Ροσίνι, φτώχεια και φιλότιμο

C
Γιώργος Κυριαζής

Ροσίνι, φτώχεια και φιλότιμο

Υπάρχουν μερικά φυτά που αναπτύσσονται καλύτερα σε γυμνές και ανεμόδαρτες βουνοπλαγιές. Ένα τέτοιο φυτό είναι και η μουσική ιδιοφυία. Οι περισσότεροι σπουδαίοι συνθέτες έζησαν μέσα σε πολύ αντίξοες συνθήκες, οι οποίες φαίνεται πως αποτέλεσαν τροφή για το ταλέντο τους. Ο Μπετόβεν ήταν γιος ενός άπορου τραγουδιστή με άσχημες συνήθειες· ο Μότσαρτ βρισκόταν διαρκώς σε πάλη με τη φτώχεια· ο νεαρός Μπαχ λένε πως περπατούσε ξυπόλυτος γιατί δεν είχε χρήματα να αγοράσει παπούτσια· ο Ροσίνι άρχισε να δουλεύει για να βγάλει το ψωμί του στην ηλικία των επτά ετών· ο Χάιντν, γιος ενός φτωχού επιδιορθωτή τροχών για άμαξες, δούλευε ως υπηρέτης για να μπορέσει να πληρώσει τα μαθήματα μουσικής· ο Βέμπερ, ο Σπορ, ο Γκλουκ, ο Βάγκνερ — τι νόημα έχει η παράθεση των δυσκολιών τους; Όλοι τους πέρασαν από μία περίοδο μεγάλης οικονομικής πίεσης και όλοι βγήκαν νικητές· όχι οικονομικά, αλλά διανοητικά.

Αυτό δείχνει ότι πιθανώς η φτώχεια να αποτελεί κίνητρο για να μεγαλουργήσει κανείς, κάτι που μάλλον γίνεται δυσκολότερο μέσα στην απόλαυση των ανέσεων. Σίγουρα υπήρξαν πολλοί ταλαντούχοι άνθρωποι από εύπορες οικογένειες, αλλά τους έλειψε το κίνητρο ώστε να εκδηλώσουν αυτό το ταλέντο στον βαθμό που θα μπορούσαν. Είχαν, βλέπετε, την ατυχία να γεννηθούν μέσα στις συνθήκες που εξασφάλισε ο Ροσίνι για τον εαυτό του από το πρώτο μισό της ζωής του. Ό,τι κι αν έγραφε, γινόταν δεκτό με ενθουσιασμό. Το χρήμα έρρεε άφθονο. Και μετά, όταν ο Γουλιέλμος Τέλλος του δεν εισέπραξε το σύνηθες χειροκρότημα, ο Ροσίνι αποσύρθηκε από τη σύνθεση, και για τα τελευταία σαράντα χρόνια της ζωής του δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να απολαμβάνει τους καρπούς του ταλέντου και της παραγωγής της νιότης του. Κατ’ αυτή την έννοια, ο Ροσίνι αποτελεί μοναδικό φαινόμενο.

Ο Ροσίνι όμως ήταν η εξαίρεση. Πολλοί σπουδαίοι συνθέτες έμειναν καθηλωμένοι στη φτώχεια μέχρι το τέλος της ζωής τους, ή εισέπραξαν ελάχιστα, σε σχέση με ανθρώπους ανάλογου ταλέντου σε άλλους τομείς της ζωής.

Ο Μότσαρτ άφησε κληρονομιά στην οικογένειά του μόλις εξήντα γκούλντεν, και προσωπική περιουσία που έφτανε μόλις τα τετρακόσια γκούλντεν.

Η περιουσία του Σούμπερτ αποτελούνταν από μερικά ρούχα και μερικές παρτιτούρες, και η αξία της υπολογίστηκε σε εξήντα τρία γκούλντεν. Όμως ο Σούμπερτ άφησε κληρονομιά σε ολόκληρο τον κόσμο 600 τραγούδια (λίντερ), δέκα συμφωνίες και πολλές άλλες συνθέσεις, οι οποίες αποδείχτηκαν χρυσωρυχείο για τους εκδότες του.

Ο Μπετόβεν τα κατάφερε κάπως καλύτερα. Μετά τον θάνατό του, πουλήθηκαν τα έπιπλά του και οι παρτιτούρες του· και, όταν πληρώθηκαν όλα τα έξοδα της ιατρικής φροντίδας που δέχτηκε για την τελευταία ασθένειά του, το υπόλοιπο έφτανε τις εννιά χιλιάδες γκούλντεν, δηλαδή κάτι πάνω από οκτακόσιες αγγλικές λίρες. Πολύ σωστά, λοιπόν, σχολίασε ο διαχειριστής της περιουσίας του:

Εκείνος ήταν απλώς ένας δάσκαλος· ήξερε μόνο την τέχνη του, τα κέρδη τα άφησε στους άλλους.

Είναι αλήθεια πως η επιτυχία είναι πάντοτε μεταθανάτια.

[ Μετάφραση από το βιβλίο Anecdotes of Great Musicians, του W. Francis Gates, Λονδίνο, 1896 ].