Αφηγηματικές νότες
Εάν η μουσική δεν γράφεται μόνο για να ακούγεται αλλά και να βλέπεται, τότε ήταν η συνάντησή της με την κινηματογραφική εικόνα που της έδωσε αυτή τη δυνατότητα. Μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη μουσική σαν ένα κείμενο που εξυπηρετεί την κινηματογραφική εικόνα, αλλά και τον εαυτό της, σε μια δημιουργική ενότητα. Το περίφημο δίλημμα σχετικά με το πόσες εικόνες γεννά μια λέξη, και το αντίθετο, ισχύει και στην περίπτωση των σχέσεων εικόνας και μουσικής. Μέχρι να ικανοποιηθεί η απαίτηση της εισαγωγής του ήχου στον κινηματογράφο, πολλοί πίστευαν ότι οι εικόνες από μόνες τους παρήγαν μουσική, ενώ και ο βωβός κινηματογράφος συνοδευόταν συχνά στις προβολές του από ζωντανή μουσική. Η μουσική ανέκαθεν παρακολουθούσε την κινηματογραφική εικόνα με δημιουργικό πνεύμα. Οι περισσότεροι θεατές του κινηματογράφου έχουν αποτυπώσει στη μνήμη τους κάποιους υπέροχους συνδυασμούς εικόνων και μουσικής μέσα από τις συμπλοκές, τις παράλληλες διαδρομές, τις υπογραμμίσεις, τις συνοδείες ή τους ανταγωνισμούς των δύο στοιχείων. Σήμερα, η κινηματογραφική μουσική είναι αδιάσπαστο τμήμα της κινηματογραφικής παραγωγής έχοντας δημιουργήσει μία μεγάλη παράδοση. Στο παρόν κείμενο θα επιλέξω μερικά από τα αγαπημένα μου κινηματογραφικά soundtrack, που έχω συνδυάσει με τους καυτούς θερινούς μήνες.
Χένρι Μαντσίνι, «Το άγγιγμα του κακού» (1958) του Όρσον Ουέλς: Η μουσική αυτή μού θυμίζει το ασπρόμαυρο σκηνικό του Μεξικού όπου εκτυλίσσεται η δράση. Ο Ουέλς υποδύεται τον παχύσαρκο και δύσμορφο αστυνομικό Κουίνλαν, έναν παράδοξο χαρακτήρα στη γραμμή των γνωστών ηρώων του: έναν άνθρωπο διχασμένο ανάμεσα στο Καλό και στο Κακό, που, για να οδηγήσει μπροστά στη Δικαιοσύνη έναν ύποπτο για τον οποίο δεν υπάρχουν στοιχεία, δεν διστάζει να χαλκεύσει ψεύτικα. Από αυτό το αριστοτεχνικό νουάρ, όπου ο Ουέλς εξαντλεί όλη τη σκηνοθετική του μαεστρία, αξέχαστο είναι το μονοπλάνο της έναρξης, στο οποίο η μηχανή παρακολουθεί επί πολύ ώρα με ένα απίθανο τράβελινγκ την τοποθέτηση μιας βόμβας στο πορτ-μπαγκάζ ενός αυτοκινήτου, την πορεία του οχήματος σε λεωφόρους, τη διέλευσή του από διόδια μέχρι και την έκρηξη, χωρίς cut. Ο οπερατέρ Ράσελ Μπίτι έκρυψε επί πολλά χρόνια τα τεχνικά μυστικά αυτού του μονοπλάνου, που ήταν σχεδόν ακατόρθωτο εκείνη την εποχή. «Μια από τις καλύτερες συνθέσεις της ζωής μου», είχε δηλώσει ο σπουδαίος αμερικανός συνθέτης για τη μουσική που έγραψε για την ταινία, στην οποία κυριαρχούν πολλά λάτιν στοιχεία, όπως μπόνγκος, κρουστά κλπ., καθώς την ορχήστρα, την οποία διηύθυνε ο ίδιος, συνόδευε μία λάτιν μπάντα.
Ένιο Μορικόνε, «Η αποστολή» (1986) του Ρόλαντ Τζόφι: Μία θαυμάσια μουσική σύνθεση για ένα μέτριο φιλμ, μία από τις πιο χαρακτηριστικές και μεγαλοπρεπείς του εξαίρετου Ιταλού συνθέτη. Ο Άγγλος Τζόφι, που είχε σκηνοθετήσει το ενδιαφέρον φιλμ «Κραυγές στη Σιωπή» (1984) με θέμα τη φιλία δύο ανδρών και επίκεντρο τις συγκρούσεις στην Καμπότζη λίγο πριν από τον τερματισμό του πολέμου στο Βιετνάμ, δεν κατορθώνει, παρά την εντυπωσιακή εικαστική άποψή του, να πείσει δραματουργικά. Το θέμα της ταινίας, που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί δημιουργικά την επέλαση των Conquistadores σε μια χριστιανική αποστολή στον Αμαζόνιο και τη σύγκρουση ενός ιδεαλιστή ιερέα με έναν τυχοδιώκτη Conquistador, χωνεύεται μέσα στο φολκλόρ και την οπτική τύπου… National Geographic. Παρ’ όλa αυτά, στο Φεστιβάλ Καννών το 1986 η ταινία βραβεύθηκε με τον Χρυσό Φοίνικα, εκτοπίζοντας το κύκνειο άσμα του Αντρέι Ταρκόφσκι «Η θυσία». Ο πρόεδρος της επιτροπής, ο σπουδαίος εκλιπών σκηνοθέτης Σίντνει Πόλακ, θα έπρεπε να νιώθει τύψεις ισοβίως γι’ αυτή την ανόσια πράξη του.
Έλμερ Μπερνστάιν, «Η γλυκιά μυρωδιά της επιτυχίας» (1957) του Αλεξάντερ Μακέντρικ: Ένα θαυμάσιο σκορ του Μπερνστάιν από μια έξοχη, δραματική, ψυχολογική και κοινωνική ταινία, με τον Μπαρτ Λάνκαστερ στον ρόλο ενός πανίσχυρου και αυταρχικού αρθρογράφου εφημερίδας και τον Τόνι Κέρτις στο ρόλο ενός τυχοδιωκτικού δημοσιογράφου που, θέλοντας πάση θυσία να αναρριχηθεί, γίνεται θύμα της φιλοδοξίας του. Ένα κλασικό ασπρόμαυρο ψυχογραφικό νουάρ, στο οποίο η στιλπνή τζαζ σύνθεση του τεράστιου Μπερνστάιν δεν είναι απλώς συνοδευτική, αλλά προσφέρει στο δράμα δικές της αποχρώσεις. Την ορχήστρα που διευθύνει ο συνθέτης συνοδεύει το κουιντέτο του σπουδαίου ντράμερ Τσίκο Χάμιλτον.
Ρουίτσι Σακαμότο, «Τσάι στη Σαχάρα» (1990) του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι: «The Sheltering Sky» είναι ο πρωτότυπος τίτλος της κλασικής ταινίας του Μπερτολούτσι, όπως και ο τίτλος του μυθιστορήματος του συγγραφέα Πολ Μπόουλς, στο οποίο βασίστηκε. Η έρημος, η περιπλάνηση στον άγνωστο χώρο, που εσωτερικεύεται καθώς το ζευγάρι που βρίσκεται σε κρίση προσπαθώντας να ξανασυνδεθεί κινείται σε μια άλλη μυστηριακή διάσταση, κυριαρχούν παντού, ενώ οι εικόνες μιας εχθρικής και μαζί μαγνητικής ερήμου δεν ξεχνιούνται. Ο πολύ ενδιαφέρων Ιάπωνας συνθέτης Ρουίτσι Σακαμότο, γνωστός για τη μουσική του διαδρομή στη Δύση, έχει αντιληφθεί το πνεύμα κειμένου και εικόνας, μακριά από φολκλορισμούς, οπότε προκύπτει μια μουσική σύλληψη και σύνθεσή τους εξαιρετική.
Φίλιπ Γκλας, «Κογιανισκάτσι» (1982) του Γκόντφρι Ρέτζιο: Από μια οικολογική ταινία του 1982 έγινε ευρύτερα γνωστός ο καθιερωμένος πλέον μινιμαλιστής Φίλιπ Γκλας: φυσικά μιλάμε για το φιλμ του Αμερικανού Γκόντφρι Ρέτζιο «Κογιανισκάτσι», που σημαίνει στη γλώσσα των ερυθροδέρμων «Ζωή εκτός ισορροπίας». Η ταινία αποτυπώνει τη μεθοδική καταστροφή του πλανήτη από τους κατοίκους της μέσα από καθηλωτικές εικόνες, τις οποίες κανείς θέλει μεν να ξεχνά, μα που ταυτόχρονα τον ενεργοποιούν απέναντι στο φαινόμενο. Βέβαια, μετά από τριάντα τέσσερα χρόνια από τη δημιουργία της, οι αποτυπώσεις της δεν μοιάζουν τόσο εντυπωσιακές, επειδή έχουμε βομβαρδιστεί από τη μικρή και μεγάλη οθόνη με ανάλογες καταγραφές οικολογικής καταστροφής. Ωστόσο η καταγραφή αυτή παραμένει συνολικά πολύ ζωντανή και σωστά επεξεργασμένη ως οικολογικό δοκίμιο με ποιητικές διαστάσεις. Αξέχαστες οι νυχτερινές σκηνές αυτοκινητοδρόμων, με τα αυτοκίνητα να κυλούν σε επιτάχυνση σε τρελές φωτεινές δέσμες, μια τεχνική δανεισμένη από το εύρημα του Ταρκόφσκι στο περίφημο «Σολάρις» του 1972.