Το άγαλμα

P
Νικόλαος Ταχιάος

Το άγαλμα

Περπατώντας το μεσημέρι του Σαββάτου στη Λεωφόρο Βασιλίσσης Όλγας, με προσπέρασαν κάτι τύποι με ελλιπή ελληνικά και βαριά σλαβική προφορά που ρωτούσαν έναν τροχονόμο «πού θα βρουν κάτι αγάλματα». Προς στιγμήν μού φάνηκε παράξενο, αλλά δεν επέμεινα στην απορία μου. Λίγο παρακάτω, τεράστιες λιμουζίνες με συνοδεία περιπολικών εγκατέλειπαν θορυβωδώς το γνώριμο μικρό παρκάκι στη διασταύρωση με την Αγίας Τριάδος, όπου μία μπάντα παιάνιζε βαριεστημένα τη λήξη μιας τελετής και ένα άγημα μαυροσκούφηδων βιαζόταν να γυρίσει στην ησυχία του.

Και τότε διαπίστωσα ότι δίπλα στη λιτή μαρμάρινη προτομή του δολοφονηθέντος στο σημείο εκείνο, πριν από 103 χρόνια, Βασιλέως Γεωργίου του Α΄ έχει φυτρώσει ένα ορειχάλκινο άγαλμα της χήρας του Όλγας Κονσταντίνοβνα Ρομανόβα, Μεγάλης Δούκισσας της Ρωσίας, Βασίλισσας των Ελλήνων και Πριγκίπισσας της Δανίας.

Το όλο θέαμα μου φάνηκε υπερβολικό. Δύο γλυπτά, αισθητικά παράταιρα μεταξύ τους, ανισομεγέθη και χωρίς προφανή αφορμή συγκατοίκησης. Ο περιορισμένος χώρος επιτρέπει μόνο αυστηρή μνήμη σημαντικών γεγονότων, δεν είναι φιλόξενος σε φλυαρίες για συγγένειες, αγχιστείες ή συνωνυμίες, ούτε ενθαρρύνει ανορθογραφίες ή ευνοεί αναμέτρηση όγκων.

Ακριβώς απέναντι, μπροστά στο ανακαινισμένο Α΄Γυμνάσιο, συναντά κανείς εγκιβωτισμένες στο πεζοδρόμιο διακριτικές σεμνές πλάκες με τα ονόματα των Εβραίων μαθητών του που χάθηκαν στα κρεματόρια των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης. Ο χώρος δεν σηκώνει παραφωνίες. Καθώς ο ίδιος βαρύνομαι με συνέργεια στη χωροθέτηση αρκετών κακόγουστων γλυπτών σε δημόσιους χώρους της Θεσσαλονίκης, θα άφηνα ασχολίαστο το γεγονός εάν δεν το έβρισκα και αύθαδες και περιττό.

Η απορία μου για το πώς η πόλη βρέθηκε με ένα ακόμη άγαλμα λύθηκε όταν διάβασα ότι πρόκειται για μία ακόμη πρωτοβουλία του Ιβάν Σαββίδη. Θα έπρεπε να το ψυλλιαστώ.

Δεν έχω κανένα πρόβλημα με την τοποθέτηση οπουδήποτε ενός αγάλματος πρώην βασιλέως ή βασιλίσσης της Ελλάδος, αν και δεν βλέπω τον λόγο, ανατρέχοντας στο Πάνθεον της νεοελληνικής ιστορίας, να υπερθεματίσουμε στην υπόμνηση ενός προσώπου, η μνήμη του οποίου έχει ελάχιστη προβολή στο παρόν, και ειδικά στην Θεσσαλονίκη, με την οποία το συνδέει μόνον η τοποθεσία της συζυγικής απώλειας. Άλλωστε, η έγκαιρη μετονομασία μίας σημαντικότατης οδού, της παλαιάς Οδού Εξοχών, που έλκει τη χάραξή της στα οθωμανικά χρόνια και κοσμείται στις αναμνήσεις της πόλης από τις εικόνες μίας πανέμορφης συνοικίας του λαμπρού παρελθόντος της, διαψεύδει την άποψη ότι η μνήμη της έχει αφεθεί στη λήθη. Συνέβη το αντίθετο.

Είμαι όμως κατηγορηματικά αντίθετος στη συστηματική διείσδυση του ρωσικού παράγοντα στην πολιτική ζωή του τόπου.

Ο Ιβάν Σαββίδης είναι εντελώς ξένος προς την ιστορία, την παράδοση, τα πρόσωπα και τη ζωή της Θεσσαλονίκης, αλλά και του ελλαδικού χώρου. Και, το κυριότερο, είναι εντελώς ανεξοικείωτος με τη δημοκρατική υπόσταση και τους κανόνες λειτουργίας του κόσμου της Δύσης. Υπηρετεί συνειδητά το όραμα της Μεγάλης Ρωσίας, όπως την έχει γνωρίσει είτε ως ταπεινός μουζίκος στην πάλαι ποτέ ισχυρά Σοβιετία, είτε ως ενεργούμενο του αυταρχικού καθεστώτος της Ρωσίας τού Βλαντιμίρ Βλαντιμίροβιτς Πούτιν.

Με οχήματα αφενός την «ορθοδοξία», που αποτελεί τη χρήσιμη συνεκτική εθνική ιδεολογία της Μεγάλης Ρωσίας, και αφετέρου την εμπλοκή με μία δημοφιλή ΠΑΕ της Θεσσαλονίκης, δρώντας στο ευνοϊκό πεδίο ενός διαπιστωμένα αντιευρωπαϊκού περιβάλλοντος και με αυτονόητη πελατεία τον ποντιακό πληθυσμό της Βορείου Ελλάδος, τόσο αυτόν των νεοεισελθόντων, όσο και τον υπόλοιπο των παλαιοτέρων, πωλεί στον νέο Τσάρο την εκδούλευση της διείσδυσης στην ελληνική πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή. Υπάρχει ως επιχειρηματίας στην πατρίδα του επειδή ακριβώς προσφέρει αυτό.

Όσοι έχουμε κατ’ ελάχιστον κάποιες εμπειρίες από την επιχειρηματική ζωή στη Ρωσία γνωρίζουμε ότι, για να υπάρξεις ακόμα και ως ένας μικρής εμβελείας ολιγάρχης, όχι κατ’ ανάγκην ως Ντεριπάσκα, πρέπει να υπηρετείς το καθεστώς και να καθοδηγείσαι από αυτό. Είναι τα αντανακλαστικά που απορρέουν από αυτές τις προσλαμβάνουσές του που τον οδήγησαν, αφ’ ης στιγμής το κομπόδεμα που είχε στη διάθεσή του δεν επέτρεπε κάτι πιο άμεσο, να λειτουργήσει σαν «λαγός» στο παιχνίδι των τηλεοπτικών αδειών και να κομπάζει γι’ αυτό. Το πραγματικό αντικείμενο των δραστηριοτήτων του αφορά τη Ρωσία, όχι την Ελλάδα. Και ήδη έχει να επιδείξει μεγάλες επιτυχίες: την πατρωνία πολιτικών οντοτήτων που ξεπερνούν τα όρια της Κεντρικής Μακεδονίας και φτάνουν στην ίδια την κυβέρνηση.

Δεν είχε, ούτε έχει κανέναν καημό για τη Βασίλισσα Όλγα ο Ιβάν Σαββίδης, όπως και λογικότατα κανένας άλλος στην Ελλάδα ή στη Ρωσία, σήμερα. Ο υπερτονισμός των όποιων δεσμών της Ρωσίας με την Ελλάδα, στο πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών διαθέσεων της πρώτης, είναι ο μόνος σκοπός της εκβιαστικής τοποθέτησης του αγάλματός της. Αυτό που απέτυχαν να κάνουν τα αγάλματα του Βλαντιμίρ Ίλιτς —που με ανακούφιση ξήλωσαν οι Ανατολικοευρωπαίοι— επιχειρείται με πονηρότερα και ειρηνικότερα μέσα σε άλλους τόπους, που είχαν την ευτυχία να γλιτώσουν το πείραμα και την εμπειρία. Δεν χρειάζονται ούτε τεράστια κρατικά κεφάλαια για υποθετικά δάνεια, ούτε αμφίβολες μεγαλεπήβολες επενδύσεις σε προβληματικά τρένα.

Από τα διαδοχικά περιστατικά της επέλασης του Ιβάν Σαββίδη στο αφελώς φιλόξενο περιβάλλον της Θεσσαλονίκης επιβεβαιώνω καθημερινά την εντύπωσή μου ότι η εισπήδηση του ανθρώπου αυτού είναι το επόμενο επεισόδιο από τη διαρκή αναμέτρηση με το φάντασμα του κοινωνικού συντηρητισμού και της εσωστρέφειας που σκιάζει την πόλη.

Στις επόμενες δημοτικές εκλογές, ο Ιβάν Σαββίδης θα είναι για οποιονδήποτε υποψήφιο δήμαρχο με εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα ό,τι και ο Άνθιμος για τον Μπουτάρη, το 2010.