Αναγνωστικά σκαλαθύρματα [ 1 ]
Σκαλάθυρμα το [skaláθirma]: (λόγ.) σύντομο και μάλλον πρόχειρο στη σύνθεση επιστημονικό ή λογοτεχνικό κείμενο: Στιχουργικά σκαλαθύρματα.
1. Περισσότερο κι από τα ίδια τα βιβλία, αγαπώ την ανάγνωση των βιβλίων. Θέλω να πω ότι μπορεί να επιδίδομαι και να απολαμβάνω με ζέση και μετά μανίας, ώρες-ώρες, την απόκτηση, χρήση και συσσώρευση τυπωμένου χαρτιού γύρω μου, αλλά σπανίως αν όχι ποτέ δεν θα ασχοληθώ με κάποιο απo αυτά μόνο και μόνο επειδή είναι σπάνιο και δυσεύρετο, πολύ παλιό και πολύτιμο ή απλώς εξαιρετικά καλαίσθητο. Αγοράζω βιβλία μόνο και μόνο για να τα διαβάσω και, αν κάποιος μού ζητούσε σήμερα να διαλέξω ανάμεσα στην πρώτη έκδοση τού «Υπερηφάνεια και προκατάληψη» και στην πιο πρόσφατη του «Μεγάλου αποχαιρετισμού», θα διάλεγα, χωρίς δισταγμό, το δεύτερο — γιατί αυτό είναι που θέλω να διαβάσω τώρα.
2. Αναρωτιέμαι, αν κάποτε επαληθευτεί η μαύρη προφητεία του Ρέι Μπράντμπερι και ρίχνονται όλα τα βιβλία (και όχι κάποια μόνο επιλεκτικά, όπως γίνεται ώς σήμερα) στη φωτιά (ή στη λήθη, που είναι και το πιθανότερο), θα βρεθεί άραγε κάποιος αναγνώστης να απομνημονεύσει το «Φαρενάιτ 451» ή θα χαθεί κι αυτό μαζί με όλα τ' άλλα;
3. Διαβάζοντας τα βιβλία του Άγγελου Σικελιανού, μου δημιουργείται η εντύπωση πως, αν κάποια μέρα συνέβαινε ξαφνικά η ελληνική φύση να εξαφανιστεί ολόκληρη από προσώπου γης, θα μπορούσε απαράλλαχτη να ανασυσταθεί μέσα από τα ποιήματά του.
4. Τα έχω όλα ξεφυλλίσει σε βιβλιοθήκες και βιβλιοπωλεία, αλλά, μια και δεν πρόκειται τώρα σύντομα (ή και ποτέ ίσως) να αγοράσω κάποιο από αυτά τα βιβλία, ας αντιγράψω εδώ τους τίτλους τους, για να τα κάνω έστω κι έτσι λίγο πιο δικά μου: (α΄) «Αντιλεξικόν, ή Ονομαστικόν της νεοελληνικής γλώσσης» του Θ. Βοσταντζόγλου, (β΄) «Συναγωγή νέων λέξεων (υπό των λογίων πλασθεισών από της αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων» του Στέφανου Κουμανούδη, (γ΄) «Παρεκβολαί εις την Ομήρου Ιλιάδα και Οδύσσειαν» του Ευσταθίου Θεσσαλονίκης και (δ΄) «Η ιστορία της βιβλιοθήκης στον δυτικό πολιτισμό» (πέντε τόμοι) του Κωνσταντίνου Στάικου. Και μόνο να τα λες, ωραία ξοδεύεσαι.
5. Υπάρχει και ένα άλλο ωραίο συναίσθημα: αυτό που έχεις ένα βιβλίο πέντε-δέκα χρόνια στη βιβλιοθήκη σου και σε κοιτάζει σαν ενοχή, αδιάβαστο, όλον αυτό τον καιρό και κάποτε το πιάνεις πια στα χέρια σου και το διαβάζεις. Όπως αυτές τις μέρες εγώ την «Ονειροχλόη» του Ιβάν Γκολ και τις «Εμπειρίες μετάφρασης» του Έκο.
6. «Σοφίτα ήταν κι εδώ, αλλά επιπλωμένη σαν καθιστικό. Όλοι οι τοίχοι ήταν ντυμένοι με ράφια, κι όλα τα ράφια γεμάτα βιβλία. Στο τζάκι έκαιγε φωτιά και μπροστά στη φωτιά είχε μια βαθιά πολυθρόνα. Ένα μεγάλο τραπέζι έπιανε όλη τη μέση της κάμαρας και πάνω του ήταν στοιβαγμένα του κόσμου τα πράγματα: βιβλία τυπωμένα, χοντρά τετράδια σαν κατάστιχα, μελανοδοχεία, πένες, βουλοκέρι, ώς κι ένα μικροσκόπιο». Όταν διαβάζεις τη «Νάρνια» και απ’ όλα τα μαγικά και θαυμαστά που βρίσκονται εκεί μέσα, ό,τι κυρίως σου μένει στο μυαλό εσένα είναι αυτή η περιγραφή, τότε ξέρεις πως η βιβλιοφιλία και φιλαναγνωσία σου έχει περάσει στην επόμενη πίστα.
7. Είναι και λίγο ωραία να ξεκινάς να γράψεις δυο λόγια για ένα ενδιαφέρον βιβλίο που διάβασες και η πρόχειρη έρευνά σου στο ίντερνετ να μη σου βγάζει ούτε ένα αποτέλεσμα. Όσο να πεις, αισθάνεσαι λίγο Μαγγελάνος.
8. Τα λογοτεχνικά περιοδικά τα αγαπάμε και τα στηρίζουμε συν τοις άλλοις και επειδή είναι ο τόπος όπου οι συγγραφείς (κάποιοι συγγραφείς) πειραματίζονται δοκιμάζοντας νέους τρόπους χωρίς το άγχος της οριστικότητας που δημιουργεί η έκδοση ενός βιβλίου. Αφού έτσι μόνο ο συγγραφέας μπορεί να δοκιμάσει κάτι καινούργιο, όταν το εκθέσει στο βλέμμα των αναγνωστών. Όσο το κρατάει στο συρτάρι του, δεν μπορεί να ξέρει τι έχει πετύχει. Διαβάζοντας λογοτεχνικά περιοδικά, εισερχόμαστε, κατά κάποιον τρόπο, στο εργαστήριο του δημιουργού.
9. Στα βιβλία που διαβάζω συνηθίζω να σημειώνω διάφορες αξιοσημείωτες φράσεις: αυτές που μου αρέσουν, αυτές που με συγκλονίζουν, αυτές που είναι χαρακτηριστικές του βιβλίου ή του συγγραφέα, εκείνες που θέλω να μοιραστώ με κάποιον άλλο, εκείνες που θα μου είναι χρήσιμες αν καταπιαστώ να γράψω κάτι γι’ αυτό το βιβλίο, τις άλλες που θέλω να τις θυμάμαι για να πουλάω μούρη λέγοντάς τες, αυτές που μπορεί να τις χρησιμοποιήσω σε κάποιο δικό μου κείμενο, εκείνες που μου θυμίζουν κάτι που ήδη το έχω διαβάσει. Τώρα πια σημειώνω και τις φράσεις που θέλω να τις χρησιμοποιήσω για status στο Facebook. Αγοράζω, νομίζω, πια περισσότερα μολύβια παρά βιβλία.
10. Στενοχωριέμαι που όλο ξεχνάω πόσο μεγάλος ποιητής είναι ο Νίκος Εγγονόπουλος και πόσο αγαπώ τα ποιήματά του. Είναι άδικο που δεν τον αναφέρω μεταξύ των πιο αγαπημένων μου, αλλά είναι κι ευτύχημα που κάθε φορά συγκλονίζομαι διαβάζοντας τα βιβλία του.
11. Στο «Διαβάζοντας στη Χάννα» ο Μπέρνχαρντ Σλινκ δεν χρειάστηκε περισσότερες από δέκα σελίδες για να ρίξει τον δεκαπεντάχρονο πρωταγωνιστή στη γυμνή αγκαλιά μιας τριανταεξάχρονης γυναίκας. Του Τζον Ίρβινγκ, στο «Χήρα για ένα χρόνο», τού πήρε σχεδόν εκατό σελίδες για να κάνει το ίδιο με τον δεκαεξάχρονο ήρωά του και την τριανταεννιάχρονη ερωμένη του. Σε αυτή την περίπτωση τουλάχιστον, προτιμώ τον δεύτερο.
12. Είναι ωραίο να διακρίνεις τα σύντομα εκείνα σημεία ενός μυθιστορήματος που, χωρίς να είναι απολύτως απαραίτητα στην εξέλιξη της αφήγησης, ο συγγραφέας τα έχει προσθέσει γιατί αφορούν —πιστεύεις— άμεσα τον ίδιο. Μια σκηνή, μια εικόνα, ένας διάλογος, μια κρίση: μικρά ψήγματα αυτοβιογραφίας μέσα σε ένα ευρύ μυθοπλαστικό περιβάλλον.
13. Να σταματάς την ανάγνωση ενός μυθιστορήματος πέντε-δέκα σελίδες πριν από το τέλος, για να την ολοκληρώσεις την επόμενη μέρα. Λίγες φορές αποφασίζω και κατορθώνω να το κάνω, μα εκείνες τις φορές κερδίζω μερικές υπέροχες ώρες απολαυστικής αδημονίας που με ελάχιστες ανάλογες ηδονές μπορώ να τις συγκρίνω.
14. Άλλοτε διαβάζουμε αναζητώντας την περιπέτεια κι άλλοτε ζητώντας ασφάλεια κι επιβεβαίωση. Σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση, ξαναδιαβάζουμε τα βιβλία που ήδη γνωρίζουμε και αγαπάμε. Μόνο που καμιά φορά αυτό μπορεί να αποδειχτεί μεγαλύτερη περιπέτεια: όταν θα ανακαλύψουμε πόσο δρόμο έχουμε διανύσει, ανεπιστρεπτί, από την προηγούμενη ανάγνωση.
15. Εκατόν τριάντα βιβλία καταγράφτηκαν στην απογραφή που έγινε στο εργαστήριο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, στο Τολέδο, αμέσως μετά τον θάνατό του: είκοσι επτά ελληνικά, εξήντα επτά ιταλικά, δεκαεπτά ισπανικά και δέκα εννέα βιβλία αρχιτεκτονικής. Όσα περίπου έχω σε δύο από τα ράφια της βιβλιοθήκης εδώ δίπλα μου.
16. Από βιβλία μού αρέσουν εκείνα που στον κολοφώνα τους αναγράφουν τον αριθμό των αντιτύπων που «τραβήχτηκαν» (και όχι «τυπώθηκαν» ή οτιδήποτε άλλο).
17. Τον Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον τον αγαπάω για το «Δρ Τζέκυλ και Κος Χάυντ», για τις «Νέες χίλιες και μια νύχτες», για το «Νησί των θησαυρών», για τα ευφυή δοκίμιά του, για τη φράση του «Our mission in life is not to succeed, but to continue to fail in the best of spirits», επειδή ο Alberto Manguel έχει γράψει μια όμορφη νουβέλα γι’ αυτόν κι επειδή τον αγαπάει η Γλυκερία Μπασδέκη.
18. Μερικοί αναγνωριζόμαστε μεταξύ μας, γιατί χρησιμοποιούμε τη λέξη «αράδα».