Αύγουστος στην πόλη

L
Χρυσούλα Δημοπούλου

Αύγουστος στην πόλη

«Έχει συμβεί κάτι και είναι τόσο έρημοι οι δρόμοι; Πού είναι όλος ο κόσμος; Γιατί είναι σχεδόν τα πάντα κλειστά Τρίτη πρωί;» ρωτά απορημένη η επιβάτιδά μου. Μόλις έχουμε μπει στην Αθήνα, μία ημέρα μετά τον Δεκαπενταύγουστο. Της εξηγώ τι συμβαίνει, της λέω ότι διάλεξαν τις καλύτερες ημέρες για να γνωρίσουν την πόλη, μπορεί να κάνει λίγη ζέστη αλλά θα κινηθούν παντού με άνεση. Δεν φαίνεται να πείθεται, επιμένει πως θα ήθελε να ζήσει στον πραγματικό ρυθμό της πόλης. Τους αφήνω σε ένα κεντρικό ξενοδοχείο και συνεχίζω.

Οδηγώ αργά στις κεντρικές λεωφόρους παρατηρώντας τριγύρω. Στρίβω σε μικρότερους δρόμους μόνο και μόνο για να δω πώς είναι χωρίς σταθμευμένα αυτοκίνητα παντού, χωρίς τα μαγαζιά ανοιχτά, χωρίς ανθρώπους να περπατούν βιαστικά. Ανάβει πράσινο, αλλά δεν ξεκινώ: απολαμβάνω το ότι δεν υπάρχει κανείς πίσω μου να κορνάρει επειδή καθυστέρησα. Έχει μία απολαυστική ησυχία — ναι, αυτό είναι, σκέφτομαι, αυτό που με κουράζει περισσότερο στην πόλη τις εργάσιμες ημέρες είναι ο θόρυβος: αυτό το διαρκές βουητό.

Χαμογελώ και σκέφτομαι πως είναι μια καλή στιγμή να πάω να πιω τον καφέ μου στο στέκι που μου αρέσει και όπου σήμερα σίγουρα θα βρω χώρο να σταματήσω. Μα όχι. Είναι κλειστό! Δεν πειράζει, θα πάω στη δεύτερη επιλογή μου. Κι εδώ κλειστά! Οκέι, τον ξεχνάμε τον καφέ στο έρημο κέντρο, θα περάσω από τον αγαπημένο μου φούρνο να πάρω λιχουδιές για το πρωινό και θα πάω σε φίλη να τις γευτούμε παρέα.

Ο φούρνος κλειστός· και η φίλη λιάζεται σε κάποια παραλία.

Τώρα αρχίζω να καταλαβαίνω τη δυσφορία της κυρίας νωρίτερα. Η καθημερινότητα στην πόλη είναι σαν ένα μεγάλο παζλ, και μέρες σαν και τη σημερινή είναι λες και κάποιος έχει αφαιρέσει αρκετά κομμάτια του. Άνθρωποι και μέρη που είναι σημεία αναφοράς στην κάθε μου ημέρα δεν είναι εδώ. Μπορεί να απουσιάζουν πολλά από τα άσχημα της πόλης, αλλά μαζί με αυτά απουσιάζουν και τα όμορφά της: η χαμογελαστή κοπέλα από το μαγαζί όπου παίρνω τον καφέ μου και που ξεκινά να τον ετοιμάζει αμέσως μόλις δει το ταξί να σταματά έξω από την πόρτα του, ο κύριος που κάνει το αυτοκίνητο να λαμποκοπά, οι φίλοι που δουλεύουν σε κάθε σημείο της πόλης και που πολλές φορές ξεκλέβουν λίγο χρόνο για να συναντηθούμε, ακόμη και οι κουλουρτζήδες στις γωνίες απουσιάζουν.

Η Αθήνα τις περισσότερες ημέρες του Αυγούστου είναι μια μεγαλούπολη με πλήθος και ρυθμούς κωμόπολης. Για μια-δυο ημέρες, ίσως αυτό να είναι διασκεδαστικό. Ασφαλώς και είναι κάτι διαφορετικό, επειδή κάνεις μια διακοπή από τα καθημερινά σου, χαίρεσαι που θα φας λιγότερο χρόνο στο μποτιλιάρισμα ή που θα βρεις θέση να παρκάρεις σε σημεία όπου άλλες φορές δεν το προσπαθείς καν.

Αλλά μετά απλώνεται μια μελαγχολία ολόγυρα, μια νοσταλγία, μια αίσθηση ερημιάς και εγκατάλειψης. Η πόλη είναι ο θόρυβός της που τόσο με ενοχλεί, οι φωνές, τα κορναρίσματα, η ζωή που της δίνουν οι άνθρωποί της. Χωρίς αυτούς εδώ, είναι όμορφη, είναι πιο καθαρή, πιο φωτεινή και πιο άνετη — αλλά είναι μόνη.

Άντε, γυρίστε, σας περιμένω.