Άλλες ταξινομήσεις

C
Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος

Άλλες ταξινομήσεις

Όσο πιο πολύ το σκέφτομαι, τόσο τείνω να καταλήξω πως το μεγαλύτερο, πιθανότατα, πρόβλημα ενός βιβλιόφιλου αναγνώστη δεν είναι τελικά η έλλειψη χώρου στο σπίτι του για ακόμη περισσότερα βιβλία, δεν είναι η υψηλή τιμή αγοράς των βιβλίων ή η χαμηλή αξία μεταπώλησής τους, δεν είναι η υγρασία και η σκόνη της ατμόσφαιρας, ή ο κίνδυνος πυρκαγιάς ή πλημμύρας, δεν είναι η απουσία χρόνου για την ανάγνωση όλων των βιβλίων που έχει στην κατοχή του ή που θα μπορούσε να αποκτήσει· δεν είναι καν εκείνη η δαιμονική ιδιότητα των βιβλίων να εξαντλούνται τη στιγμή ακριβώς που αποφασίζεις επιτέλους να τα αγοράσεις. Νομίζω πως το σημαντικότερο πρόβλημα με το οποίο αναπόφευκτα έρχεται αντιμέτωπος κάποια στιγμή ένας επίμονος βιβλιόφιλος είναι η αδυναμία του να ταξινομήσει με ικανοποιητικό τρόπο τα βιβλία και τα περιοδικά του στα ράφια της βιβλιοθήκης του — με τρόπο δηλαδή που να μπορεί, καταρχάς, ο ίδιος να εντοπίζει γρήγορα ένα από αυτά όταν το χρειάζεται και, επιπλέον, να μπορεί σχετικά εύκολα να προσανατολιστεί σε αυτήν και ένας περίεργος επισκέπτης.

Δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Όποιος έχει στην κατοχή του περισσότερα από εκατό βιβλίο το ξέρει, αφού ακόμα κι αυτός σίγουρα κάποια φορά έχει ταλαιπωρηθεί μέχρι να βρει εκείνο που θέλει. Δεν είναι υπερβολή. Παιδευόμαστε κάποτε ακόμα και για να εντοπίσουμε το σωστό κλειδί στο μπρελόκ μας με τα πέντε παρόμοια κλειδιά. Όποιος έχει περισσότερα από χίλια βιβλία ζει καθημερινά με αυτή την αγωνία και κάθε φορά που τοποθετεί ένα βιβλίο σε κάποιο από τα φορτωμένα ράφια της βιβλιοθήκης του δεν μπορεί παρά να αναρωτιέται αν θα θυμάται την ακριβή του θέση ύστερα από δύο μήνες, ή ακόμα αν το βιβλίο θα παραμείνει σε αυτήν τη θέση για πολύ καιρό, γιατί, ως γνωστόν, τα βιβλία πεισματώνουν εύκολα αν τα ξεχάσεις.

Τον τρίτο τόμο των «Απάντων» του Κωστή Παλαμά, που περιέχει την «Ασάλευτη ζωή», τους «Χαιρετισμούς της Ηλιογέννητης» και τον «Δωδεκάλογο του γύφτου», τον είχα χαμένο για δύο χρόνια σχεδόν. Και δεν έψαχνα να τον βρω μόνος μου. Μετά τους πρώτους τρεις μήνες άκαρπης αναζήτησης, υποσχέθηκα μεγάλη αμοιβή στα παιδιά μου, μπας και τον εντοπίσουν εκείνα. Εις μάτην! Την «Ασάλευτη ζωή» που με ενδιαφέρει, και που μάλιστα την έχω και στην πολύτιμη έκδοση που επιμελήθηκε ο Ηλίας Λάγιος. Οπότε κατέληξα στο μόνο πια λογικό συμπέρασμα: πως μαζί με κάμποσους άλλους τόμους που είχα χαρίσει πριν από δύο χρόνια θα είχα βάλει, από κεκτημένη ταχύτητα, και το βιβλίο του Παλαμά σε κάποια κούτα. Τελικά το βρήκα όμως, ελαφρώς τσαλακωμένο και στριμωγμένο κάθετα πίσω από τα υπόλοιπα βιβλία του ποιητή που έχω στη βιβλιοθήκη μου — εκεί όπου έπρεπε να βρίσκεται δηλαδή. Αυτή, φυσικά, η διετής αναζήτηση, είναι η πιο ακραία περίπτωση που μου έχει τύχει. Τουλάχιστον όμως μία φορά τον μήνα μού συμβαίνει να μην μπορώ να βρω το βιβλίο που θέλω και να περνάνε κάποτε δυο και τρεις μέρες ψαξίματος, μέχρι, στην τύχη πολλές φορές, να πέσω πάνω του, όταν πιθανότατα δεν το χρειάζομαι πια

Στις δημόσιες βιβλιοθήκες, στις οποίες τέτοια περιστατικά δεν επιτρέπεται ασφαλώς να συμβαίνουν (όχι πάντως τόσο συχνά όσο συμβαίνουν στις ιδιωτικές), ακολουθούνται διάφορα συστήματα ταξινόμησης των βιβλίων, με γνωστότερο ίσως εκείνο που επινόησε το 1876 ο Μέλβιλ Ντιούι, βιβλιοθηκάριος του Κολεγίου Άμχερστ. Τα βιβλία κατατάσσονται σε δέκα κατηγορίες, οι οποίες με τη σειρά τους υποδιαιρούνται ξανά και ξανά μέχρι που φτάνουμε σε χίλιες διαφορετικές υποκατηγορίες. Δεν υπάρχει, νομίζω, λόγος να τις καταγράψω εδώ αναλυτικά, αφού για τις ιδιωτικές βιβλιοθήκες των περισσοτέρων από μας ένα τέτοιο σύστημα είναι μάλλον υπερβολικό. Ας δούμε όμως, έστω από περιέργεια, τις δέκα μεγάλες κατηγορίες:

000 — Γενικά θέματα

100 — Φιλοσοφία και ψυχολογία

200 — Θρησκεία

300 — Κοινωνικές επιστήμες

400 — Γλώσσα

500 — Φυσικές επιστήμες και μαθηματικά

600 — Τεχνολογία (εφαρμοσμένες επιστήμες)

700 — Τέχνες και διασκέδαση (Καλές και διακοσμητικές τέχνες)

800 — Λογοτεχνία και ρητορική

900 — Ιστορία και γεωγραφία

Πιο χρήσιμοι χωρίς αμφιβολία, αν και οι περισσότεροι από αυτούς οπωσδήποτε γνωστοί και αυτονόητοι στους κατόχους έστω και σχετικά μικρού αριθμού βιβλίων, είναι οι τρόποι ταξινόμησης των βιβλίων που καταγράφει ο Ζορζ Περέκ στο δοκίμιό του με τον δηλωτικό τίτλο «Μικρές σημειώσεις για την τέχνη και τον τρόπο να τακτοποιούμε τα βιβλία μας». Ορισμένοι ωστόσο είναι αρκετά ευφάνταστοι και αξίζει να τους δοκιμάσει μία έστω φορά στη ζωή του κάθε βιβλιόφιλος. Οφείλω να ομολογήσω πως έχω δοκιμάσει, για ένα μικρό ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, όλους σχεδόν αυτούς τους τρόπους κατάταξης των βιβλίων στα ράφια της βιβλιοθήκης μου. Και ορισμένους ακόμα:

  • Ταξινόμηση αλφαβητική
  • Ταξινόμηση κατά ηπείρους ή χώρες
  • Ταξινόμηση κατά χρώματα
  • Ταξινόμηση κατά την ημερομηνία απόκτησης
  • Ταξινόμηση κατά την ημερομηνία έκδοσης
  • Ταξινόμηση κατά μεγέθη
  • Ταξινόμηση κατά είδη
  • Ταξινόμηση κατά μεγάλες λογοτεχνικές περιόδους
  • Ταξινόμηση κατά γλώσσες
  • Ταξινόμηση κατά αναγνωστικές προτεραιότητες
  • Ταξινόμηση κατά βιβλιοδεσίες
  • Ταξινόμηση κατά εκδοτικές σειρές

Κάποτε θέλησα να έχω συγκεντρωμένα σε μία θέση τα πιο αγαπημένα μου βιβλία, και έτσι, αφού μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις κατέληξα στον μαγικό αριθμό των εκατό, τα τοποθέτησα σε ένα μεγάλο ράφι πίσω από το γραφείο μου. Αλίμονο! Λίγες ημέρες αργότερα συνειδητοποίησα πως δεν είχα συμπεριλάβει μεταξύ αυτών κανένα μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν και έτσι αναγκάστηκα να προβώ σε γενικές ανακατατάξεις, καθώς μία μικρή αλλαγή φέρνει μιαν άλλη κι εκείνη με τη σειρά της ακόμη μία, και όλα έπρεπε τελικά να βρουν μια καινούρια θέση. Άλλοτε πάλι δεν μπορούσα να εντοπίσω τη «Διόρθωση» του Μπέρνχαρντ, μέχρι που αρκετή ώρα αργότερα τη βρήκα στο ράφι με τα εκατό αγαπημένα μου βιβλία. Γιατί όμως ήταν εκεί; Αφού το «Μπετόν» είναι το μυθιστόρημα του Μπέρνχαρντ που προτιμώ περισσότερο από όλα του.

Μια άλλη φορά, πριν από μερικά χρόνια, πεπεισμένος ότι τις νύχτες οι ήρωες και οι συγγραφείς των βιβλίων στη βιβλιοθήκη μου ζωντανεύουν και ζουν έξω από τις χάρτινες σελίδες τους, θέλησα να τους φέρω πιο κοντά, όπως εγώ νόμιζα πως θα τους άρεσε: έβαλα την «Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων» δίπλα στη «Μεταμόρφωση» του Κάφκα (παλαιότατη επιθυμία μου να συνυπάρξουν κάποτε ο Γκρέγκορ Σάμσα και η μικρή Αλίκη, και να ερωτευτούν μεταξύ τους, ει δυνατόν). Έβαλα δίπλα-δίπλα τις «Περιπέτειες του Χακ Φιν» και τον «Φύλακα στη σίκαλη», γιατί μου φάνηκε πως θα έκαναν καλή παρέα οι δυο τους. Έβαλα στο ίδιο ράφι τα βιβλία του Σοπενχάουερ και τα βιβλία του Χέγκελ, για να γελάσω. Τοποθέτησα τον Σολωμό μαζί με τον Κάλβο, μπας και ανταλλάξουν μια λέξη επιτέλους οι δυο τους, ενώ τη «Λολίτα» του Ναμπόκοφ τη στρίμωξα ανάμεσα στα βιβλία του Ντοστογιέφσκι. Ακόμα προσπαθώ να θυμηθώ πού έχω βάλει τα «Ποιήματα» του Μανόλη Ξεξάκη — μήπως μαζί με τα βιβλία των μαθηματικών των παιδιών μου;

Ήδη όμως προσανατολίζομαι προς ένα διαφορετικό σύστημα ταξινόμησης των βιβλίων στα ράφια της βιβλιοθήκης μου: θα τοποθετήσω, σκέφτομαι, τα βιβλία ενός συγγραφέα, σαν ακρογωνιαίο λίθο, σε κάποιο σημείο του σπιτιού (αφού η βιβλιοθήκη δεν είναι βέβαια ένα μόνο έπιπλο, αλλά εκτείνεται σε κάθε χώρο και δωμάτιο του σπιτιού) και, με αφετηρία αυτά τα βιβλία, θα βάλω όλα τα υπόλοιπα ακολουθώντας τις εσωτερικές τους συνδέσεις. Αν ξεκινήσω, φερ’ ειπείν, από τον Εμμανουήλ Ροΐδη (που τον διαβάζω αυτές τις μέρες), κάλλιστα μπορώ να βάλω δίπλα του τα βιβλία του Δημήτρη Καλοκύρη και ύστερα τους τόμους με τα άπαντα του Μπόρχες, από τον οποίο ανοίγονται, βέβαια, δεκάδες δρόμοι στη συνέχεια. Εγώ, για να δυσκολέψω λίγο τον εαυτό μου, θα διάλεγα τον Κίπλινγκ για τη συνέχεια, και πάει λέγοντας.

Το παιχνίδι αυτό ονομάζεται «Άλλοι τρόποι για να μη μαζεύουν σκόνη τα βιβλία της βιβλιοθήκης μας».