Αναγνωστικά σκαλαθύρματα [ 2 ]

C
Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος

Αναγνωστικά σκαλαθύρματα [ 2 ]

σκαλάθυρμα το [skaláθirma]: (λόγ.) σύντομο και μάλλον πρόχειρο στη σύνθεση επιστημονικό ή λογοτεχνικό κείμενο: Στιχουργικά σκαλαθύρματα.

 

1. Συχνά δεν μπορώ ν’ αποφασίσω ποιο από τα δεκάδες βιβλία που με περιμένουν στα ράφια της βιβλιοθήκης μου θ’ ανοίξω στην πρώτη του σελίδα. Δύο είναι τότε οι συνήθεις επιλογές μου: ή θα διαβάσω ένα σύντομο αστυνομικό μυθιστόρημα, του Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ, κατά προτίμηση, ή του Ζωρζ Σιμενόν, του Αντρέα Καμιλέρι ή του Γιάννη Μαρή, ή θα διαβάσω ένα έργο του Σαίξπηρ.

2. Το ήξερα, εννοείται, ότι θα συμβεί, αλλά υπάρχει πάντα κάτι καθησυχαστικό στην επανάληψη του αναμενομένου και γι’ αυτό το αναφέρω και εδώ: καθώς βάφουμε το σπίτι αυτές τις μέρες, έχουμε τραβήξει πολλά έπιπλα στην άκρη και έτσι δεν έχω πρόσβαση σε μία μεγάλη βιβλιοθήκη μου. Και φυσικά όλα τα βιβλία που χρειάζομαι ή θέλω να διαβάσω αυτό τον καιρό βρίσκονται σε εκείνα ακριβώς τα ράφια.

3. Οι ηδονές της ανάγνωσης είναι τόσες όσοι και οι αναγνώστες, όσα και τα βιβλία, όσοι και οι τόποι και οι στιγμές της ανάγνωσης: να ανακαλύπτεις έναν καινούργιο συγγραφέα που σε ενθουσιάζει, να σου προτείνει ο βιβλιοπώλης σου ένα βιβλίο που δεν το ήξερες και να αποδεικνύεται εξαιρετικό, να εξασφαλίζεις μιαν ώρα μεταξύ δύο υποχρεώσεων και να κάθεσαι σε μια καφετέρια με μια συλλογή διηγημάτων στο χέρι, να ξαναδιαβάζεις μετά από χρόνια ένα αγαπημένο σου μυθιστόρημα ή μετά από αιώνες ένα αγαπημένο βιβλίο της παιδικής σου ηλικίας, να φτιάχνεις λίστες με βιβλία (για ανάγνωση, για αγορά, για χάρισμα, για πέταμα), να προσπαθείς —μάταια— να τακτοποιήσεις τη βιβλιοθήκη σου, να ψάχνεις στα ράφια για μια ποιητική συλλογή και να βρίσκεις βιβλία που δεν θυμόσουν καν ότι τα είχες αγοράσει, να σημειώνεις με το μολύβι σου στα περιθώρια των σελίδων, να βλέπεις τον άγνωστο συνεπιβάτη σου στο λεωφορείο να διαβάζει το αγαπημένο σου βιβλίο, να κουβεντιάζεις για τον Παπαδιαμάντη ή για τον Ζωρζ Περέκ — ο κατάλογος δεν έχει τέλος, ευτυχώς!

4. Πριν από την ανακοίνωση του βραβείου Νόμπελ για τη λογοτεχνία, να κουβεντιάζουμε, να αστειευόμαστε, να κοντραριζόμαστε, να γκρινιάζουμε, να πιθανολογούμε, να νευριάζουμε. Μετά όμως να ανοίγουμε τα βιβλία και να διαβάζουμε, ναι;

5. Κάθε αναγνώστης έχει τα σίγουρα χαρτιά του: τα βιβλία στα οποία ξέρει πως μπορεί να καταφύγει, όποιος πόλεμος κι αν μαίνεται έξω ή μέσα του. Έχω κι εγώ τέσσερα-πέντε τέτοια στη βιβλιοθήκη μου, μα το καλοκαίρι στην τσάντα μου βρίσκεται οπωσδήποτε ένας τόμος με διηγήματα του Παπαδιαμάντη. Η ιδανική συνθήκη είναι να κάθομαι στο μπαλκόνι, μπροστά μου ελιές και κυδωνιές, πιο πέρα η θάλασσα κι ο ορίζοντας, και να έχω στα πόδια μου ανοιχτό το «Μοιρολόγι της φώκιας». Διαβάζω για τη γριά-Λούκαινα και τον νεαρό βοσκό, για την Ακριβούλα που γλίστρησε, μπλουμ! στο κύμα και για τα πάθια και τους καημούς του κόσμου που δεν έχουνε τελειωμό. Κι όταν δεν βρίσκομαι σ’ εκείνο το μπαλκόνι, αν ανοίξω το βιβλίο μου, το αποτέλεσμα είναι πάλι το ίδιο — αιθρία και γαλήνη χάρη στο αγαπητικό βλέμμα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.

6. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσες φορές κι αν το έχεις ήδη κάνει, δεν παύει να είναι μια μεγάλη κατάκτηση και μια μεγάλη ανακούφιση η στιγμή που πετάς στην άκρη ένα κακό βιβλίο έχοντας υπερνικήσει την ψυχαναγκαστική σου τάση να φτάνεις πάντα ώς την τελευταία σελίδα. Αυτή τη φορά άρκεσε να φτάσω στην εικοστή τέταρτη. Ουφ!

7. «Δεν διάβασε όταν ήταν νέος Πλάτωνα (πράγμα που κατά πάσα πιθανότητα οφείλεται σε κακή τύχη), αλλά ούτε, όταν ανδρώθηκε, Καντ (πράγμα για το οποίο ευθύνεται ο ίδιος)». Τόμας Ντε Κουίνσι.

8. Όταν τύχει να βρεθώ απόγευμα με ζέστη στην πλατεία Μαβίλη και να καθίσω σε ένα παγκάκι να πιω λίγο νερό απ’ το μπουκάλι μου, τότε πιο πολύ σκέφτομαι τον Νίκο Καρούζο, που ήταν άρρωστος στα στερνά του κι έβγαινε να καθίσει στο Flower κι ένιωθε πάνω του το αεράκι — και πόσο δεν ήθελε να πεθάνει!

9. Πριν από δέκα-δεκαπέντε χρόνια ήμουν υπεύθυνος σχολικής βιβλιοθήκης σε ένα χωριό της Πελοποννήσου. Είχα δανείσει σε μια μαθήτρια της τρίτης λυκείου, αν θυμάμαι καλά, το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Σαίξπηρ. Το επέστρεψε στη βιβλιοθήκη με μεγάλη καθυστέρηση, μετά από δύο μήνες, αλλά δεν της είπα κουβέντα, της χαμογέλασα και το πήρα από το χέρι της να το βάλω στη θέση του — είχε μεσολαβήσει μια αρκετά σοβαρή απόπειρα αυτοκτονίας εκ μέρους της, που είχε αναστατώσει όλο τον τόπο. Ούτε τόλμησα να τη ρωτήσω αν το βιβλίο είχε κάποια σχέση με την πράξη της. Φαινόταν ωστόσο ότι το είχε διαβάσει.

10. Ο Μάνος Χατζιδάκις, ένα απρόσμενο δώρο, ο Λέοναρντ Κοέν, ο ήχος της καφετιέρας το πρωί, η Ιστορία του Ηροδότου που πάντα θα περιμένει να τη διαβάσεις από την αρχή μέχρι το τέλος, τα σύννεφα που τρέχουν στον ουρανό, ένας στίχος μετά από καιρό, η ΙΟΝ αμυγδάλου, ένα φανελάκι που στεγνώνει πάνω στο (σβηστό) καλοριφέρ, ο σκύλος που τινάζεται απ’ τα νερά. Πόσα πράγματα για να είμαστε ευγνώμονες.

11. Όταν εγώ διαβάζω τον «Δον Κιχώτη», δεν διαβάζω το ίδιο βιβλίο που διαβάζεις εσύ. Εγώ διαβάζω το αντίτυπο που αγόρασα σε ένα βιβλιοπωλείο στην Κηφισιά στη μισή τιμή, γιατί ενώ ήταν δίτομη έκδοση είχαν μόνο τον ένα τόμο (τον δεύτερο) και τον είχα πάρει μαζί μου εκείνο τον Απρίλιο στην Ισπανία και στην τελευταία του σελίδα έχω σημειώσει όλες τις αναφορές σε κάποιο θέμα που με ενδιέφερε τότε (την αϋπνία, την ανάγνωση, την καλοσύνη, το χιούμορ…) και στη σελίδα 217 έχει μια μουτζούρα που την έκανα κατά λάθος με το στιλό μου καθώς το διάβαζα, και στο οπισθόφυλλο έναν μικρό λεκέ από καφέ και το τελείωσα μες στο αεροπλάνο της επιστροφής — εδώ πίσω μου τον έχω τώρα. Αυτόν τον «Δον Κιχώτη» διαβάζω, να ξέρεις.

12. Δεν διαβάζουμε για να βρούμε απαράλλακτη τη ζωή μας στις σελίδες των βιβλίων μας. Δεν διαβάζουμε για να παρηγορηθούμε για το βαρύ φορτίο του χρόνου που λυγίζει τους ώμους μας ή που όλα τα σχέδιά μας βγήκαν πλάνες. Δεν διαβάζουμε για να κατανοήσουμε την πραγματικότητα που μας περιβάλλει και τους ανθρώπους που συναναστρεφόμαστε· ούτε για να αντικρίσουμε ανάμεσα στις αράδες μια διαφορετική πραγματικότητα. Δεν διαβάζουμε για να διευρύνουμε το μυαλό μας, για να γυμνάσουμε τη φαντασία μας, για να οξύνουμε την ευαισθησία μας. Δεν διαβάζουμε αναζητώντας παραδείγματα προς μίμηση ή προς αποφυγή ούτε για να βρούμε τον εαυτό μας. Μα όσο περισσότερο διαβάζουμε τόσο περισσότερο όλα αυτά μας συμβαίνουν. Εμείς όμως διαβάζουμε για την απόλαυση της ανάγνωσης. Διαβάζουμε γιατί έτσι είμαστε και δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Διαβάζουμε άλλοτε με σοβαρότητα και άλλοτε με ανεμελιά, άλλοτε με αναγνωστική μέθη και άλλοτε με κριτική νηφαλιότητα. Κι έτσι ακριβώς γράφουμε για τα βιβλία που αγαπάμε.