«Σκάνδαλο», του Σουσάκου Έντο

C
Παναγιώτης Χατζηγιαννάκης

«Σκάνδαλο», του Σουσάκου Έντο

Το «Σκάνδαλο», έργο ωριμότητας του Shūsaku Endō, είναι ένα βιβλίο ασυνήθιστο. Το διαβάζεις και το βάζεις πίσω στη βιβλιοθήκη σου με ένα αίσθημα ικανοποίησης. Μετά από εβδομάδες όμως ανακαλύπτεις ότι είναι ακόμα σφηνωμένο σε μια πτυχή του εγκεφάλου σου και επανέρχεται αναπάντεχα.

Ο ήρωας του βιβλίου θα μπορούσε να είναι το alter ego του συγγραφέα, μια και του έχει δώσει πολλά από τα χαρακτηριστικά του. Είναι και οι δύο στα πρόθυρα των γηρατειών, πάσχουν από μια ανίατη ασθένεια που τους ταλαιπωρεί όλη τους τη ζωή και, το κυριότερο, είναι Καθολικοί Χριστιανοί βαφτισμένοι στην ίδια ηλικία κατόπιν θελήσεως της μητέρας τους. Το θρήσκευμα καθορίζει το έργο και τη ζωή τους. Μέσα από τις σκέψεις του ήρωα βλέπουμε πως αντιμετωπίζουν οι Ιάπωνες μια θρησκεία εντελώς ξένη προς τη δικιά τους ψυχοσύνθεση. Από τις διώξεις του παρελθόντος και την αντιμετώπισή τους ως παριών μέχρι και σήμερα, που, παρά την αποδοχή τους, εξακολουθούν να θεωρούνται σαν εξωτικά φρούτα.

Το βιβλίο που με τη βράβευσή του ξεκινά το μυθιστόρημα θα μπορούσε να είναι η «Σιωπή» του συγγραφέα που κέρδισε το βραβείο Tanizaki. Μια εναρκτήρια σκηνή που δεν σε προετοιμάζει για το τι θα ακολουθήσει. Είναι μια τελετή βράβευσης για το τελευταίο έργο του Σουγκούρο, ενός διαπρεπούς και δημοφιλούς μυθιστοριογράφου, που θεωρείται και το αριστούργημά του. Όλοι είναι εκεί: εκδότες, συνάδελφοι συγγραφείς, κριτικοί, δημοσιογράφοι, πολιτικοί. Στο βήμα ο Κανό, φίλος του Σουγκούρο και επίσης διάσημος συγγραφέας, που τον προλογίζει. Όταν ανεβαίνει να παραλάβει το βραβείο σε ένα ανοιγοκλείσιμο του ματιού, ο Σουγκούρο βλέπει στο βάθος της αίθουσας έναν άντρα που του μοιάζει καταπληκτικά να χαμογελά σαρκαστικά. Όσο και αν ψάξει με τα μάτια μέσα στο πλήθος, δεν θα τον ξαναδεί. Στη δεξίωση που ακολουθεί, άλλο ένα γεγονός έρχεται να ταράξει την ευχάριστη ατμόσφαιρα. Μια νεαρή κοπέλα, μισομεθυσμένη, εντελώς αταίριαστη με το περιβάλλον, θα τον πλησιάσει ισχυριζόμενη ότι τον ξέρει από τις συχνές επισκέψεις του στη συνοικία Σιντζούκου — μια περιοχή πορνείων του Τόκιο. Η κοπέλα απομακρύνεται με συνοπτικές διαδικασίες, αλλά, ένας ζηλόφθονος ήσσονος σημασίας δημοσιογράφος, ο Κομπάρι, θα δει σε όλο αυτό την ευκαιρία να βγει από την αφάνεια ξεσκεπάζοντας τον συγγραφέα. Ο ίδιος ο Σουγκούρο αποφασίζει επίσης να ξεκαθαρίσει την υπόθεση και ξεκινά μια έρευνα που θα τον οδηγήσει στην ίδια την άβυσσο.

Αυτό εδώ δεν είναι βιβλίο δράσης: είναι μια κάθοδος στον εσωτερικό σου Άδη. Όσο το διαβάζεις, τόσο εντείνεται ένα αίσθημα φόβου μέσα σου, παρόμοιο με αυτό που έχεις όταν παρακολουθείς τον «Ένοικο» του Πολάνσκι. Ο Σουγκούρο περιφέρεται χαμένος στη δαιδαλώδη συνοικία και ανακαλύπτει πράγματα που τον αφήνουν άφωνο και τρομοκρατημένο. Η σκηνή στην οποία αντικρίζει το χυδαίο πορτρέτο που του έχει φιλοτεχνήσει η κοπέλα είναι αντάξια ενός Όσκαρ Ουάιλντ. Χαμένος μέσα στους λαβυρίνθους του μυαλού του και τις καταπιεσμένες επιθυμίες χρόνων, προσπαθεί να βρει τη λύση. Μόνες στιγμές ανάπαυλας και κανονικότητας του βιβλίου είναι οι στιγμές που περνά με τη γυναίκα του. Αλλά και πάλι —ως τυπικός Ιάπωνας— την αγαπά, τη σέβεται, μα δεν θα τη κάνει ποτέ κοινωνό των μύχιων σκέψεών του. Η ζωή του, επαγγελματική και κοινωνική, είναι έξω από το σπίτι: τα πάντα κρατούνται σε απόσταση από την οικογενειακή εστία, κάτι που είναι από μόνο του ζοφερό.

Ως αναγνώστης αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι μέσα σε ένα γαλήνιο τοπίο του Ogata Kōrin. Κάθεσαι κάτω από τις κερασιές και χαζεύεις ένα ήσυχο ρυάκι. Αλλά υπάρχει κάτι απροσδιόριστο μέσα στην ηρεμία του τοπίου. Κάτι που σε κάνει να κοιτάς πάνω από τον ώμο σου. Κάτι κακό που παραμονεύει, αλλά που δεν καταλαβαίνεις τι είναι. Όταν, δε, αρχίζεις ίσως να κατανοείς τι μπορεί να συμβαίνει, τρομάζεις ακόμα περισσότερο — και δεν θέλεις καν να το αντικρίσεις. Ίσως γιατί το μόνο που έχεις να δεις είναι ένα οικείο καθρέφτισμα στο νερό…

Δεν μπορώ να κατατάξω αυτό το βιβλίο κάπου. Ψυχολογικό θρίλερ; ερωτικό; το δράμα της ανθρώπινης ύπαρξης; Το τέλος, ρεαλιστικό, συγκλονιστικά κυνικό, σε αφήνει μετέωρο στον Εφιάλτη.

Η εξαιρετική μετάφραση του Αύγουστου Κορτώ αποδίδει με επάρκεια την ατμόσφαιρα του ζόφου, της σήψης και της παρακμής.

Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη