Τρύπιες δεκάρες

P
Δημήτρης Σκάλκος

Τρύπιες δεκάρες

Οι πρόσφατες δηλώσεις του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ Ν. Ξυδάκη αναφορικά με το ευρώ («Δεν υπάρχουν ταμπού όταν κουβεντιάζουμε για τη μοίρα του λαού»), σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες αδιέξοδες διαπραγματεύσεις για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του Μνημονίου ΙΙΙ, επαναφέρουν στη δημόσια συζήτηση το ζήτημα της επιστροφής σε εθνικό νόμισμα. Ένα ζήτημα που τελικά αποδεικνύεται ότι λανθασμένα πιστεύαμε πως είχε εγκαταλειφθεί οριστικά έπειτα από τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης και τη συντριβή των αυταπατών της στα βράχια της σκληρής πραγματικότητας.

Εξαιρετικά συνοπτικά, καθώς επαναλαμβάνουμε παλαιότερες γνωστές αναλύσεις, μια ενδεχόμενη (ακόμη και συμφωνημένη με τους εταίρους μας) αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη (και πιθανώς από την ΕΕ) θα ισοδυναμεί με χρεοκοπία, που μπροστά της η επώδυνη δοκιμασία των τελευταίων επτά ετών θα μοιάζει με σχολική εκδρομή. Εκτίναξη του εξωτερικού δημόσιου χρέους, πληθωριστικές πιέσεις και μεγάλη υποτίμηση του νέου νομίσματος, απώλεια σημαντικών ευρωπαϊκών πόρων και μεταβιβαστικών πληρωμών, μαζική φυγή κεφαλαίων από τις τράπεζες (ή ένταση των κεφαλαιακών ελέγχων και κλείσιμο τραπεζών), κατάρρευση εισαγωγών και περιορισμός εξαγωγών, επικράτηση της παραοικονομίας, αποκλεισμός από τις διεθνείς πιστωτικές αγορές και από τη δυνατότητα εξωτερικού δανεισμού.

Στο Αποκαλυπτικό αυτό σενάριο δεν χρειάζεται να επισημανθεί πως οι μεγάλοι χαμένοι θα είναι όσοι δεν έχουν αποθησαυρίσει σε σκληρό νόμισμα και όσοι εξαρτώνται από κάθε είδους κρατική αρωγή (ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, συντάξεις, κλπ.). Θα πρέπει ακόμη να αναμένεται μια βίαιη μεταφορά πλούτου στα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα, αύξηση των οικονομικών ανισοτήτων και διαρκής λιτότητα. Τέλος, στο ζήτημα της διαχείρισης της αποχώρησης από την Ευρωζώνη θα πρέπει να συνυπολογίσουμε δύο καίρια ερωτήματα: (α΄) Είναι σε θέση και σε ποιο βαθμό η κρατική μηχανή να διασφαλίσει την ομαλή μετάβαση στο νέο νόμισμα; Και, (β΄) Πώς θα συμπεριφερθεί το κοινωνικό σώμα λαμβάνοντας υπόψη πως είμαστε μια κοινωνία «χαμηλής εμπιστοσύνης»;

Τα παραπάνω προδιαγράφουν ένα «τσουνάμι οπισθοδρόμησης», σύμφωνα με τον κορυφαίο Γερμανό μαρξιστή κοινωνιολόγο Claus Offe. Έχει ενδιαφέρον ωστόσο να σημειώσουμε ότι η αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, πέρα από τους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκει πλείστους υποστηρικτές και στους γερμανικούς συντηρητικούς κύκλους. Για παράδειγμα, ο Hans-Werner Sinn, πρόεδρος του γερμανικού ινστιτούτου Ifo και συγγραφέας του πρόσφατου σημαντικού βιβλίου «The Euro Trap: On bursting bubbles, budgets, and beliefs», διατυπώνει την πρόταση της αποχώρησης της Ελλάδας από την Ευρωζώνη για ορισμένο χρονικό διάστημα προκειμένου να διασφαλίσει το περιθώριο ώστε να ολοκληρώσει τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις και να επιστρέψει στο κοινό νόμισμα με καλύτερους οικονομικούς όρους. Ο Sinn, παρά το σύνηθες εντυπωσιακό βάθος της ανάλυσής του, φαίνεται να αγνοεί το εθνικό πλαίσιο, όπου και σε τελευταία ανάλυση δοκιμάζεται η αποτελεσματικότητα κάθε οικονομικής πολιτικής.

Έτσι, στην πραγματικότητα, οι κυβερνήσεις της χρεοκοπίας, απελευθερωμένες από την κάθε μορφής «επιτήρηση» των Θεσμών, πιθανότατα θα αναστείλουν κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια και θα παραδοθούν πλήρως στα ειδικά συμφέροντα που κυριάρχησαν στο «κούφιο» κράτος της Μεταπολίτευσης. Αναμενόμενα, επιχειρήσεις και πολίτες θα αναπτύξουν αμυντικές στρατηγικές επιβίωσης, το πλήθος των προσοδοθηρικών ομάδων θα επιδοθεί σε «μάχες χαρακωμάτων» και οι κυβερνήσεις θα περιοριστούν να διαχειριστούν την κοινωνική παρακμή. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Πάνος Καζάκος στο νέο του βιβλίο «Η Δραχμή δεν (θα) είναι λύση: Οικονομικές και πολιτικές επιπτώσεις της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη» (εκδόσεις Επίκεντρο), οι μετά την αποχώρηση από την Ευρωζώνη ή την ΕΕ κυβερνήσεις δεν θα έχουν τη βούληση (τους πόρους) για τις αναγκαίες πολιτικές και τελικά «θα επικρατήσουν οι μάχες αναδιανομής σε βάρος της ανάπτυξης» Η αποχώρηση από την Ευρωζώνη θα ενθαρρύνει τον πολιτικό οπορτουνισμό και τον κοινωνικό διεκδικητισμό.

Γιατί λοιπόν συντηρείται στη δημόσια συζήτηση το απολύτως καταστροφικό σενάριο της αποχώρησης από την Ευρωζώνη; Ίσως γιατί μία επιλογή που δεν εξηγείται με την οικονομική λογική μπορεί να κατανοηθεί με πολιτικούς και ιδεολογικούς όρους. Τούτο διότι η διάχυτη δραχμολαγνεία των ημερών μας μοιάζει να είναι το σημείο συνάντησης τριών (και τελικά όχι τόσο) διαφορετικών ρευμάτων που καθηλώνουν τη χώρα στη φθίνουσα στασιμότητα: του αριστερόστροφου αντιευρωπαϊσμού (που ταυτίζει την ΕΕ με την οικονομία της αγοράς), της εθνικολαϊκιστικής εσωστρέφειας (που οραματίζεται τα ανύπαρκτα μεγαλεία του παρελθόντος) και του πολιτικού τυχοδιωκτισμού που αποδιώχνει με κάθε τρόπο την ευθύνη εθνικά δύσκολων (πλην όμως αναγκαίων) επιλογών.

Σε τελευταία ανάλυση όμως, το εθνικό νόμισμα δεν θα μοιάζει καν με τις τρύπιες δεκάρες των περασμένων δεκαετιών. Οι νέες δεκάρες θα έχουν ανταλλακτική αξία ίση με τους δεκάρικους πολιτικούς λόγους που αρέσκονται να εκφωνούν ξεδιάντροπα οι πρόθυμοι θιασώτες τού πιο επικίνδυνου λαϊκισμού που γνώρισε η μεταπολιτευτική Ελλάδα.

[ Εικονογράφηση: Rain Longson, «City In Flames» ].