Στην Προύσα

D
Γιάννης Δημητρόπουλος

Στην Προύσα

Κάποια επαγγελματικά ταξίδια με έκαναν να δω αλλιώς τα μέρη που ήδη ήξερα. Κάποια άλλα πάλι ήταν αφορμές για μεταγενέστερες προσωπικές επισκέψεις, ή απλά γέννησαν τέτοια επιθυμία. Στα τελευταία περιλαμβάνεται ένα πέρασμα από την Προύσα το 2012, που δεν έχει ακόμη ακολουθηθεί από επιστροφή. Οι καιροί, με την υγειονομική, οικονομική και εντέλει ταξιδιωτική κρίση, επιβάλλουν αναγκαστική αναμονή – και παραμονή στις αναμνήσεις.

Στην κάτοψη, η Προύσα περιορίζεται στον Νότο της από μια πλαγιά με σχήμα «ημισελήνου», θα έλεγε κανείς υπαινικτικά. Ο μηχανικός μέσα μου προτιμά να μιλά για τόξο, που συνοδεύεται από μια σειρά «χορδές» προς Βορράν, διαδοχικά όρια της πόλης στην έκταση που επιλέγει ο καθένας να τη δει. Ο παλιός πυρήνας φτάνει έως τις γραμμές του «νοσταλγικού» τραμ και του μετρό. Η νέα πόλη επεκτείνεται σε δύο ζώνες, μία εσωτερική έως την κεντρική λεωφόρο και μια εξωτερική έως τον παλιό περιφερειακό (του ζωολογικού κήπου). Πιο έξω υπάρχει ο μικρός αυτοκινητόδρομος «22» του Ίνεγκιολ και ο μεγάλος υπ’ αριθμόν «5» προς την κρεμαστή γέφυρα και την Πόλη. Οριστικό τέλος δίνει η ακτογραμμή της Προποντίδας με τα Μουδανιά και την Κίο/Γκέμλικ. Αυτή είναι η Προύσα, που ξεκινά από τον Όλυμπο/Ούλουνταγ (με τα δυόμισι χιλιάδες μέτρα υψόμετρο, το χιονοδρομικό κέντρο και το τελεφερίκ) και καταλήγει στις λίμνες, τους ελαιώνες και τη θάλασσα.

Τα ελληνικά στοιχεία της σημερινής Bursa πηγαίνουν πολύ πέρα από το αρχαίο όνομα. Παρέμειναν στον τόπο μέχρι την ανταλλαγή πληθυσμών της δεκαετίας του 1920 και σώζονται σήμερα σε κάποια απομεινάρια εκκλησιών, όπως στην παραλιακή Τρίγλια, τόπο προέλευσης των προσφύγων που μεταφέρθηκαν αργότερα στους ομώνυμους οικισμούς της Αττικής (σημερινή Ραφήνα) και της Χαλκιδικής.

Η Προύσα όμως δεν ήταν ούτε γκιαούρ όπως η Σμύρνη ούτε, βεβαίως, θρυλική ως «Βασιλεύουσα» του έθνους μας. Από νωρίς, αρκετά πριν την άλωση της Πόλης, έγινε σημαντική πρωτίστως για τους Τούρκους. Ήταν η πρώτη πρωτεύουσα των Οθωμανών και ο τόπος όπου θάφτηκε ο ιδρυτής της αυτοκρατορίας Οσμάν, στο σημείο ενός παλιότερου χριστιανικού ναού (όπως συνηθίζεται στην «ιερά γεωγραφία» σε όλον τον κόσμο).

Η «πράσινη Προύσα» δεν λέγεται έτσι μόνο για το φυσικό της περιβάλλον, ούτε δόθηκε τυχαία αυτό το χρώμα στο παλιομοδίτικο τραμ: το πράσινο είναι συνυφασμένο με την ισλαμική παράδοση, που εκδηλώνεται έντονα στον ιστορικό πυρήνα της πόλης. Το Μεγάλο Τέμενος είναι ο εντυπωσιακότερος ναός, όχι όμως το μοναδικό συνυφασμένο με την παράδοση σημείο. Λίγες εκατοντάδες μέτρα πιο πάνω, στο πολιτιστικό κέντρο Καραμπασή-Βελή, διοργανώνονται βραδιές «αναβίωσης» του σουφισμού. Δυστυχώς η μεγάλη διάρκεια του «κηρύγματος αγάπης» στο οποίο παρευρεθήκαμε ως τυχαίοι επισκέπτες το 2012 (βγάζοντας τα παπούτσια και μένοντας οκλαδόν με το ευγενικό πλήθος στο δάπεδο του παλιού μοναστηριού ή «τεκέ») δεν μας επέτρεψε να μείνουμε αρκετά ώστε να προλάβουμε τους περιστρεφόμενους δερβίσηδες.

Κατηφορίζοντας στο κέντρο της πόλης των δύο εκατομμυρίων και των αυτοκινητοβιομηχανιών Φίατ και Ρενό, η φαινομενική ερημιά του σαββατόβραδου μας παραξένεψε. Ψάχνοντας, μετά το δείπνο, ένα nightcap με τους συναδέλφους στο τέλος μιας ενδιαφέρουσας και απαιτητικής εβδομάδας, δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι το μόνο μέρος με ποτό ήταν «το κλαμπ» που ήθελε να μας προξενέψει ο γερμανοτραφής πορτιέρης, όσο περιμέναμε το ταξί για να φύγουμε από το εστιατόριο με το τοπικό ισκεντέρ κεμπάμπ. Ρωτώντας όμως πας «στην Πόλη» και στα σωστά μέρη της Προύσας: οι νέοι που μας πρότειναν να τους ακολουθήσουμε μάς οδήγησαν στη «νησίδα» διασκέδασης γνωστή ως Αράπ Σικρί.

Ο πεζόδρομος με το επίσημο όνομα Σακάρια/Σαγγάριος, στην παλιά εβραϊκή γειτονιά, ήταν γεμάτος εστιατόρια, μπαρ και –παρά τις σχεδόν μηδενικές θερμοκρασίες μετά τον όψιμο χιονιά– πλανόδιους μουσικούς. Το γενί ρακί, ούζο με τα όλα του, ζέστανε τη βραδιά και διέλυσε τις όποιες εντυπώσεις σοβαροφάνειας. Δεν θα τις είχαμε αν ξέραμε τότε ότι η Προύσα ήταν ο τόπος της περίφημης ζεϊμπεκιάς του Κεμάλ, σε μια βραδιά που τιμούσε τον «ελευθερωτή» της πόλης από την ελληνική κατοχή («προαπαιτούμενη» στρατιωτική ενέργεια πριν τη συνθήκη των Σεβρών). Αν επίσης ξέραμε για τον ίδιο τον Αράπ Σικρί, τον Μουσουλμάνο από τα Βοδενά (Έδεσσα) που συμμετείχε στον ίδιο πόλεμο, σε ειδικές αποστολές χάρη στη γνώση των ελληνικών, και αργότερα άνοιξε την πρώτη ταβέρνα και γύριζε ο ίδιος τους πελάτες στα σπίτια τους με την ιππήλατη άμαξα ή «παϊτόνι». Και, τέλος, αν αναγνωρίζαμε από τότε την Προύσα σαν πόλη των δυάδων: του Οσμάν και του γιου Ορχάν, του Ισλάμ και του Χριστιανισμού, του βουνού και της θάλασσας, της Φίατ και της Ρενό, και τέλος των θεωρούμενων «τοπικών ηρώων» με γλυπτά αλλά και ολόκληρο μουσείο στο όνομά τους: του Καραγκιόζη και του Χατζηαβάτη.

Εικ.: Το πολιτιστικό κέντρο Καραμπασή-Βελή (φωτογραφία: Φάνης Παπαδημητρίου)