Απαγορεύοντας την άνοιξη
Η ιαπωνική μεταπολεμική λογοτεχνία, ως μέσο έκφρασης των κατακλυσμιαίων αλλαγών που ακολούθησαν την άνευ όρων παράδοση της χώρας μετά τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, περιέχει στοιχεία που επιτρέπουν στον Δυτικό αναγνώστη να κατανοήσει το μυστήριό της. Για παράδειγμα, πώς από τις τελετουργικές διαδικασίες της καθημερινής ζωής που βλέπουμε στις ταινίες του Όζου και του Μιζογκούτσι η χώρα εξελίχθηκε στη βίαιη δυστοπία του Τακέσι Κιτάνο. Ήδη από τη δεκαετία του ’90, οι Ιάπωνες συγγραφείς έγιναν το must για κάθε βιβλιόφιλο που αγαπά τη μεταφρασμένη λογοτεχνία. Και ανάμεσα σε ηχηρά ονόματα όπως του Μουρακάμι και του Όε, ανακαλύψαμε μια γενιά νεαρών γυναικών συγγραφέων σαν την Μπανάνα Γιοσιμότο και τη Γιόκο Ογκάουα.
Η Γιόκο Ογκάουα (1962) έχει γράψει μέχρι σήμερα περισσότερα από πενήντα λογοτεχνικά και δοκιμιακά έργα, εκ των οποίων δέκα έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά και έξι στα ελληνικά. Σε όσα βιβλία της έχουμε διαβάσει παρατηρούμε ορισμένα θέματα να επανέρχονται: ο εγκλεισμός του αφηγητή ή ενός βασικού ήρωα σε περιορισμένο χώρο, η αίσθηση μιας παράλογης εξουσίας που διοικεί τον κόσμο, η εσωτερική υποχρέωση των ηρώων και κυρίως των ηρωίδων της να συμβιβαστούν με την Απώλεια και τον Θάνατο. Όλοι σχεδόν οι ήρωές της έχουν χάσει κάτι σημαντικό: ένα μέλος του σώματός τους, τη μνήμη τους, την παιδική τους ηλικία, τους γονείς ή τους αγαπημένους τους. Μια υγρή ατμόσφαιρα βροχής και ενίοτε σήψης διαποτίζει τη ζωή τους, δημιουργώντας τις ιδανικές συνθήκες για την εξέλιξη ενός ψυχολογικού θρίλερ, αν και η Ογκάουα δεν ενδιαφέρεται για κάτι τέτοιο. Η μεταφυσική αγωνία, η αρχική δυσφορία και η εξέλιξή της σε σαγηνευτικό πλην αλλόκοτο αισθησιασμό, η εσωτερικευμένη μοναξιά είναι ο χειρότερος τρόμος των ηρώων της.
Υπάρχει στο YouTube μια θαυμάσια συνέντευξη με τον μεταφραστή της Ογκάουα στα αγγλικά, τον Στίβεν Σνάιντερ, ο οποίος εξηγεί ότι σε συνεργασία με τη συγγραφέα και τον εκδότη αποφασίζουν ποια βιβλία της θα μεταφραστούν, και με ποια σειρά. Κανείς, φυσικά, δεν μπορούσε να φανταστεί πόσο επίκαιρο θα έμοιαζε αυτό το βιβλίο του 1994, η Αστυνομία της Μνήμης. Ο μεταφραστής τονίζει την έκπληξη της Ογκάουα για τις πολιτικές αιχμές που ανακάλυψαν οι κριτικοί και το κοινό σ’ αυτό το δυστοπικό έργο. Η Ογκάουα, σε πολλές συνεντεύξεις της, έχει δηλώσει μεγάλη θαυμάστρια του Κάφκα, του Πολ Όστερ αλλά και του Ημερολογίου της Άννα Φρανκ. Η Αστυνομία της Μνήμης είναι ένας φόρος τιμής στην Άννα Φρανκ κυρίως, και όταν το έγραφε, το 1994, πίστευε ότι αναφερόταν στο παρελθόν και στην απόσταση που είχε πάρει ο σύγχρονος κόσμος από αυτή τη δυστοπική κατάσταση. Οι αναγνώστες όμως βρήκαν πολλές ομοιότητες με τον σύγχρονο κόσμο, όπως το τσουνάμι που καταστρέφει κτίρια και πνίγει ανθρώπους, τον αιώνιο χειμώνα που μπορεί να προκαλέσει η κλιματική αλλαγή ή το κάψιμο των βιβλίων στις τραμπικές ΗΠΑ.
Λίγα λόγια για την υπόθεση: σε κάποιο νησί που δεν κατονομάζεται, χωρίς επικοινωνία με την απέναντι στεριά, η αυταρχική Αστυνομία της Μνήμης αποφασίζει κάθε τόσο να εξαφανίσει ένα αντικείμενο: τα καπέλα, τα πλοία, τις κορδέλες για τα μαλλιά, τα αρώματα, τα πουλιά, τα τριαντάφυλλα. Η ηρωίδα, η οποία επίσης δεν κατονομάζεται, είναι μια νεαρή μυθιστοριογράφος που έχει χάσει τους γονείς της και ζει μόνη στο πατρικό της σπίτι. Η κάθε εξαφάνιση ακολουθείται από τη διαγραφή του αντικειμένου από τη μνήμη των κατοίκων του νησιού, αν και κάποιοι ελάχιστοι άνθρωποι αδυνατούν να ξεχάσουν. Εξαιτίας αυτής της αδυναμίας τους συλλαμβάνονται από την Αστυνομία της Μνήμης και εξαφανίζονται. Όταν ο επιμελητής των βιβλίων της ηρωίδας κινδυνεύει να συλληφθεί επειδή δεν μπορεί να απαλλαγεί από τις αναμνήσεις του, η νεαρή συγγραφέας τον κρύβει σ’ ένα μυστικό δωμάτιο του σπιτιού της, με τη βοήθεια του Γέρου, ενός ηλικιωμένου άντρα που αποτελεί πια τη μοναδική της οικογένεια. Σταδιακά οι εξαφανίσεις γίνονται πιο βίαιες, όταν η Αστυνομία της Μνήμης απαγορεύει τα βιβλία και την έλευση της άνοιξης.
Οι αναφορές στην Άννα Φρανκ και το Ημερολόγιό της είναι φανερές σε πολλά σημεία της Αστυνομίας της Μνήμης· η καταρρακτώδης βροχή που πέφτει όταν ο επιμελητής φτάνει για πρώτη φορά στο κρησφύγετό του, το χαμηλό ταβάνι που τον αναγκάζει να βαδίζει σκυφτός. Παρά την τρομακτική και απαισιόδοξη ατμόσφαιρα που διαπνέει το βιβλίο, το ανοιχτό τέλος εκπέμπει μια ακτίνα ήλιου και αισιοδοξίας που παρηγορεί τον αναγνώστη. Οι κριτικοί βρήκαν πολλαπλές ομοιότητες και στοιχεία από το 1984 του Όργουελ, το Φαρενάιτ 451 του Ρέι Μπράντμπερι και τα Εκατό Χρόνια Μοναξιά του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, αλλά η τρυφερότητα της γραφής και η αέρινη γοητεία των περιγραφών της εντάσσουν την Ογκάουα σε μια τελείως διαφορετική κατηγορία, ισάξια των προηγουμένων.
Τα υπόλοιπα βιβλία της Ογκάουα που κυκλοφορούν στην Ελλάδα μετέφρασε από τα ιαπωνικά ο Παναγιώτης Ευαγγελίδης. Λόγω της επικαιρότητας που απέκτησε η Αστυνομία της Μνήμης (το βιβλίο ήταν στη βραχεία λίστα για το Διεθνές Booker Μεταφρασμένου Βιβλίου), οι Εκδόσεις Πατάκη μού ανέθεσαν τη μετάφραση του αγγλικού κειμένου. Κάθε μετάφραση, όσο επιτυχημένη κι αν είναι, αφαιρεί τις γωνίες μιας γλώσσας, την ιδιαιτερότητα των παιχνιδιών που μόνο ένας εξαιρετικός γνώστης μπορεί να αντιληφθεί. Εντούτοις, ο μεταφραστής της Γιόκο Ογκάουα, Στίβεν Σνάιντερ, έκανε τόσο εξαιρετική δουλειά στην απόδοση του ιαπωνικού κειμένου, ώστε αν δεν ήξερα ότι είναι μετάφραση, δεν θα το καταλάβαινα. Αυτό διευκόλυνε τη δική μου εργασία, αφού είχα ένα άψογο κείμενο, στο οποίο η κάθε λέξη είχε τη θέση της και δεν άλλαζε. Η Αστυνομία της Μνήμης είναι από τα βιβλία που καμαρώνω επειδή μετέφρασα κι ελπίζω ότι οι αναγνώστες, με τη σειρά τους, θα μυηθούν στη μαγεία της Ογκάουα.