Αυτοκρατορικό σκαρίφημα
Πριν λίγες ημέρες, δημοπρατήθηκε από τον οίκο Sotheby’s ένα άγνωστο μέχρι τώρα χειρόγραφο του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν με νότες που φαίνεται πως αποτελούν προσχέδιο του φημισμένου 5ου κοντσέρτου για πιάνο, το οποίο έμεινε στην ιστορία με την ονομασία «Αυτοκρατορικό κοντσέρτο» — μια ονομασία που δεν δόθηκε στο έργο από τον ίδιο τον συνθέτη, αλλά από τον εκδότη του. Από το σκαρίφημα αυτό (που δεν είναι το μόνο που έχει σωθεί, βέβαια) φαίνεται ολοκάθαρα ο τρόπος με τον οποίο επεξεργαζόταν τις μουσικές του ιδέες ο μεγάλος συνθέτης, καθώς στην κορυφή της σελίδας υπάρχουν κομμάτια που συμπεριλήφθηκαν, περισσότερο ανεπτυγμένα, στο πρώτο και στο δεύτερο μέρος του κοντσέρτου, αλλά και τρόποι ανάπτυξης των μουσικών θεμάτων που απουσιάζουν από την τελική εκδοχή του έργου. Εξάλλου, είναι γνωστό ότι ο Μπετόβεν δεν άφηνε τα έργα του σε ησυχία: έκανε διορθώσεις και αλλαγές ακόμα και πολύ μετά την επίσημη παρουσίασή τους.
Πέρα από την προφανή σύνδεση με τους μύθους περί θεϊκής έμπνευσης και αυτόματης δημιουργίας που κυκλοφορούν σχετικά με τον Μότσαρτ (για τους οποίους έχουμε μιλήσει στο παρελθόν), αυτό μου θύμισε κάτι που είχε πει παλιότερα σε ραδιοφωνική συνέντευξή της η Ελένη Καραΐνδρου. Δεν θυμάμαι τα ακριβή λόγια της, αλλά το νόημα ήταν ότι από τις πενήντα ώρες ηχογραφημένου υλικού για κάθε δίσκο (ή μουσική επένδυση ταινίας), τελικά κρατούσε μόνο μία ή μιάμιση ώρα — το υπόλοιπο το πετούσε, ή τέλος πάντων το έριχνε στον κάδο ανακύκλωσης όπου βάζουν όλοι οι καλλιτέχνες τις δημιουργικές τους προσπάθειες, για να τις ανασύρουν αργότερα και να τις μετασχηματίσουν σε κάτι καινούργιο.
Ίσως επαναλαμβάνομαι, αλλά νομίζω ότι αυτό το πράγμα δεν έχει τονιστεί αρκετά: η δημιουργία στην τέχνη ποτέ δεν γίνεται εύκολα, φυσικά και αβίαστα. Στην καλύτερη περίπτωση, έτσι μπορεί να προκύψει μόνο το πρωτογενές υλικό, το οποίο μετά πρέπει να επεξεργαστείς με σκοπό και μέθοδο. Αλλιώς δεν κάνεις τέχνη, απλώς προβάλλεις το τεμπέλικο, υπερφίαλο εγώ σου.