Τρίτη εβδομάδα στο Στρασβούργο

D
Τάσος Βαβλαδέλλης

Τρίτη εβδομάδα στο Στρασβούργο

Καταρχάς, οι συστάσεις.

Με λένε Τάσο, είμαι από τη Σύρο και ζω στο Στρασβούργο, στη Γαλλία. Θα μοιράζομαι κάθε εβδομάδα κάποιες ιστορίες ή απόψεις που έχουν να κάνουν με την καθημερινότητα και τις εμπειρίες μου εδώ. Αισθάνομαι πολίτης του κόσμου, με σημείο αναφοράς την Ελλάδα. Η καταγωγή μου από μόνη της δεν με κάνει να αισθάνομαι ότι πλεονεκτώ ή ότι μειονεκτώ έναντι άλλων και έχω αναπτύξει μια ιδιαίτερη δυσανεξία σε συμπεριφορές υπερηφάνιας ή ψόγου για πράγματα που δεν οφείλονται στις ικανότητες ή στις επιλογές κάποιου.

 Έφυγα για πρώτη φορά από την Ελλάδα όταν τα πράγματα ήταν ακόμα «καλά», το 2001. Πίστευα ότι στην Ελλάδα υπάρχουν «αναρριχητές» και «αλεξιπτωτιστές» και ότι οι δεύτεροι είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας. Βλέποντας την κατάσταση στο ελληνικό Πανεπιστήμιο και στην τότε αγορά εργασίας, αλλά και έχοντας την πεποίθηση ότι πάσχουμε ευρύτερα σε αξιοκρατία και ευκαιρίες, θέλησα να δοκιμαστώ σε μια διαφορετική αρένα. Κυρίως όμως με ενθουσίαζε η —αόριστη τότε— ιδέα της ανακάλυψης, του νέου, της δοκιμασίας και της συνειδητής διεύρυνσης οριζόντων και εμπειριών. Με λίγα λόγια, δεν έφυγα από ανάγκη ή απογοήτευση. Δεν έριξα μάυρη πέτρα (ούτε και πρόκειται), αλλά πήγα με θετική διάθεση, με πραγματική χαρά. Αυτό το αναφέρω γιατί θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό να ξεκαθαρίσω ότι η ζωή στο εξωτερικό δεν είναι στρωμένη με ροδοπέταλα και δεν ταιριάζει σε όλους. Ο καθένας ορίζει τις συνθήκες που θεωρεί «hygiene factors», αυτές τις οποίες θεωρεί απαραίτητες και χωρίς τις οποίες δεν μπορεί να λειτουργήσει σωστά. Μου έκαναν, για παράδειγμα, φοβερή εντύπωση όσοι έκαναν παρέα αποκλειστικά και μόνο με συμπατριώτες τους, δημιουργώντας μια φούσκα απομόνωσης, προσπαθώντας να βρουν λόγους να χλευάσουν τους ξένους και να αναπαράγουν τα μοντέλα ζωής της πατρίδας τους. Κάποιες εθνικότητες το είχαν αυτό ιδιαίτερα έντονα — και αρκετοί Έλληνες μεταξύ αυτών.

Δούλεψα στο Λονδίνο, στο Vevey της Ελβετίας και στη Γενεύη για περίπου 3 χρόνια. Επέστρεψα στην Ελλάδα στα τέλη του 2004 με αρχές του 2005 για τη στρατιωτική μου θητεία, σε ένα κύμα ευφορίας που φαντάζει ονειρικό πλέον. Είπα να μείνω να εργαστώ στην Αθήνα, κάτω από εξαιρετικές συνθήκες, γιατί σκέφτηκα ότι καλό θα ήταν να έβλεπα νωρίς στη σταδιοδρομία μου πώς είναι ο επαγγελματικός στίβος στην Ελλάδα. Έφυγα το 2011 για το Άμστερνταμ, πεπεισμένος τόσο για το τι ήθελα επαγγελματικά όσο και για την καθημερινότητά μου. Έφυγα, όμως, όντας επίσης σίγουρος ότι, παρά τα τεράστια προβλήματα, η Ελλάδα ήταν μια, «ιδιαίτερη» μεν, αλλά όχι αποκομμένη χώρα. Η νοοτροπία της ηρωικής απομόνωσης μου φαινόταν πάντα τραγελαφική. Έτσι, ως πολίτης τής ΕΕ, θεώρησα ότι έφυγα για να εργαστώ σε ένα άλλο δωμάτιο του μεγάλου σπιτιού μου.

Φτάνουμε στο σήμερα. Άφησα το Άμστερνταμ μετά από 4 καταπληκτικά χρόνια και ήρθα να δουλέψω στη Γαλλία πριν από 3 εβδομάδες, με την ίδια προσμονή του αγνώστου που αισθάνομαι όποτε αλλάζω πόλη. Ζω σε ένα προσωρινό διαμέρισμα και ελπίζω να βρω κάτι μόνιμο μέσα στο μήνα. Παρότι έχω κάνει αμέτρητες μετακομίσεις, δεν αισθάνομαι κουρασμένος από αυτές: αυτή η εμπειρία με έχει κάνει να εκτιμώ ακόμα περισσότερο το χώρο που κάνω κάθε φορά σπίτι μου. Θα σας γράψω για την πόλη, τους κατοίκους, τα φαγητά, τις συνήθειες, αλλά όχι μόνο. Θα σας πω για κάποια πράγματα που κλωθογυρίζουν στη σκέψη μου όντας μακριά από τη χώρα μου, αλλά έχοντας φίλους, οικογένεια, μα και πρακτικά συμφέροντα στην Ελλάδα. Θα ήθελα να σας μεταφέρω και κάποιες παρατηρήσεις ως προς τις διαφορετικές νοοτροπίες που συναντώ, τον διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης καταστάσεων, ίσως και αστείες ιστορίες της καθημερινότητας. Με λίγη τύχη και καλή διάθεση, θα έχουμε αρκετές από τις τελευταίες. Εις το επανιδείν!

ΥΓ: Μάλλον επηρεάστηκα από τις συνεχόμενες εκλογές και έκλεισα την τελευταία παράγραφο με πολλά «θα». Γαντζωμένος από την οθόνη του υπολογιστή, περιμένω να μάθω τα αποτελέσματα ελπίζοντας στο καλύτερο.