μετριοπαθής, ίσως και αδιάφορη, φίλη της Ανανεωτικής Αριστεράς, χωρίζει τον σύντροφό της, ο οποίος, έμπειρος και βαθιά πολιτικοποιημένος, εκπλήσσεται από αυτή την αιφνίδια μεταστροφή. Προσπαθεί να επιλύσει τον γρίφο με πολιτικούς αλλά και ψυχαναλυτικούς όρους. Μάταια όμως, γιατί είναι αδύνατον να επαναφέρει τα πράγματα. Η χρυσόσκονη του έρωτα εξατμίζεται… Μετά, ακολουθούν όλα τα υπόλοιπα κείμενα που μπαίνουν στην πολιτική ουσία, στις προσωπογραφίες, τα βιωματικά και αυτοαφηγηματικά.

 

Κ.Τσ.: Ξεκινάτε, από όσο ξέρω, μία σειρά από παρουσιάσεις. Η πρώτη θα γίνει στο Ντορέ, στη Θεσσαλονίκη. Πώς αισθάνεστε με αυτό, με την επαφή που θα έχετε με πολύ κόσμο, και με τις συζητήσεις που θα προκύψουν;

Σ.Κ.: Είναι μεγάλη μου χαρά αυτή η επαφή με τον κόσμο, με αφορμή το βιβλίο. Θέλω να τους ακούσω. Εξάλλου, ο κόσμος θα κρίνει αν άξιζε αυτή η βιβλιογραφική προσέγγιση που επιχείρησα. Είναι και τιμή για μένα οι σημαντικοί πολιτικοί και συγγραφείς που θα βρίσκονται κοντά μου. Στη Θεσσαλονίκη στις 30 Νοεμβρίου ο Σταύρος Θεοδωράκης, ο Σπύρος Βούγιας, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης και ο Στέφανος Τσιτσόπουλος και στην Αθήνα στις 15 Δεκεμβρίου ο Ανδρέας Λοβέρδος, η Σώτη Τριανταφύλλου, ο Πέτρος Τατσόπουλος και η Πέπη Ραγκούση.

 

Κ.Τσ.: Σας ευχαριστώ πολύ. Και καλοτάξιδο το βιβλίο.

Σ.Κ.: Εγώ σας ευχαριστώ.