Αρμονική Δύση, μελωδική Ανατολή

C
Γιώργος Κυριαζής

Αρμονική Δύση, μελωδική Ανατολή

Πριν λίγες ημέρες, ο διεθνούς φήμης βιολονίστας Λεωνίδας Καβάκος έδωσε συνέντευξη στον διευθύνοντα σύμβουλο της ΕΡΤ Λάμπη Ταγματάρχη, όπου είπε διάφορα ενδιαφέροντα πράγματα, έστω και με κάποια ροπή προς την υπερβολή, μια ροπή που διακρίνει έτσι κι αλλιώς τον διακεκριμένο καλλιτέχνη, χωρίς βέβαια αυτό να μειώνει την αξία του. Ένα σημείο στο οποίο εστίασαν κάποιοι, με αρκετά επικριτική διάθεση, ήταν εκεί που ο Καβάκος είπε ότι η ψυχολογική επίδραση που έχει το κείμενο ενός δημοτικού τραγουδιού είναι μία ψυχολογική επίδραση ανάτασης, ενώ η ψυχολογική επίδραση που έχει το κείμενο ενός ρεμπέτικου τραγουδιού ή ενός λαϊκού είναι μία ψυχολογική επίδραση απόλυτης παρακμής.

Δεν θα σταθώ στα λόγια του Καβάκου, γιατί αυτό θα αποτελούσε αφετηρία μιας ατέρμονης συζήτησης. Αντίθετα, θα σταθώ σε ένα επιχείρημα που αντέταξαν οι επικριτές του, σύμφωνα με το οποίο ο μουσικός διαχωρισμός μεταξύ Δύσης και Ανατολής είναι κάλπικος και αντιεπιστημονικός, κι αυτό διότι η δυτική μουσική γεννήθηκε από τη βυζαντινή μουσική, η οποία με τη σειρά της είναι τέκνο του πυθαγόρειου μουσικού συστήματος…

Ένας τρόπος να απαντήσει κανείς ολοκληρωμένα και εμπεριστατωμένα σε τέτοιους ισχυρισμούς θα ήταν να γράψει διδακτορική διατριβή, αλλά αντ’ αυτού ας αρκεστούμε σε δυο-τρεις πρόχειρες επισημάνσεις.

1. Η δυτική μουσική επηρεάστηκε πράγματι από τη βυζαντινή κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής της μέχρι τον 12ο αιώνα περίπου, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι γεννήθηκε από αυτήν. Από εκεί και πέρα, η εξέλιξή της βασίστηκε πάνω στο γρηγοριανό μέλος και πήρε εντελώς διαφορετική τροπή, αναπτύσσοντας πρώτα την πολυφωνία και μετά την αρμονία, στοιχεία που παρέμειναν ανεκμετάλλευτα στην Ανατολή, η οποία ασχολήθηκε περισσότερο με τη μελωδία. Ειδικά, δε, μετά την υιοθέτηση της συγκερασμένης κλίμακας τον 18ο αιώνα στη Δύση, το χάσμα με την Ανατολή μεγάλωσε ακόμη περισσότερο, διαμορφώνοντας δύο εντελώς ξεχωριστά μουσικά συστήματα.

2. Η ανάπτυξη της βυζαντινής μουσικής βασίστηκε όντως στο πυθαγόρειο σύστημα (6ος αιώνας π.Χ.), καθώς και σε θεωρητικά έργα όπως του Αριστόξενου του Ταραντίνου (4ος αιώνας π.Χ.). Αφενός όμως επηρεάστηκε πολύ από την εβραϊκή ψαλμωδία (και αργότερα και από την περσική μουσική παράδοση), και αφετέρου το θεωρητικό της υπόβαθρο παρουσιάζει σημαντικές διαφορές με το πυθαγόρειο σύστημα, όπως για παράδειγμα η διαίρεση της κλίμακας σε 72 μόρια αντί για 53, καθώς και η ουσιαστική κατάργηση του αρχαίου εναρμόνιου γένους ήχων (τρόπων).

3. Η βυζαντινή μουσική που ακούγεται σήμερα στις ελληνικές εκκλησίες, ουσιαστικά διαμορφώθηκε τον 19ο αιώνα, και στο μεταξύ έχει δεχτεί πολλές επιρροές από τη δυτική μουσική, διατηρώντας ωστόσο τα στοιχεία που τη διακρίνουν από αυτήν.

Γιατί η διάκριση Ανατολής-Δύσης εξακολουθεί να υφίσταται, κι αυτό φαίνεται ακόμη και στα μουσικά είδη που υποτίθεται πως αποτελούν ανάμειξη των δύο κόσμων, όπως οι διάφορες ποικιλίες λαϊκού και ρεμπέτικου. Και αυτή η διάκριση δεν εμπεριέχει καμία αξιολογική κρίση. Ο ίδιος ο Καβάκος, άλλωστε, δεν επιχείρησε κάτι τέτοιο: τοποθέτησε μεν τον Μπαχ ψηλότερα από το λαϊκό (όρο με τον οποίο φάνηκε να εννοεί τη λεγόμενη σκυλοπόπ, μόνο που μια παρέμβαση του Ταγματάρχη δεν τον άφησε να ολοκληρώσει και να αποσαφηνίσει τη διατύπωσή του), αλλά στο ίδιο σκαλοπάτι με τον Μπαχ έβαλε και το δημοτικό τραγούδι. Και αυτή ακριβώς η αξιολογική κρίση που έκανε υπέρ του δημοτικού και κατά του λαϊκού και του ρεμπέτικου (μιλώντας σε επίπεδο συναισθηματικής πρόσληψης των στίχων) ήταν που ενόχλησε περισσότερο. Και μάλιστα (αχ, πόσο μου αρέσουν αυτές οι στιγμές που η βελόνα του ειρωνειόμετρου χώνεται βαθιά στα κόκκινα!) ενόχλησε ανθρώπους που έχουν εκφέρει στο παρελθόν παρόμοιες απόψεις κατά του λεγόμενου έντεχνου ή ποιοτικάδικου, το οποίο δεν καταλαβαίνω γιατί επισύρει τόσο μίσος, πια· είναι απλώς ένα είδος μουσικής.