Charles R. Maturin, «Μέλμοθ»

C
Παναγιώτης Χατζηγιαννάκης

Charles R. Maturin, «Μέλμοθ»

Ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Ο Ρομαντισμός ήταν μια αντίδραση στον ορθολογισμό του Διαφωτισμού. Το γοτθικό μυθιστόρημα γεννήθηκε και ανδρώθηκε μέσα σε αυτό κίνημα. Εισάγοντας το στοιχείο του υπερφυσικού στην πλοκή, η δράση μεταφέρεται σε απομονωμένους πύργους και μοναστήρια, επιζητώντας τη συναισθηματική φόρτιση του αναγνώστη. Αγαπά το σκοτάδι ή το ημίφως που σχηματίζει μακριές απειλητικές σκιές. Κινείται μέσα σε περίκλειστους χώρους, δαιδαλώδεις κατακόμβες, ξεχασμένες κρύπτες, μυστικά περάσματα. Υπάρχουν συγκεκριμένα μοτίβα, που εμφανίζονται σταθερά: μια προγονική κατάρα, ένας κακός, πανίσχυρος και μοχθηρός, ένα ειδύλλιο που αντιμετωπίζει εμπόδια φυσικά και υπερφυσικά, μια ηρωίδα αδύναμη αλλά ταυτόχρονα δυνατή μέσα στην αγνότητά της.

Πρώτος ο Οράτιος Ουόλπολ το 1764 παρουσιάζει ένα χειρόγραφο ως ανακάλυψή του. Είναι μια ιταλική ιστορία του 1529 και την εκδίδει με τον τίτλο «Το κάστρο του Οτράντο», βάζοντας υπότιτλο: «Μια γοτθική ιστορία». Η επιτυχία τον έκανε στη δεύτερη έκδοση να ομολογήσει ότι αυτός ήταν ο συγγραφέας. Οι μέχρι τότε διθυραμβικές κριτικές μετατράπηκαν σε απορρίψεις (ένα θαυμάσιο δείγμα υποκρισίας). Η αρχή όμως είχε γίνει, και το κοινό φάνηκε να διψά για παρόμοιες ιστορίες Έτσι, το 1782 δημοσιεύθηκε η «Ιστορία του Χαλίφη Βατέκ» του Γουίλιαμ Μπέκφορντ, ενώ το 1794 η Ανν Ράντκλιφ εξέδωσε Τα «Μυστήρια του Ουντόλφο» — το οποίο ξέσκισε με το κοφτερό της χιούμορ η Τζέιν Όστεν στο «Αββαείο του Νορθάνγκερ» (1803). Το 1796 εκδίδεται ο αριστουργηματικός «Καλόγερος» του Matthew Lewis. Το γοτθικό μυθιστόρημα εξαπλώνεται στη Γαλλία και στη Γερμανία αρχικά, μέχρι να κατακτήσει ολόκληρο τον κόσμο. Από τότε θα διασχίσει τους αιώνες μεταλλασσόμενο, ακολουθώντας τις τάσεις κάθε εποχής και γεννώντας υποείδη. Σπουδαίοι συγγραφείς, από τον Έντγκαρ Άλαν Πόε μέχρι τον Ουίλιαμ Φόκνερ και τη Μάργκαρετ Άτγουντ, θα γράψουν ή θα εντάξουν στοιχεία της γοτθικής λογοτεχνίας στο έργο τους.

 Το 1918, η Μαίρη Σέλεϊ εκδίδει το «Φρανκενστάιν ή ο Σύγχρονος Προμηθέας» και διαφαίνεται μια νέα τάση στο χώρο. Το 1820 εκδίδεται ο «Μέλμοθ ο Περιπλανώμενος», τυπικό δείγμα της πρώτης φάσης της γοτθικής λογοτεχνίας. Συγγραφέας, ο Charles Robert Maturin. Μια ιδιαίτερη περίπτωση ανθρώπου. Απόγονος Ουγενότων (Γάλλων προτεσταντών που εγκατέλειψαν την χώρα τους μετά την ανάκληση του Έδικτου της Νάντης από τον Λουδοβίκο ΙΔ΄ το 1685) και απόφοιτος του Κολεγίου Τρίνιτι, θα ακολουθήσει καριέρα ιεροκήρυκα. Τα πρώτα έργα του, αν και αποτυχημένα, θα προσεχθούν από τον Γουόλτερ Σκοτ, ο οποίος θα τα συστήσει στον Λόρδο Βύρωνα. Με τη βοήθειά τους θα ανεβάσει ένα θεατρικό έργο υπογράφοντας με ψευδώνυμο. Όταν η Ιρλανδική Εκκλησία το μαθαίνει, τον τιμωρεί περιορίζοντας τον μισθό του, οδηγώντας αυτόν και την οικογένειά του σχεδόν στην ένδεια. Έργο ζωής, ο «Μέλμοθ» θα του χαρίσει διεθνή αναγνώριση. Ο ίδιος θα συνεχίσει να γράφει αλλά και να κηρύττει μέχρι τον πρόωρο θάνατό του. Κόσμος συρρέει να τον ακούσει. Μέσα από τα κηρύγματά του φαίνεται η κοσμοθεωρία του: Η ζωή είναι γεμάτη θάνατο. Τα βήματα των ζωντανών δεν μπορούν να πιέσουν τη γη χωρίς να διαταραχθούν οι στάχτες των νεκρών — περπατάμε επάνω στους προγόνους μας. Η ίδια η γη είναι ένα τεράστιο νεκροταφείο. Μετά τον θάνατό του γράφτηκε για αυτόν: «Εκκεντρικός στα όρια της παραφροσύνης, προσπάθησε να συνδέσει τα αντίθετα. Φανατικός αναγνώστης, εκλεπτυσμένος κήρυκας, ακατάπαυστος “χορευτής”, ένα φανταχτερό στολίδι στα ρούχα του καθωσπρεπισμού».

Είναι αφάνταστα δύσκολο να γράψεις μια περίληψη για το τι συμβαίνει μέσα στο βιβλίο. Είναι ωραίο να το προσεγγίσεις μην ξέροντας πολλά. Έτσι η μαγεία του θα είναι ακόμα πιο καταλυτική. Θα πω μόνο την έναρξη. Ο νεαρός φοιτητής Τζον Μέλμοθ επισκέπτεται τον πλούσιο μακρινό θείο και προστάτη του Μέλμοθ στο απομονωμένο αρχοντικό του, που ορθώνεται πάνω σε μια απόκρημνη ακτή. Ο θείος είναι ετοιμοθάνατος και του παραγγέλνει να κάψει το πορτρέτο ενός κοινού τους προγόνου. Το πορτρέτο έχει ημερομηνία 1646 και μαζί του ο Τζον ανακαλύπτει ένα χειρόγραφο ταλαιπωρημένο από τον χρόνο, δυσανάγνωστο και εντελώς κατεστραμμένο. Μετά τον θάνατο του θείου του, ο νεαρός Μέλμοθ διαβάζει το χειρόγραφο και καίει το πορτρέτο τρομοκρατημένος. Το ίδιο βράδυ, ένα ναυάγιο επιτείνει τη ζοφερή ατμόσφαιρα. Ο Τζον τρέχει να βοηθήσει, αλλά μια φασματική μορφή προσπαθεί να τον παρασύρει στον θάνατο. Σώζεται από έναν νεαρό ναυαγό, τον Ισπανό ευγενή Αλόνσο Μονσάδα. Οι δυο τους πια προσπαθούν να αναρρώσουν στο αρχοντικό. Το πρώτο βράδυ ο Αλόνσο αρχίζει να διηγείται την προσωπική του ιστορία.

Ο Αλόνσο θα γίνει μια Σεχραζάτ. Κάθε νύχτα θα συνεχίζει την ιστορία από εκεί που τη διέκοψε. Η ιστορία γεννά άλλες ιστορίες. Βρίσκεσαι ξαφνικά σε ένα σπήλαιο γεμάτο θησαυρούς. Σήραγγες ανοίγονται παντού. Οδηγούν σε άλλες ιστορίες, σε άλλα θαύματα. Είσαι φυλακισμένος μέσα σε ένα δαίδαλο, που στους μαιάνδρους του σε περιμένουν η φρίκη, η βία, η προκατάληψη και η μισαλλοδοξία — αλλά και η ομορφιά, η αγνότητα και η ακεραιότητα. Πολλές φορές θα νομίζεις ότι γυρνάς συνεχώς στο ίδιο σημείο. Το βιβλίο όμως προχωρά. Ταξιδεύεις. Από την Ιρλανδία στην Αγγλία και μετά στην Ισπανία και στα νησιά του Ινδικού Ωκεανού. Το αδυσώπητο τέλος θα σε βρει εκεί που πρωτοξεκίνησες.

Ο Μπαλζάκ το 1835 έγραψε το «Melmoth réconcilié». Στο «Fanshawe» του Χόθορν, το όνομα ενός ήρωα είναι Dr Melmoth. Ο Ναμπόκοφ στην εμβληματική «Λολίτα» βάζει τον καθηγητή Χάμπερτ Χάμπερτ να ονομάζει το αυτοκίνητό του Μέλμοθ. Ο Όσκαρ Ουάιλντ μετά την αποφυλάκισή του επέλεξε να χρησιμοποιήσει στα ταξίδια του το όνομα Σεμπάστιαν Μέλμοθ. Ο Χ.Φ. Λάβκραφτ αποκαλεί τον Donald Wandrei στις επιστολές που του απευθύνει Μέλμοθ. Θα μπορούσα να συνεχίσω με πολλά ακόμα παραδείγματα, από τον χώρο της λογοτεχνίας και του κινηματογράφου μέχρι το επιτραπέζιο παιχνίδι Dungeon & Dragons και τον χώρο των video games. Το ερώτημα όμως παραμένει: Γιατί ο «Μέλμοθ» γητεύει ακόμα μετά από τόσα χρόνια από τη συγγραφή του;

Ίσως γιατί είναι μια από τις πιο καλογραμμένες ιστορίες πάνω στον μύθο του «Περιπλανώμενου Ιουδαίου». Ίσως γιατί ο Μέλμοθ του δαιμονικού πορτρέτου είναι ο τέλειος βυρωνικός ήρωας. Μυστηριώδης, κυνικός, αλαζόνας, εκμεταλλευτής καταστάσεων αλλά και εκλεπτυσμένος, έξυπνος και διορατικός. Γρήγορα θα καταλάβει ότι πουλήθηκε πολύ φτηνά. Για 150 χρόνια —όσο θα κρατήσει το συμβόλαιο που έχει άφρονα υπογράψει— θα αποκτήσει πλούτο, γνώσεις και δυνάμεις σχεδόν θεϊκές. Θα υποτάξει τον χρόνο και τον χώρο. Τα στοιχεία της φύσης θα υπακούν κάθε διαταγή του. Κανένα δωμάτιο δεν θα είναι κλειστό γι’ αυτόν. Κανένας τόπος πολύ μακρινός. Και θα χρησιμοποιήσει τα πάντα ψάχνοντας να βρει ένα θύμα που θα επωμισθεί το άχθος του. Οδηγεί ή αναζητεί ανθρώπους που βρίσκονται στην έσχατη απελπισία. Κανένας όμως δεν θα δεχθεί να πάρει τη θέση του, να χάσει την ανθρώπινη υπόστασή του, κι ας βρίσκεται στο χείλος της αβύσσου.

Πολλοί πιστεύουν ότι το βιβλίο είναι μια καταγγελία της υποκρισίας και διαφθοράς της Καθολικής Εκκλησίας και της Ιεράς Εξέτασης. Όντως, το μυθιστόρημα του Maturin βρίθει σατανικών αβάδων, διεφθαρμένων ηγούμενων, αμαρτωλών καλόγερων. Όλοι τους είναι έτοιμοι να εκμεταλλευτούν την πίστη και τη θρησκοληψία των κοσμικών, από τον ανώτερο ευγενή μέχρι τον κατώτερο λαϊκό. Από το λαμπρότερο αρχοντικό μέχρι την ταπεινότερη παράγκα και από το πιο μεγαλοπρεπές μοναστήρι μέχρι το πιο απόμακρο βεβηλωμένο παρεκκλήσι, η εξουσία τους είναι αισθητή, και βαριά. Η Ισπανία, για την προτεσταντική αγωγή του συγγραφέα, φαίνεται ένας τόπος τόσο μακρινός και εξωτικός, όσο το νησί της Ιμαλής. Ένας τόπος όπου το φως του ήλιου κατακαίει τη γη, εξάπτοντας τα πάθη, με τις νύχτες παραδομένες στη συνωμοσία και την αμαρτία, να τις εξουσιάζει ο Σατανάς. Αλλά ουσιαστικά είναι ο αγώνας του ανθρώπου να κρατήσει την ακεραιότητά του. Ο νεαρός Τζον Μέλμοθ, ο Αλόνσο Μονσάδα, η Ιμαλή-Ισιδώρα, ακόμα και ο ίδιος ο σατανικός Μέλμοθ, προσπαθούν να διατηρήσουν ή να ξαναποκτήσουν την αξιοπρέπεια και τα πιστεύω τους αλώβητα παρά τις αντιξοότητες. Η απώλεια της ανθρωπιάς τους είναι η μεγαλύτερη καταστροφή που μπορεί να τους συμβεί.

Το βιβλίο, αν και έχει δυσκολίες —ο αναγνώστης πια δεν είναι τόσο εξοικειωμένος με μια τόσο περίτεχνη, γεμάτη αρχαϊσμούς γλώσσα—, διαβάζεται εύκολα. Η ιστορία, αν και περίπλοκη, ακολουθεί αβίαστα τον δρόμο της και σχεδόν σε υπνωτίζει με τον φρενιασμένο ρυθμό της. Είναι πολύ εύκολο να τη χάσεις ή να χαθείς μέσα της. Η ανάγνωση γίνεται μια κάθοδος στη Κόλαση. Για αυτό θα πρέπει να έχεις τεταμένη την προσοχή σου, να διαβάζεις με όλες τις αισθήσεις σου σε επαγρύπνηση.

Υπάρχουν βιβλία που κανένας δεν θα σου μιλήσει για αυτά. Ούτε οι γονείς, ούτε οι δάσκαλοι, πολλές φορές ούτε καν οι φίλοι. Βιβλία που θα τα ανακαλύψεις μόνος σου, μα που θα γίνουν η προίκα σου. Διάβασα τον «Μέλμοθ» πριν από δύο χρόνια, όμως από τότε είναι μέσα μου — και μάλλον δεν θα φύγει ποτέ.

Η Χαρά Σύρου πραγματοποίησε έναν μεταφραστικό άθλο. Τα σχόλια και ο πρόλογος δεν είναι απλώς διαφωτιστικά αλλά απαραίτητα. Η σειρά Orbis Literae των Εκδόσεων Gutenberg έχει γίνει ένα πραγματικό φετίχ για κάθε αναγνώστη.

ΥΓ. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ άλλο εξώφυλλο για αυτό το βιβλίο. Από την πρώτη στιγμή, ξέροντας πάνω-κάτω την ιστορία του Μέλμοθ, αυτός ο πίνακας του Φρίντριχ, «Ο περιπλανώμενος στην ομίχλη», μου είχε καρφωθεί στο μυαλό.