Δολοφόνος εκδοτών
Τρεις εκδότες δολοφονούνται στην Αθήνα μέσα σε διάστημα τεσσάρων μηνών.
Η οικονομία της χώρας κατέρρευσε πριν από λίγα χρόνια. Εγώ άρχισα να καταρρέω εκείνο το πρωί. Σαν να μην έφτανε η κρίση, το κλείσιμο του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου, η συρρίκνωση της αγοράς, η έλλειψη ρευστότητας, η γενικότερη κατήφεια που έφεραν οι οικονομικές δυσκολίες, τα ψυχολογικά, συναισθηματικά, υπαρξιακά προβλήματα που, ούτως ή άλλως, είχαμε και έχουμε, εμφανίστηκε τώρα στον “σημειωτικό μας χώρο”, όπως θα έλεγε ένας θεωρητικός της λογοτεχνίας, και ένα καινούργιο πρόβλημα. Πολύ μεγαλύτερο απ’ όλα τα προηγούμενα, καθότι άμεσο. Και ωστόσο, αντί να σβήνει με την παρουσία του όλα τα προηγούμενα, τα αύξανε, τα ενέτεινε, τα διόγκωνε. Ένας ψυχοπαθής δολοφόνος εκδοτών. Κάποιος που σκοτώνει κτηνωδώς αλλά με μαεστρία —ποιος ξέρει γιατί— μια συγκεκριμένη κατηγορία πολιτών. Ένας κατ’ εξακολούθηση ανθρωποκτόνος. Ένας εκδοτοκτόνος.
Ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής στη Λίστα του Λεπορέλο, το αστυνομικό μυθιστόρημα του Φώτη Δούσου που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Νεφέλη, είναι ένας εκδότης ο οποίος είναι βέβαιος πως θα είναι το επόμενο θύμα αυτού του ιδιότυπου σίριαλ κίλερ. Έτσι, παράλληλα με την αστυνομία, οργανώνει την άμυνά του: με τη βοήθεια της κόρης του, που σπουδάζει ψυχολογία, μιας ντετέκτιβ που παλεύει με τα έμφυλα στερεότυπα της κοινωνίας μας, της γραμματέως και του επαγγελματία αναγνώστη του εκδοτικού του οίκου και ενός κριτικού λογοτεχνίας, προσπαθεί να βρει ποιο θα είναι το επόμενο θύμα δολοφονίας και, κυρίως, ποιος είναι ο δολοφόνος.
Πεπεισμένος ότι θα πρόκειται για κάποιον οργισμένο συγγραφέα που έχει δεχτεί απανωτές απορρίψεις από εκδότες για τα έργα του, στρέφει τις έρευνές του προς αυτή την κατεύθυνση: αναζητάει ενδείξεις και ίχνη στα χειρόγραφα που ως εκδότης έχει κατά καιρούς δεχθεί και απορρίψει. Ο συγγραφέας της Λίστας του Λεπορέλο βρίσκει έτσι την ευκαιρία (τη δημιουργεί δηλαδή) να αφηγηθεί συνοπτικά την υπόθεση ενός πλήθους ακόμα ιστοριών, με τη λογική του Μπόρχες ενδεχομένως που, αντί να στρωθεί και να γράψει ένα ογκώδες μυθιστόρημα, προτιμούσε να γράψει μια ολιγοσέλιδη συναρπαστική κριτική γι’ αυτό το ανύπαρκτο βιβλίο.
Και οι δολοφονίες συνεχίζονται.
Ο Φώτης Δούσος δεν εξαντλεί, ωστόσο, την έμπνευσή του στο πρωτότυπο αρχικό του εύρημα και στην αστυνομική πλοκή της ιστορίας του. Γιατί η Λίστα του Λεπορέλο αποτελεί συγχρόνως μια εξαιρετική σάτιρα του κόσμου του βιβλίου, γεμάτη χιούμορ και γνώση του χώρου. Ο συγγραφέας δεν αφήνει τίποτα όρθιο, τίποτα ασχολίαστο. Το κάνει ωστόσο —είναι φανερό— με καλοπροαίρετη και παιγνιώδη διάθεση: εκδότες, συγγραφείς και επίδοξοι συγγραφείς, ευαίσθητοι ποιητές, κριτικοί και αναγνώστες και κάθε λογής παρατρεχάμενοι παρελαύνουν στις τετρακόσιες σελίδες του μυθιστορήματος. Ο αναγνώστης είναι σχεδόν βέβαιος κάθε τόσο ότι αναγνωρίζει πρόσωπα μες στο μυθιστόρημα που τα έχει συναντήσει και στην πραγματική του ζωή:
Με εντυπωσίαζε η τρομερή άνεση που είχαν οι νέοι λογοτέχνες να αυτοτιτλοφορούνται ποιητές ή συγγραφείς. Παλαιότερα έβγαζες πέντ’-έξι βιβλία και ακόμα δεν ήσουν σίγουρος ότι μπορείς να λέγεσαι συγγραφέας. Ήταν περισσότερο τίτλος τιμής. Τώρα με δυο-τρία ποιήματα που πόσταρες στο facebook αποκτούσες ύφος ποιητή φανφάρα, και ό,τι μπαρούφα έλεγες έμοιαζε βαθυστόχαστη και σημαντική.
Ο Φώτης Δούσος, ο οποίος εκπονεί αυτό το διάστημα διδακτορική διατριβή για τις τεχνικές της πλοκής στο νεοελληνικό μυθιστόρημα, ξέρει, όπως αποδεικνύεται με τη Λίστα του Λεπορέλο, όχι μόνο να διαβάζει και να μελετά τις τεχνικές της αφήγησης, αλλά και να γράφει. Και χαιρόμαστε γιατί το βιβλίο αφήνει στο τέλος του την υπόνοια ότι τους ήρωές του θα τους ξανασυναντήσουμε ενδεχομένως και σε επόμενες ιστορίες.