Το σπίτι και η πόλη του χρόνου

L
Νίκος Ψαρρός

Το σπίτι και η πόλη του χρόνου

Ο χρόνος κατά τον Αριστοτέλη είναι «ο αριθμός», δηλαδή το μέτρο, της μεταβολής σε σχέση με το πριν και το μετά. Ο προσδιορισμός αυτός χαρακτηρίζει τον χρόνο ως μέρος της πραγματικότητας και την πραγματικότητα ως πεδίο όπου συμβαίνουν μεταβολές. Όμως ποιος μετρά, ποιος αριθμεί; Η απάντηση του Αριστοτέλη είναι: ο ανθρώπινος νους. Με άλλα λόγια, ο χρόνος είναι μια φυσική πραγματικότητα που όμως για να γίνει φυσική πραγματικότητα απαιτεί την πραγματικότητα του ανθρώπινου νου. Χωρίς τον νου υπάρχει στη φύση μόνο η απροσδιόριστη μεταβολή – χωρίς χρόνο. Ο νους δίνει στη μεταβολή τη χρονικότητα, κάνει την απλή μεταβολή αλλαγή. Και αυτό συμβαίνει επειδή μόνο ο νους αντιλαμβάνεται τη φύση της αλλαγής: αντιλαμβάνεται ότι η αλλαγή προϋποθέτει κάτι σταθερό που καθορίζει την αρχή και το τέλος της.

Η αντίρρηση έρχεται αυθόρμητα: ο χρόνος είναι ένα μέρος της φύσης, μια διάσταση, όπως μας διδάσκει η φυσική επιστήμη, κάτι αντικειμενικό και ανεξάρτητο από τον ανθρώπινο νου. Αυτή η αντίρρηση παραβλέπει όμως το γεγονός ότι και η επιστήμη είναι αποτέλεσμα της λειτουργίας του ανθρώπινου νου. Χωρίς αυτόν δεν θα υπήρχε επιστήμη και όλες οι μεταβολές στη φύση θα συντελούντο σύμφωνα μεν με τη δική τους φύση αλλά χωρίς να αποτυπώνονται στον νου και χωρίς να είναι αντικείμενο και περιεχόμενο της επιστήμης.

Ο χρόνος λοιπόν είναι ο χρόνος των νοημόνων όντων, είναι ο ανθρώπινος χρόνος, είναι ο χρόνος μας. Ο χρόνος είναι η συνείδηση του γεγονότος ότι όλα στον κόσμο, στη φύση αλλά και στον κόσμο των ανθρώπων, αλλάζουν, όλα αρχίζουν και τελειώνουν, και του γεγονότος ότι όλες αυτές οι αλλαγές βασίζονται σε κάτι που παραμένει αμετάβλητο: ο άνθρωπος γεννιέται, μεγαλώνει, γερνά και πεθαίνει, παραμένει όμως πάντοτε το ίδιο πρόσωπο στις διάφορες φάσεις της ζωής του. Το ίδιο ισχύει για κάθε ζωντανή ύπαρξη, αλλά και για καθετί που έχει μια υπόσταση, που είναι κάτι συγκεκριμένο: η Ατλαντίδα χάθηκε στα κύματα του ωκεανού, αλλά παραμένει η Ατλαντίδα που χάθηκε· η Ευρώπη αλλάζει όψη καθώς τα σύνορα ανάμεσα στα κράτη αλλάζουν, αλλά παραμένει η Ευρώπη· ο Παρθενώνας μπορεί σήμερα να θυμίζει ελάχιστα την όψη που είχε όταν ο Ικτίνος τον παρέδωσε στην πόλη των Αθηνών, αλλά παραμένει ο Παρθενώνας.

Ο χρόνος είναι όμως ο χρόνος των νοημόνων όντων, ο χρόνος των ανθρώπων, γιατί οι άνθρωποι είναι τα μόνα όντα σ’ αυτόν τον πλανήτη που δεν έχουν χρόνο. Είναι τα μόνα όντα που ξέρουν ότι οι μέρες τους σ’ αυτόν τον κόσμο είναι μετρημένες. Δεν ξέρουν πόσες τούς έχουν δοθεί και πόσες τούς μένουν –κι αυτό είναι καλό–, αλλά ξέρουν ότι δεν έχουν την αιωνιότητα στη διάθεσή τους. Ξέρουν όμως ότι αυτό που θα κάνουν τις μετρημένες μέρες που τους έχουν δοθεί θα τους συνοδεύει μια αιωνιότητα. Γι’ αυτό οι άνθρωποι μετρούν όχι μόνο τον χρόνο ως σχετική διάρκεια αλλά και ως μονάδα μιας ποσότητας που εξαντλείται: μετράμε τις ώρες, τις μέρες, τους μήνες και τα χρόνια. Και σημειώνουν στα τεφτέρια της μνήμης, της προσωπικής και της συλλογικής, τα γεγονότα που έχουν συμβεί. Και βάζουν στόχους και μετρούν πόσους έχουν επιτύχει, σε πόσους έχουν αστοχήσει και πόσοι μένουν ακόμα, για το μέλλον.

Είμαστε τα όντα που ζουν στον χρόνο, που κάνουν τον χρόνο πραγματικότητα, μια πραγματικότητα αδυσώπητη, που δρα ενάντια στους δημιουργούς της. Όμως, ακριβώς επειδή γνωρίζουμε ο χρόνος κυλά ασταμάτητα, γνωρίζουμε ότι είναι μόνο ο χρόνος της αλλαγής. Και η αλλαγή, όπως είπαμε, προϋποθέτει κάτι που παραμένει το σταθερό υπόστρωμα όλων όσων μεταβάλλονται. Παρόλο που γνωρίζουμε ότι ο χρόνος μας σ’ αυτόν τον κόσμο δεν είναι άπειρος, γνωρίζουμε ότι κάθε στιγμή του έχει στραμμένο το βλέμμα της στην αιωνιότητα. Κι έτσι μπορούμε να ζούμε κάθε στιγμή της ύπαρξής μας σαν να είναι η αιωνιότητα. Ζούμε στο τώρα, και το τώρα περιέχει όλο τον χρόνο της ύπαρξής μας, τον χρόνο που πέρασε, τον χρόνο που υπήρξε χωρίς εμάς, τον χρόνο που θα έρθει και τον χρόνο που θα έρθει χωρίς να είμαστε πια.

Αυτό το τώρα της ζωής μας είναι το σπίτι μας στον χρόνο. Ένα σπίτι όμως που κάθε στιγμή γκρεμίζεται και ξαναχτίζεται και όμως παραμένει αυτό που είναι: το τώρα. Και, όπως τα πολλά σπίτια φτιάχνουν ένα χωριό και μια πόλη, έτσι και τα πολλά τώρα φτιάχνουν μια πόλη στον χρόνο. Την πόλη αυτή την ονομάζουμε έτος ή χρονιά· και, όπως τα σπίτια που την αποτελούν, γκρεμίζεται και ξαναχτίζεται. Όμως, επειδή αποτελείται από πολλά τώρα, την γκρεμίζουμε και την ξαναχτίζουμε συμβατικά – μετρώντας τον χρόνο. Και τη στιγμή που αυτή η πόλη χάνεται και ξαναγεννιέται κάνουμε μια γιορτή και ευχόμαστε κι ελπίζουμε η καινούργια μας πόλη στον χρόνο να έχει ακόμα θέση και για το δικό μας χρονόσπιτο, το δικό μας τώρα.

Καλή χρονιά λοιπόν με υγεία, αγάπη και ευτυχία!

[ Εικονογράφηση: Aarrti Zaveri, 2013 ]