Σαν γλυκιά, ζεστή σοκολάτα

C
Βίβιαν Αβρααμίδου-Πλούμπη

Σαν γλυκιά, ζεστή σοκολάτα

Δεν ξέρω πώς μου είχε κολλήσει πως ο τίτλος του βιβλίου ήταν «Μιλώντας στην Αθήνα για το χάος και την πολυπλοκότητα»… Ίσως γιατί έτσι άφησα την Αθήνα όταν αποφασίσαμε να μετοικίσουμε στην Πράγα το 1997. Πολύπλοκη όταν προσπαθούσες να δουλέψεις στο περιβάλλον της, χαώδη όταν «ταξίδευες» στους δρόμους της, όποιο μέσο και να χρησιμοποιούσες. Ίσως κάπου μέσα μου βαθιά να τρέφω την ελπίδα πως κάποιος μάγος θα ξυπνούσε επιτέλους από τον μακάριο ύπνο του για να βάλει μια τάξη σ’ αυτή την κατά τα άλλα ερωτική πόλη. Και ίσως να είναι πράγματι αυτό το επόμενο βήμα που σχεδιάζουν να κάνουν οι συγγραφείς του βιβλίου, ο Τεύκρος Μιχαηλίδης και ο Τάσος Μπούντης. Γιατί, όντως, για μάγοι μού μοιάζουν τώρα που διάβασα το βιβλίο. Θα εξηγήσω τους λόγους, αφού όμως πρώτα βάλω τα πράγματα στη θέση τους. Ο τίτλος του βιβλίου είναι «Μιλώντας στην Αθηνά για το χάος και την πολυπλοκότητα» και έχει εκδοθεί πρόσφατα από τις Εκδόσεις Πατάκη.

Η Αθηνά, μαθαίνουμε στην τελευταία σελίδα του βιβλίου, είναι μια μετεωρολόγος, σύζυγος συγκοινωνιολόγου και μητέρα του μικρού Αντρέα, ο οποίος φαίνεται να ενθουσιάζεται με τα ίδια πράγματα που έκαναν τη μητέρα του να μας διηγηθεί αυτή την ιστορία. Γιατί η ιστορία αφορά τα νεανικά χρόνια της Αθηνάς, όταν, μαθήτρια ακόμα η ίδια, είχε την τύχη να κατοικεί δίπλα στον κύριο Αρχιμήδη, μαθηματικό στο πανεπιστήμιο και άριστο δάσκαλο.

Όλα ξεκινάνε κάτω από μια καταρρακτώδη βροχή, που έρχεται να ματαιώσει τα σχέδια της νεαρής Αθηνάς και των φιλενάδων της για τριήμερη εξόρμηση στην εξοχή. Ο εκνευρισμός της Αθηνάς για την «ασυνέπεια» των μετεωρολόγων είναι το πρώτο στοιχείο του χαρακτήρα της που μας κάνει να τη συμπαθήσουμε και να συμπάσχουμε μαζί της. Δεν είναι λίγες οι φορές που μας «τα αλλάζουνε» οι κατά τα λοιπά συμπαθέστατοι —και πολλές φορές καλλίγραμμοι— μετεωρολόγοι και μας πικραίνουνε. Η βροχή όμως αυτή θα είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να μάθει η Αθηνά, πάνω από ένα φλιτζάνι ζεστή σοκολάτα, ποιοι είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν την πρόγνωση και πώς μεταβάλλονται στον χρόνο. Πώς μια αμελητέα μεταβολή στις αρχικές συνθήκες μπορεί τελικά να προκαλέσει μια διόλου αμελητέα μεταβολή στο προβλεπόμενο τελικό αποτέλεσμα. Κι αυτό θα το μάθει με απλό τρόπο και γλυκά, όσο γλυκιά είναι και η σοκολάτα που απολαμβάνει στο σπίτι του καθηγητή. Θα της μιλήσει βέβαια με τους όρους των αριθμών, των στρογγυλοποιήσεων και των διαφορικών εξισώσεων, αλλά με παραδείγματα απλά και κατανοητά. με τρόπο ανάλαφρο, όπως το πέταγμα μιας πεταλούδας, για ν’ αντιληφθεί την έννοια της πολυπλοκότητας και πράγματα φαινομενικά δυσνόητα όπως η προσομοίωση στο μοντέλο του Lorenz.

Η Αθηνά θα γλυκαθεί και θα ζητάει να τα μάθει όλα. Άλλο που δεν θέλει, βέβαια, ο καθηγητής Αρχιμήδης. Με επαναλαμβανόμενες συναντήσεις πότε γύρω από το τραπέζι τού σαλονιού του, πότε στο γειτονικό τους πάρκο και μια τελευταία φορά κάτω από τον έναστρο ουρανό παρέα με τις κολλητές της φιλενάδες, η Αθηνά, οι φίλες της, κι εμείς μαζί τους, θα γλιστρήσουμε από την «πολυπλοκότητα» στη «δομή» κι από κει στην «αυτοομοιότητα υπό αλλαγή κλίμακας», στους «αλγόριθμους», στην «ανάδραση» και στα «φράκταλ». Στην «οικονομία της φύσης». Και καθόλου δεν θα δυσκολευτούμε σ’ αυτό το ταξίδι, γιατί ο κύριος Αρχιμήδης θα φροντίσει να έχουμε μπροστά μας απτά παραδείγματα από την καθημερινή μας ζωή: μια μουριά κι ένα μπρόκολο, μια φτέρη και το κυκλοφορικό σύστημα στο ανθρώπινο σώμα θα μας τα φέρουν όλα μπροστά στα μάτια μας.

Και θ’ αναρωτηθεί η νεαρή Αθηνά: «Λες να λειτουργεί ο κόσμος μας με τόσο μαθηματικό τρόπο;» «Ξέρει η φύση μαθηματικά;» Για να της απαντήσει ο σοφός κύριος Αρχιμήδης πως, «Δεν ξέρω τι ξέρει η φύση. Ξέρω όμως ότι με τα μαθηματικά μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα τη φύση και, σίγουρα, να τη δούμε διαφορετικά!»

Το ταξίδι συνεχίζεται σε ακόμα πιο βαθιά νερά. Σε έννοιες που νομίζαμε πως κατείχαμε. Για το τυχαίο και τις πιθανοθεωρίες. Και πάνω που μας τρόμαξε ο κύριος Αρχιμήδης πετώντας μπροστά μας ένα βιβλίο δυο αιώνων παλιό του Γάλλου Laplace, που ούτε λίγο ούτε πολύ έλεγε πως «το τυχαίο δεν υπάρχει και ότι είναι απλώς προϊόν της άγνοιάς μας», ήρθαν τα λόγια του να ηρεμήσουν εμάς τους στατιστικούς και να μας πει πως, παρότι κάποια στιγμή μια φοβερή ευφυία που την είπανε «δαίμονα του Λαπλάς» θα είναι «σε θέση να γνωρίζει τα πάντα και θα έχει τη δυνατότητα να αναλύσει όλα τα δεδομένα», να μη φοβόμαστε, μας είπε, αυτό δεν προβλέπεται να γίνει στη δική μας γενιά, ούτε αυτήν των παιδιών μας, ούτε καν σ’ αυτήν των παιδιών των παιδιών των παιδιών μας. Ουφ! Ανακουφίστηκα. Κρίμα να πάνε στράφι τόσες σπουδές και περγαμηνές. Ευτυχώς, μας λέει, «η λέξη τυχαίο θα συνεχίσει να υπάρχει αιώνια, και η θεωρία των πιθανοτήτων θα συνεχίσει να ευδοκιμεί και να αναπτύσσεται, ενώ η θεωρία της πολυπλοκότητας θα συνεχίσει να προσφέρει όλο και περισσότερες υπηρεσίες στην ανθρωπότητα, βοηθώντας τη να κατανοήσει τα χαοτικά φαινόμενα».

Δεν έχω σκοπό να σας τα πω όλα εδώ, γιατί δεν θα υπήρχε λόγος να διαβάσετε το βιβλίο. Πρέπει όμως να σας προειδοποιήσω πως με αυτόν τον γλυκό του τρόπο ο κύριος Αρχιμήδης —και ίσως με την Αθηνά συνεργό… δεν μπορώ να πάρω όρκο γι’ αυτό—, βήμα το βήμα, σκοπό είχαν από την αρχή να μας οδηγήσουν στο χάος!

Μας ξεγελάνε. Μας τα λένε με ήρεμο τρόπο. Θα μας μιλήσουν για την «τυπική απόκλιση», για την «αρχή της απροσδιοριστίας», για τα «τοπολογικά ισοδύναμα», που θα μας τα συνοδέψουν με κάτι πανέμορφα σχήματα που θα τα ζηλέψουμε. Και κάποια θα μας τα πουν τέρατα, κι ας βλέπουμε εμείς πανέμορφα σκίτσα που καθόλου δεν μας τρομάζουν. Θα μας μιλήσουν για μαγνητικούς τομογράφους και για πίξελ, για να γυρίσουμε πίσω στους αριθμούς και στις ρίζες και στους μιγαδικούς αριθμούς και στα γεωμετρικά σχήματα και στις εξισώσεις και που με έναν μαγικό, σας διαβεβαιώ, τρόπο όλα θα είναι κατανοητά. Κι εκεί, εντελώς ξαφνικά, θα βρεθούμε στον αριθμό 3,57 — και ξέρετε κάτι; Εκεί θα μας ομολογήσουν πως σ’ αυτό ακριβώς το σημείο βρίσκεται η «είσοδος» για το χάος!

Δεν σας λέω άλλα. Άλλωστε ό,τι και να πω, ο ίδιος ο κύριος Αρχιμήδης θα φροντίσει να σας ηρεμήσει στο τέλος του βιβλίου, κάτω από τον έναστρο ουρανό, με τη διαβεβαίωση, για μια ακόμα φορά, πως δεν είναι να φοβάται κανείς τίποτα. Ούτε ακόμα και το χάος. Άλλωστε, θα μας πει, έχει αποδειχθεί ατράνταχτα πως «οι διαφορετικοί ρυθμοί του εγκεφάλου μας, ενώ είναι κι αυτοί γενικά περιοδικοί, περιέχουν μια υγιή δόση χάους στη δυναμική τους». Η «μείωση του χάους στο ηλεκτροεγκεφαλογράφημα επιληπτικών ατόμων συνδέεται άμεσα με την εκδήλωση κρίσης!» Ε, λοιπόν, εγώ προτιμώ να παραμείνουμε στο χάος μας.

Είναι κάποια θέματα που παραμένουν αδιευκρίνιστα στο βιβλίο. Όπως η πρόβλεψη μιας οικονομικής κρίσης, το να προλαβαίνουμε την εξάπλωση μιας επιδημίας, ή να ελέγχουμε κοινωνικά φαινόμενα που συνταράζουν σήμερα την ανθρωπότητα, όπως το προσφυγικό και η τρομοκρατία. «Αυτά», μας λέει ο κύριος Αρχιμήδης βγάζοντας εντέχνως την ουρά του απέξω, «περιμένουμε από εσάς, τη νέα γενιά, να τα αντιμετωπίσετε».

Το βιβλίο προσωπικά το βρήκα συναρπαστικά ενδιαφέρον. Λες και ο κύριος Αρχιμήδης κράταγε εμένα από το χέρι και με οδηγούσε βήμα-βήμα από τη μια έννοια στην άλλη, με ιδιαίτερα εκλαϊκευμένο τρόπο, βοηθώντας με να αντιληφθώ όχι μόνο τις συγκεκριμένες έννοιες —κάποιες εντελώς ξεχασμένες, κάποιες άλλες παντελώς άγνωστες—, αλλά και να δω την εφαρμογή τους στην καθημερινότητά μας. Όσο το διάβαζα, είχα στη μύτη μου τη μυρουδιά του καπνού της πίπας του —Erinmore ήταν, απόλυτα σίγουρη είμαι κι ας την είχε σβηστή—, ενώ ο ουρανίσκος μου γευόταν τη ζεστή σοκολάτα. Δεν είχα ευτυχίσει στα μαθητικά μου χρόνια να έχω σαν μαθηματικό την κυρία Ελένη της ιστορίας, το βιβλίο όμως των Μιχαηλίδη-Μπούντη μού κάλυψε απόλυτα πολλά από τα κενά που κουβαλούσα.