Δέκα μέρες στην Αβάνα [3]

D
Ρωμανός Γεροδήμος

Δέκα μέρες στην Αβάνα [3]

[Μέρος 1ο & 2ο]

Για ένα πολιτικό σύστημα που εφάρμοσε μία αρκετά ριζοσπαστική εκδοχή της μαρξιστικής θεωρίας, και που για δεκαετίες περιόρισε δραστικά τον ρόλο της θρησκείας, είναι τουλάχιστον παράδοξο το ότι γύρω από το αφήγημα της Επανάστασης έχει δημιουργηθεί μία ολοκληρωμένη θρησκευτική βιομηχανία με τους μύθους, τα σύμβολα, τα ήθη, τα έθιμα, την ιεραρχία, τις συμβάσεις, το πλαίσιο αξιών και το ακόλουθο σύστημα επιβολής του. Η παρουσία των πρωταγωνιστών της επανάστασης ―Φιντέλ και Ραούλ Κάστρο, Καμίλο Σιενφουέγος και, κυρίως, πάνω απ’ όλους και απ’ όλα, του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα― στον δημόσιο χώρο και στην κυρίαρχη κουλτούρα ξεπερνά τα όρια της ιστορικής μνήμης, διασχίζει την επικράτεια της προσωπολατρίας και μπαίνει δυναμικά στα χωράφια του φετιχισμού.

Η εικόνα του Τσε ―και ειδικά η πασίγνωστη ρετουσαρισμένη φωτογραφία του Αλμπέρτο Κόρντα που θεωρείται η πιο διάσημη φωτογραφία στην ιστορία― βρίσκεται παντού: σε δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, σε προσόψεις και μουσεία, σε εστιατόρια και ξενοδοχεία, σε μαγαζιά και υπηρεσίες, σε μπλουζάκια και μαγνητάκια. Μέχρι το μάτι να συνηθίσει τον συνδυασμό μαρξιστικών σημαιών, περιρρέοντος μιλιταρισμού, απαρχαιωμένων όπλων και φωτογραφιών του Τσε, νομίζεις ότι βρίσκεσαι σε μία τεράστια υπαίθρια γιάφκα της 17 Νοέμβρη. (Σε σύγκριση με τον Τσε, η παρουσία του Φιντέλ Κάστρο, παρά την πεντηκονταετή κυριαρχία του, είναι σχεδόν διακριτική). Ως άλλος Ιησούς Χριστός, ο μάρτυρας Τσε προβάλλεται σαν θεάνθρωπος· το ανώτατο πρότυπο, ο απεσταλμένος του Θεού στη Γη, ο απόλυτος άντρας. Η κοινωνική κατασκευή και αναπαράσταση της αρρενωπότητας του Τσε ήταν ―και για κάποιους εκτός Κούβας παραμένει― σημαντικό εργαλείο στη βίαιη επιβολή και συντήρηση του καθεστώτος.

Το συναισθηματικό, συμβολικό και ιδεολογικό αυτό αφήγημα― το οποίο αποτελεί τη βάση, το θεμέλιο, του πολιτικού, οικονομικού και κοινωνικού συστήματος― υποστηρίζεται από μία συγκεκριμένη «ανάγνωση» και ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων. Η μία, επίσημη εκδοχή της ιστορίας μεταδίδεται και εμπεδώνεται σε μουσεία, μνημεία, δημόσια κτίρια και αγάλματα. Κυρίως, όμως, μέσα από τα βιβλία.

Ένα από τα πρώτα πράγματα που κάνω όποτε πηγαίνω σε μία πόλη είναι να τριγυρίσω τα βιβλιοπωλεία. Ακόμη κι αν δεν μιλάω τη γλώσσα, η περιήγηση στα ράφια και τις προθήκες είναι μία ιερή στιγμή απόλαυσης της έντυπης κουλτούρας. Γνωρίζοντας ότι η Κούβα έχει πλούσια και ζωντανή λογοτεχνική και κινηματογραφική παραγωγή, δεν έβλεπα την ώρα να εξερευνήσω τον πλούτο αυτό. Έτσι, ήταν μεγάλη ―και δυσάρεστη― η έκπληξή μου όταν, στο ένα μετά το άλλο, στα περισσότερα σημεία διάθεσης βιβλίων στην Αβάνα έβρισκα ακριβώς τα ίδια 10-15 βιβλία. (Εξαίρεση στον κανόνα ήταν δύο μεγαλύτερα βιβλιοπωλεία στον πεζόδρομο Obispo που περιελάμβαναν και λογοτεχνικά έργα, αν και σχετικά περιορισμένου εύρους).

Από τα πωλητήρια των μουσείων και του Διεθνούς Αεροδρομίου Χοσέ Μαρτί μέχρι τα φουαγιέ μεγάλων ξενοδοχείων, και από τα μαγαζιά με τουριστικά σουβενίρ μέχρι τα συνοικιακά βιβλιοπωλεία, οι προθήκες ήταν πανομοιότυπες! Τα βιβλία και οι βιογραφίες του Τσε και του Φιντέλ. Το βιβλίο του Enrique Cirules για τη Μαφία στην προεπαναστατική Κούβα. Βιβλία για τη στρατιωτική επέμβαση παραστρατιωτικών ομάδων υποστηριζόμενων από τις ΗΠΑ στον Κόλπο των Χοίρων του 1961 και λιγότερα βιβλία για την Κρίση των Πυραύλων του 1962. Η έρευνα του Κουβανού καθηγητή Jacinto Valdes-Dapena για την επιχείρηση Mongoose ― την απόρρητη εκστρατεία της CIA και του Προέδρου Κένεντι στις αρχές της δεκαετίας του 1960 για την ενίσχυση των αντικαθεστωτικών δυνάμεων και τη φυσική εξουδετέρωση ή πολιτική ανατροπή του Φιντέλ Κάστρο. Τα βιβλία αυτά ―συχνά ταλαιπωρημένα από τον ήλιο και από την πάροδο του χρόνου― επανεμφανίζονταν σε όλα τα σημεία της Αβάνας σαν διδακτέα ύλη πολιτών και τουριστών.

Έχει ενδιαφέρον ότι αυτό το συμβολικό και ιστορικό κεφάλαιο σταματά στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης ― στα μέσα, δηλαδή, του 1960. Αναλύσεις και ερμηνείες για τις μετέπειτα εξελίξεις ―όπως, π.χ., για την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, τη διακοπή της οικονομικής και τεχνικής υποστήριξης και την «Ειδική Περίοδο» ανέχειας και λιτότητας που αυτή πυροδότησε στην Κούβα της δεκαετίας του 1990― απουσιάζουν. Ένας πιθανός λόγος είναι ότι η δεκαετία του 1960 αποτελεί τη χρυσή εποχή της Επανάστασης. Η εθνικοποίηση μεγάλων εταιριών αμερικανικών συμφερόντων που εκμεταλλεύονταν τους φυσικούς πόρους της χώρας, η αγροτική μεταρρύθμιση, η απαλλοτρίωση και αναδιανομή των περιουσιών των χιλιάδων μεγαλοαστών που διέφυγαν στο Μαϊάμι, η εξάλειψη του αναλφαβητισμού, η δημιουργία ενός άρτιου ―εξαιρετικού για τα δεδομένα της Κεντρικής και Λατινικής Αμερικής― συστήματος υγείας, που ακόμη και σήμερα είναι διαθέσιμο δωρεάν σε όλους και αποτελεί πόλο έλξης και «ιατρικού τουρισμού», έθεσαν τις φιλολαϊκές βάσεις ενός προσωποπαγούς συστήματος που ουσιαστικά δεν αντιμετώπισε ποτέ σοβαρή εσωτερική απειλή ή αμφισβήτηση.

Υπάρχει, ωστόσο, και ένας άλλος λόγος. Η δεκαετία του 1960 αποτελεί ταυτόχρονα τη χρυσή εποχή της επέκτασης και πολιτισμικής κυριαρχίας των ΗΠΑ. Στο «Η Άλλη Πλευρά του Παραδείσου: Η ζωή στη νέα Κούβα», το εξαιρετικό, απολαυστικό και πραγματικά σημαντικό βιβλίο ―απόσταγμα πολυετούς παραμονής και παρατήρησης στο νησί― που για μένα αποδείχτηκε πολύτιμο εργαλείο κατανόησης της χώρας πέρα και πίσω από στερεότυπα, κλισέ και μύθους, η Julia Cooke σημειώνει ότι η Κούβα ορίζει τον εαυτό της από αυτό στο οποίο αντιτίθεται:

Δεν συνδέεται με τον υπόλοιπο καπιταλιστικό κόσμο· είναι εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών και της κυνικής αγοράς, της ξένης επέμβασης. Είναι ένα σύστημα δομημένο γύρω από μία πολιτική και μία ιδεολογία, και [δομημένο για] τη διασφάλιση αυτής της πολιτικής και της ιδεολογίας, όχι δομημένο γύρω από τους ανθρώπους που αποτελούν μέλη του.

Με άλλα λόγια, ο μύθος της Κούβας του Φιντέλ Κάστρο είναι ο μύθος της αντίστασης σε μία υπερδύναμη. Ο Κόλπος των Χοίρων ―η πρώτη περίπτωση στρατιωτικής ήττας των ΗΠΑ― είναι η κορυφαία στιγμή της Επανάστασης. Το θωρακισμένο άρμα μάχης με το οποίο ο ίδιος ο Κάστρο ηγήθηκε στο μέτωπο της μάχης βρίσκεται έξω από το Μουσείο της Επανάστασης. Γιγαντοαφίσες σε άσχετα σημεία της πόλης μετράνε τα χρόνια από τον θρίαμβο της Playa Girón. Το κουφάρι του αμερικανικού κατασκοπευτικού αεροσκάφους U-2 του Rudolf Anderson που καταρρίφθηκε από τους Κουβανούς κατά τη διάρκεια της Κρίσης των Πυραύλων ―τη στιγμή δηλαδή που η υφήλιος βρέθηκε ίσως πιο κοντά από ποτέ στον πυρηνικό όλεθρο― κοσμεί σαν λάφυρο πολέμου τον κήπο του μουσείου, μαζί με το θρυλικό σκάφος Granma που χρησιμοποίησαν ο Φιντέλ Κάστρο, ο Τσε και οι άλλοι επαναστάτες για να αποβιβαστούν στην Κούβα το 1956. (Από το σκάφος αυτό πήρε το όνομα της η επίσημη εφημερίδα του κόμματος και κυρίαρχο ΜΜΕ της χώρας ― η Granma, που τόσο ως περιεχόμενο όσο και ως τυπογραφικός σχεδιασμός μοιάζει βγαλμένη από τη δεκαετία του ’60).

Ερχόμενος από μία κουλτούρα πολυφωνίας, πλουραλισμού και ―πολλές φορές― χαοτικού θορύβου αμφίβολης ποιότητας (πάντως ελεύθερου θορύβου), τα όποια θραύσματα πνευματικής παραγωγής και δημόσιας συζήτησης παρατήρησα με γυμνό μάτι μού έδωσαν την εντύπωση μίας κουλτούρας που είναι στη ναφθαλίνη· ενός χωριού αποκομμένου από τη μητρόπολη. Το αυτί μου έπιασε πάνω από μία φορά ανθρώπους ντόπιους, μεγαλύτερους σε ηλικία, να συζητάνε με τις ώρες για τον Τσε, τον Φιντέλ, τον Κόλπο των Χοίρων, τον Κένεντι, τη CIA. Η Κούβα είναι η ζωντανή απόδειξη ότι μια ολόκληρη χώρα μπορεί να ζει με στερήσεις, περιορισμούς και δελτίο τροφίμων, αλλά βολεύεται με ένα εξαιρετικό (και εξαιρετικά εμπεδωμένο) αφήγημα.

Ποιο να είναι άραγε το διακύβευμα αυτών των ατέρμονων συζητήσεων για τα ίδια και τα ίδια; Τι καινούργιο μπορεί να βγει από το ασταμάτητο αναμάσημα γεγονότων που συνέβησαν πριν από 50 και 60 χρόνια; Πώς αυτή η αυτοθυματοποίηση εμποδίζει έναν βαθιά περήφανο, ζεστό και γενναιόδωρο λαό με μοναδική κοσμοπολίτικη κληρονομιά και έναν όμορφο τόπο να προχωρήσει μπροστά; Να αλλάξει; Να ανοιχτεί; Να ακούσει; Να δημιουργήσει;

Αυτά σκεφτόμουν όταν ένιωσα μία αόριστη ανησυχία· μία αίσθηση γνώριμης απογοήτευσης και φόβου για το μέλλον. Αυτή θα μπορούσε ―και δυστυχώς ακόμη ενδέχεται― να είναι η Ελλάδα σε 30 ή 40 χρόνια από τώρα. Αποκομμένη (από τον κόσμο)· εγκαταλελειμμένη (από αλλεπάλληλα κύματα μεταναστών)· στερημένη (από αγαθά, υπηρεσίες, κεκτημένα, εμπειρίες που είναι κοινές στον ανεπτυγμένο κόσμο)· με τους ανθρώπους της να αναμασάνε τα ίδια και τα ίδια· να τρέφονται με αφηγήματα υπερηφάνειας και αντίστασης.

Και μετά σκέφτηκα κάτι που με έκανε να ανατριχιάσω: η Κούβα λειτουργεί με διπλό νόμισμα.

[ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ]

Η σειρά συνοδεύεται από ψηφιακή έκθεση 120 φωτογραφιών: Το Αστικό Τοπίο της Αβάνας.