Τετράποδοι επιβάτες

L
Χρυσούλα Δημοπούλου

Τετράποδοι επιβάτες

Η ημέρα είναι βροχερή και στο κέντρο ο ήχος κλήσης από την εφαρμογή χτυπά ακατάπαυστα. Βρίσκομαι ακινητοποιημένη κάπου στο Κολωνάκι και η κλήση είναι από την πλατεία της Αγίας Ειρήνης — ολόκληρο ταξίδι για την κίνηση που έχει. Αναρωτιέμαι γιατί η επιβάτιδα έχει την υπομονή να με περιμένει τόση ώρα.

Όταν φτάνω, καταλαβαίνω την αιτία.

Η αιτία είναι μικρόσωμη, τριχωτή και τη λένε Κίρκη. Κάθεται στην αγκαλιά της κυρίας στο πίσω κάθισμα. Στην πρώτη κίνηση των υαλοκαθαριστήρων, η Κίρκη γρυλίζει, δείχνει τα δόντια της, γίνεται πολύ ανήσυχη. Σύμπτωση, σκέφτομαι. Στην αμέσως επόμενη κίνησή τους, όμως, η Κίρκη πραγματικά επαναστατεί. Γαβγίζει, θέλει να φύγει από τα χέρια της κυρίας, η κυρία τής φωνάζει, επικρατεί ένα μικρό χάος. Η βροχή, δυστυχώς, δυναμώνει και οι υαλοκαθαριστήρες δουλεύουν διαρκώς.

Τα πράγματα γίνονται πραγματικά δύσκολα.

Προτείνω στην κυρία να τη βάλει να καθίσει κάτω έτσι ώστε να μην τους βλέπει, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό, στον ήχο τους και μόνο η κατά τα άλλα χαριτωμένη Κίρκη γίνεται θηρίο ανήμερο. Η κυρία ζητά διαρκώς συγγνώμη, μου προτείνει να τις κατεβάσω κάτω και να συνεχίσουν με τα πόδια, αλλά της απαντώ ότι η λύση είναι να το διασκεδάσουμε. Ο προορισμός δεν είναι μακρινός.

Όταν σταματώ, η σκυλίτσα ηρεμεί, της απλώνω το χέρι και το γλείφει ευχαριστημένη που σταμάτησα το αυτοκίνητο και, κυρίως, που σταμάτησα εκείνους τους απαίσιους υαλοκαθαριστήρες που τόσο φοβάται.

 

Ο επόμενος τετράποδος επιβάτης είναι πανέμορφος. Μεγαλόσωμος, με λευκό γυαλιστερό τρίχωμα, βολεύεται κάτω, ανάμεσα στα πόδια τού (επίσης πολύ όμορφου) αφεντικού του στο μπροστινό κάθισμα.

«Τον λένε Δία. Όσο θα κινούμαστε δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, θα χαζεύει την κίνηση από το παράθυρο. Μόλις σταματήσετε, θα σας γαβγίσει για να σας κάνει παράπονα που του διακόπτετε τη βόλτα».

Έτσι ακριβώς γίνονται τα πράγματα.

Όσο οδηγώ, κοιτάει αμέριμνος τα διπλανά αυτοκίνητα. Μόλις σταματήσω, γυρίζει προς τα εμένα και μου γαβγίζει με παράπονο. Η διαδρομή είναι πραγματικά αστεία, μαθαίνω κι άλλες ιδιοτροπίες του Δία, ο οποίος βέβαια όταν φτάνουμε αρνείται να βγει. Θέλει κι άλλη κούρσα.

Με τα πολλά, και εντέλει με την κατάλληλη δωροδοκία, ο Δίας ακολουθεί χαρούμενος τον ευγενικό επιβάτη μου.

 

Ο πιο αστείος σκύλος-επιβάτης είναι μέχρι στιγμής ένα θεότρελο κόκερ που μόλις μπήκε στο ταξί ήρθε και κάθισε στα πόδια μου γιατί έτσι συνήθιζε να κάνει με την αφεντικίνα του. Τον χαϊδεύω, τον αφήνω να με μυρίσει και να με γλείψει, αλλά δεν βρίσκω και τόσο καλή την ιδέα να οδηγώ στους δρόμους της πόλης με ένα ζωηρό σκυλί στην αγκαλιά μου — ένας μικρός ενθουσιασμός του μπορεί να με κάνει να ξαφνιαστώ και να έχουμε ατυχήματα.

Με μεγάλη προσπάθεια γυρίζει στην αγκαλιά της κυρίας στο πίσω κάθισμα για να ξεκινήσουμε τη διαδρομή μας.

Μόλις φτάνουμε στον προορισμό μας, ξεφεύγει από τα χέρια της επιβάτιδας που εκείνη τη στιγμή προσπαθεί να με πληρώσει και επανέρχεται στα πόδια μου. Γελώ δυνατά, λέω στην κυρία ότι πολύ θα ήθελα να τον πάρω στο σπίτι, θα έκανα τον γιο μου ευτυχισμένο, αλλά δυστυχώς πρέπει να τον αποχωριστώ.

Νομίζω και ο σκυλάκος στενοχωρήθηκε.

 

Νεαρή κυρία επιβιβάζεται μαζί με τον σκύλο της. Είναι ήσυχος, κάθεται υπομονετικά στα πόδια της και ούτε που ακούγεται σε όλη τη διαδρομή.

«Πώς τον λένε;» τη ρωτώ μετά από λίγο.

«Τρικούπη», μου απαντά.

Γελώ δυνατά, σχολιάζω την πρωτοτυπία του ονόματος και της απαντώ ότι τον δικό μου τον λένε Δηλιγιάννη, να συναντηθούμε να παίξουν. Η κοπέλα ξεκαρδίζεται και αρχίζει να μου διηγείται διάφορες ιστορίες και σχόλια γύρω από το όνομα του σκύλου της.

«Δυστυχώς, εφτάσαμεν, όπως θα έλεγε και ο σκύλος σας, αν μπορούσε», της λέω μόλις φτάνουμε στον προορισμό μας.

Τα αυτοκίνητο γεμίζει γέλια τρανταχτά, ο έρμος ο Τρικούπης μάς κοιτά απορημένος, και φεύγουμε η καθεμία για τον προορισμό της.