Ευρώ και ευρωπαϊκή ολοκλήρωση

P
Νίκος Ψαρρός

Ευρώ και ευρωπαϊκή ολοκλήρωση

Η θέση που θέλω να αναπτύξω εδώ είναι ότι το Ευρώ και η ύπαρξη ενιαίας πολιτικής και οικονομικής διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλληλοαποκλείονται και ότι αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα στον δρόμο για την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι εντελώς διαφορετική από τη δομή της μόνης άλλης ομοσπονδίας που κατάφερε ιστορικά να επιβιώσει σχεδόν τρεις αιώνες και να καταστεί η αναμφισβήτητη πρώτη πολιτική, στρατιωτική και οικονομική δύναμη στον πλανήτη: των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

Όπως και στις ΗΠΑ, τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν μεταφέρει ορισμένα από τα κυριαρχικά τους δικαιώματα στο επίπεδο της Ένωσης και έχουν αναθέσει την προσαρμογή και τον έλεγχο της τήρησης των συνθηκών και της λειτουργίας της σε ένα κεντρικό όργανο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και τη χάραξη της κοινής πολιτικής και τη λήψη κοινών αποφάσεων σε ένα άλλο κεντρικό όργανο, το συμβούλιο των αρχηγών των κυβερνήσεων και τα προπαρασκευαστικά του υποσυμβούλια (συμβούλιο υπουργών Οικονομικών, υπουργών Εξωτερικών κ.ά.). Σε αντίθεση όμως με τις ΗΠΑ, ο έλεγχος αυτών των οργάνων ασκείται από τα κράτη αυτά καθαυτά και όχι από τους πολίτες τους. Τα μέλη των ευρωπαϊκών συμβουλίων είναι αποκλειστικά υπόλογα στα κοινοβούλια των κρατών τους. Μόνο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ελέγχεται εν μέρει από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο οποίο όμως οι πολίτες δεν εκπροσωπούνται αποκλειστικά μέσω πολιτικών σχηματισμών (δηλαδή κομμάτων), αλλά στη βάση ενός διαμοιρασμού ανά κράτη-μέλη. Με άλλα λόγια, η ΕΕ δεν αποτελεί μία ενιαία εκλογική περιοχή κατανεμημένη σε εκλογικές περιφέρειες με μόνο κριτήριο την πληθυσμιακή εκπροσώπηση όπως στις ΗΠΑ, όπου ανά έναν αριθμό πολιτών εκλέγεται και ένας εκπρόσωπος. Η ΕΕ είναι ένα άθροισμα επιμέρους εκλογικών περιοχών, στις οποίες ισχύει ακόμα και διαφορετικό εκλογικό δίκαιο. Επίσης, οι νόμοι που θεσπίζονται από τις κεντρικές Αρχές της ΕΕ δεν ισχύουν άμεσα, αλλά πρέπει πρώτα να ενσωματωθούν στο εθνικό δίκαιο κάθε κράτους-μέλους — στις ΗΠΑ οι νόμοι της κεντρικής κυβέρνησης ισχύουν άμεσα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ΕΕ δεν έχει μία κεντρική εκτελεστική εξουσία, δηλαδή μία κεντρική κυβέρνηση, ενώ η νομοθετική και η δικαστική εξουσία δρουν έμμεσα και συμπληρωματικά.

Όσον αφορά τώρα το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα, το Ευρώ, αυτό είναι δομημένο κατ’ εικόνα και ομοίωση της πολιτικής δομής της Ένωσης: η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δεν είναι μία μονολιθική και ενιαία Αρχή, όπως η κεντρική τράπεζα την ΗΠΑ, η Fed, αλλά ένας «συνεταιρισμός» των επιμέρους κεντρικών τραπεζών που συμμετέχουν στο κοινό νόμισμα· δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει άμεσα τις εμπορικές τράπεζες, όπως κάνει η Fed, αλλά μόνο μέσω των εθνικών κεντρικών τραπεζών, οι οποίες δίνουν ως εχέγγυα εθνικά ομόλογα· κεντρικά ευρωπαϊκά ομόλογα δεν μπορούν να υπάρξουν, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχει κεντρική κυβέρνηση που θα μπορούσε να τα εγγυηθεί αυτόνομα, όπως κάνει η κεντρική κυβέρνηση των ΗΠΑ σε σχέση με τη Fed.

Το Ευρώ λοιπόν, σε αντίθεση με το Δολάριο, δεν είναι ένα μέσον συναλλαγής που δημιουργεί και διατηρεί τη συνοχή μιας οικονομίας, αλλά ένα μέσον συναλλαγής που καθιστά διαφανείς τις οικονομικές σχέσεις μεταξύ κρατών, τα οποία είναι απολύτως υπεύθυνα και τα μόνα αρμόδια για την οικονομική και δημοσιονομική πολιτική τους. Ενώ το Δολάριο βασίζει την αξία του σε άλλες αξίες, όπως π.χ. τον χρυσό κανόνα (μέχρι το Bretton Woods) ή την οικονομική ευρωστία των ΗΠΑ, το Ευρώ θεσπίζει το ίδιο ένα μέτρο αξίας, το οποίο δρα ως μέτρο της οικονομικής ευρωστίας των κρατών-μελών της ΟΝΕ. Το Ευρώ δεν έχει πλέον τον χαρακτήρα ενός «φυσικού νομίσματος», αλλά είναι μάλλον το μοναδικό υφιστάμενο είδος fiat money στον πλανήτη.

Η διαφορά ανάμεσα στο Ευρώ και όλα τα άλλα νομίσματα του πλανήτη είναι ανάλογη με τη διαφορά ανάμεσα στο λεγόμενο «γαλλικό μέτρο», δηλαδή την πρωτότυπη μονάδα μήκους που φυλάσσεται υπό ειδικές και καθορισμένες συνθήκες στο Παρίσι, και όλες τις άλλες μονάδες μήκους που βασίζονται σε «φυσικά» μήκη, όπως ο πήχης, το πόδι, η οργιά ή το μίλι. Το Ευρώ πρέπει να είναι δομημένο με αυτόν τον τρόπο ως καθαρά συμβατική και «μη φυσική» μονάδα αξίας, επειδή ακριβώς η ΕΕ δεν είναι ομοσπονδία κρατών με δική της αυτόνομη κρατική οντότητα, όπως οι ΗΠΑ, αλλά ειδική συμμαχία κρατών τα οποία συνεργάζονται αυτοδεσμευόμενα σε κοινούς προσυμφωνημένους όρους.

Το Ευρώ δεν είναι δημιούργημα ενός ομοιογενούς οικονομικού χώρου, αλλά δημιουργεί έναν ομοιογενή οικονομικό χώρο κάνοντας διαφανείς τις οικονομίες των κρατών-μελών της ΕΕ μεταξύ τους. Η ιδέα του Ευρώ είναι ότι ο ομοιογενής οικονομικός χώρος είναι δυνατόν να διατηρηθεί ανεξάρτητος από τις επιμέρους οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές των κρατών-μελών της ΟΝΕ μόνο εάν όλα τα συμμετέχοντα κράτη ακολουθούν ένα συγκεκριμένο «οικονομικό πρωτόκολλο». Αυτό δεν σημαίνει την επιβολή μιας ενιαίας οικονομικής πολιτικής που καθορίζεται από την πιο «δυνατή οικονομία», όπως φημολογείται και διαδίδεται από τους αντιπάλους του κοινού νομίσματος, αλλά σημαίνει πως η οικονομική πολιτική των κρατών-μελών της ΟΝΕ πρέπει να διέπεται από τη συμμόρφωση σε ορισμένους κανόνες που εγγυώνται τη διατήρηση της διαφάνειας στις οικονομικές σχέσεις ανάμεσά τους. Τυχόν μειονεκτήματα μεμονωμένων κρατών, που δεν μπορούν να κρατήσουν τον ομοιόμορφο οικονομικό βηματισμό, εξισώνονται μέσω των ταμείων συνοχής, τα οποία ανακατευθύνουν ένα μέρος από τα κέρδη των «ανεπτυγμένων» οικονομιών προς τις ασθενέστερες.

Συνοψίζοντας την κατάσταση στην ΕΕ και το status του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, μπορούμε να πούμε ότι τα ευρωπαϊκά κράτη ακολουθούν έναν δρόμο που βρίσκεται ανάμεσα στον δρόμο που δεν επέλεξαν οι δεκατρείς ανεξάρτητες αποικίες της Βόρειας Αμερικής το 1787 και αυτόν που οδήγησε στην ίδρυση των ΗΠΑ. Η ΕΕ δεν είναι ούτε μια χαλαρή οικονομική, τελωνειακή και στρατιωτική συμμαχία, ούτε ένα ενιαίο ομοσπονδιακό κράτος. Είναι μια ομάδα κρατών που προσπαθούν να απαλείψουν τις οικονομικές και δημοσιονομικές διαφορές μεταξύ τους ακολουθώντας έναν παράλληλο βηματισμό. Η ελπίδα είναι ότι με αυτό τον τρόπο δεν θα ομογενοποιηθούν πολιτιστικά και γλωσσικά, αλλά ότι κάθε κράτος θα διατηρήσει την πολιτιστική κληρονομιά και «εθνική» ταυτότητά του, απολαμβάνοντας παράλληλα τα πλεονεκτήματα μιας «πεφωτισμένης» οικονομικής πολιτικής και της ισονομίας ανάμεσα τόσο στα κράτη όσο και τους πολίτες.

Από τη σκοπιά αυτή, η εγκαθίδρυση μιας κεντρικής κυβέρνησης κατά το πρότυπο των ΗΠΑ φαίνεται όχι μόνο αδύνατη αλλά και ως αντιβαίνουσα με την ίδια την ιδέα της ΕΕ, γιατί μία κεντρική ευρωπαϊκή κυβέρνηση θα έπρεπε να νομιμοποιείται άμεσα από και να είναι άμεσα υπόλογη στο καθολικό ευρωπαϊκό εκλογικό σώμα. Αυτό όμως θα σήμαινε τον παραγκωνισμό των εθνικών κυβερνήσεων, τουλάχιστον όσον αφορά τις αρμοδιότητες της κεντρικής ευρωπαϊκής κυβέρνησης, πράγμα που αντιτίθεται στην αρχή της «εθνικής αυτάρκειας», η οποία θεωρείται βασική για τον καθορισμό της φύσης του ευρωπαϊκού εθνικού κράτους.

Υπό τις σημερινές συνθήκες, η υπέρβαση της αρχής της εθνικής αυτάρκειας φαίνεται δυνατή μόνο σε βάθος χρόνου, ακολουθώντας αυτόν τον παράξενο και επίπονο δρόμο του πολυπολιτισμικού παράλληλου βηματισμού, με ό,τι θυσίες και ταλαιπωρίες αυτό συνεπάγεται. Το ιστορικό παράδειγμα ευρωπαϊκών κοινωνιών, όπως η ελβετική, η βρετανική, η γαλλική, ή ακόμα και η γερμανική, που μπόρεσαν να ξεπεράσουν με αυτόν τον τρόπο τις ανομοιογένειες και τις εχθρότητές τους και να δημιουργήσουν σταθερές πολυπολιτισμικές κρατικές οντότητες (που σήμερα μοιάζουν με εθνικά ομοιογενείς κοινωνίες), μας δίνει ένα αισιόδοξο μήνυμα.