Richard Powers, «Ορφέας»

C
Κυριάκος Αθανασιάδης

Richard Powers, «Ορφέας»

Δεν μπορώ να φέρω στο μυαλό μου άλλο μυθιστόρημα που να σε κάνει να ψάχνεις διαρκώς στο Ίντερνετ μουσικά κομμάτια, κλασικούς, προκλασικούς ή μοντέρνους συνθέτες, ολόκληρα συμφωνικά έργα, σπαράγματα πρωτοποριακής μουσικής, ήχους και καλλιτέχνες, γνωστούς και καθόλου γνωστούς μουσικούς, περισσότερες και ακόμη περισσότερες λεπτομέρειες για κινήματα της αβανγκάρντ, ουσιαστικά για όλη την ιστορία της μουσικής του 20ού αιώνα — δεν νομίζω να υπάρχει άλλο βιβλίο μυθοπλασίας που να το διαβάζεις φορώντας ακουστικά στα αυτιά και κάνοντας διαρκώς διαλείμματα από τις λέξεις για να ακούσεις, και να ψάξεις, τις άλλες λέξεις, αυτές που σχηματίζουν οι νότες, και τις έννοιες, την αφήγηση, της μουσικής. Ο Πάουερς κλείνει στο βιβλίο του, ή καλύτερα απελευθερώνει μέσω των σελίδων του Ορφέα, μία πελώρια μουσική ποσότητα, έναν ογκώδη μελωδικό θησαυρό, σε τέτοιο βαθμό και με τόση γενναιοδωρία, που νιώθεις να κολυμπάς διαρκώς μέσα στις νότες, και στις ιστορίες που λένε οι νότες. Και αυτό είναι το σημαντικό εδώ: να ανακαλύψεις τις ιστορίες που κουβαλά η μουσική, αν υπάρχει κάποια ιστορία, και αν υπάρχει ένας τρόπος, ή άπειροι, για να την αφηγηθείς ή για να μπορέσεις απλώς να την ακούσεις και να την αποκωδικοποιήσεις.

Η μουσική είναι ο πραγματικός πρωταγωνιστής του βιβλίου, που μπορεί, από την άλλη, να χαρακτηριστεί σαν «μουσικολογικό οικοθρίλερ», καθώς ο εβδομηντάχρονος Ελς, ένας συνθέτης που ανέκαθεν απευθυνόταν σε ελάχιστους με τα κρυπτικά έργα του, μοναχικός και με μια ζωή γεμάτη λάθη και αποτυχίες σε κάθε τομέα, γίνεται, ή θεωρείται από το κράτος ότι γίνεται, ένας βιολογικός τρομοκράτης: στο μικρό εργαστήριο που εγκαθιστά σπίτι του αποκωδικοποιεί και μετατρέπει το DNA μικροοργανισμών, μονοκύτταρων πλασμάτων, επεμβαίνοντας δραστικά στη φύση τους, έχοντας κατά νου ένα τρομερό σχέδιο: μία —την απόλυτη— σύνθεση. Αλλά αυτά, τα παιχνίδια του Θεού, είναι πράγματα με τα οποία δεν μπορεί, και δεν πρέπει, να ασχολείται κανείς χωρίς να πληρώσει ακριβά επίχειρα.

Ο Ελς θα κυνηγηθεί και θα γίνει ο νούμερο ένα καταζητούμενος στις ΗΠΑ, και θα πρέπει πλέον ταυτόχρονα τόσο να συνεχίσει το έργο του, αν γίνεται κάτι τέτοιο, ή απλώς να παραδοθεί, όσο και να λύσει όλα τα προβλήματα —οικογενειακά, σχέσεων, καλλιτεχνικά— που είχε αφήσει να βαλτώνουν μια ζωή και να τον γρατζουνάν με τα νύχια τους. Και όλα αυτά οδηγώντας χωρίς σταματημό το αυτοκίνητό του, κυνηγημένος, φυγάς, και βουτώντας διαρκώς στο παρελθόν, ξανά και ξανά: το βιβλίο συντίθεται ως επί το πλείστον από μία αλληλουχία δεκάδων φλασμπάκ, που ενώνονται με το παρόν διά της πανταχού παρούσας, θεϊκής μουσικής. Ή της απλώς ανθρώπινης. Γιατί…

…τώρα πια οι άνθρωποι έφτιαχναν μουσική από τα πάντα. Φούγκες από φράκταλ. Πρελούδια από τα δεκαδικά ψηφία τού πι. Σονάτες γραμμένες από τον ηλιακό άνεμο, από εκλογικά αρχεία, από τη ζωή και τον θάνατο παγοκρηπίδων όπως φαίνονταν από το Διάστημα. Έτσι, ήταν απόλυτα λογικό που μια ολόκληρη σχολή είχε δημιουργηθεί γύρω από τη βιοσύνθεση, με τον δικό της σύλλογο, το δικό της περιοδικό και τα δικά της ετήσια συνέδρια. Τα εγκεφαλικά κύματα, η αγωγιμότητα του δέρματος και οι χτύποι της καρδιάς — τα πάντα μπορούσαν να παραγάγουν απροσδόκητες μελωδίες.

Και ξανά, πάλι, το παρελθόν:

Ενώ οι γίπις κάνουν άνω-κάτω το χρηματιστήριο και οι Σοβιετικοί συντρίβουν την Άνοιξη της Πράγας, ο Ελς συνθέτει τριάντα έξι παραλλαγές τού «All You Need Is Love» των Beatles σε ύφος που ποικίλλει από τον μεσαιωνικό Γκιγιόμ ντε Μασό μέχρι τον σύγχρονο Γουόλτερ Πίστον. Μετά, μαζί με τον Μπόνερ, στήνουν μια μαραθώνια εκτέλεση των έργων του, που τα ονομάζει Παραλλαγές στην Αγάπη, μπροστά από την Αίθουσα Τελετών Σμιθ του πανεπιστημίου τους. Εκεί, κάτω από τα χαραγμένα στο μάρμαρο ονόματα του Μπαχ, του Μπετόβεν, του Χάιντν και του Παλεστρίνα, εκατό ερμηνευτές εκτελούν τα διάφορα κομμάτια ο ένας μετά τον άλλο χωρίς σταματημό.

Πρόκειται για θαυμαστό και σπάνιο βιβλίο. Ο Πάουερς είναι πολύ μεγάλος συγγραφέας, και δεν σταματά να εκπλήσσει, να πειραματίζεται και να προχωρά το προσωπικό στιλ και τον μοναχικό δρόμο του. Σπουδαίος. (Στον Ορφέα, μάλιστα, καταφέρνει να παίξει ακόμη και με τους τίτλους των Κεφαλαίων, κρύβοντας με εξαιρετικά έντεχνο τρόπο μέσα τους στοιχεία της πλοκής). Το βιβλίο, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Λιβάνη, είναι γεμάτο ευρήματα και μικρά συγγραφικά θαύματα.

Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να κάνουμε στη μετάφραση: η Μάτα Σαλογιάννη πρέπει οπωσδήποτε να προταθεί για το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης — βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα τρομερά δύσκολο, απίστευτα πολύπλοκο και γεμάτο σπάνιους όρους έργο (υπάρχει και σχετικό πολυσέλιδο Γλωσσάρι στο τέλος του βιβλίου) και μας προσέφερε —μπορώ να φανταστώ τον κόπο που κατέβαλε— ένα γλωσσικό αριστούργημα.

ΥΓ. Ακούστε εδώ τη μουσική του Ορφέα.

[ © εικονογράφησης: Clifford Harper/Agraphia.co.uk ]