Γέφυρα του Λονδίνου

D
Ρωμανός Γεροδήμος

Γέφυρα του Λονδίνου

Πριν λίγες ώρες, η βρετανική εφημερίδα Guardian δημοσίευσε ένα σημαντικό άρθρο, στο οποίο παρουσιάζει κατ’ αποκλειστικότητα τον σχεδιασμό των βρετανικών Αρχών για την περίπτωση θανάτου της βασίλισσας Ελισάβετ. Η έρευνα του δημοσιογράφου Sam Knight διήρκησε μήνες. Περιλαμβάνει συνεντεύξεις (οι περισσότερες ανώνυμες) με αξιωματούχους της βρετανικής κυβέρνησης και του παλατιού, πρώην αυλικούς, δημοσιογράφους, ιστορικούς και άλλους ειδικούς. Όλοι αυτοί και πολλοί άλλοι είναι μέλη μιας κλειστής ομάδας στελεχών που συντονίζουν εδώ και δεκαετίες τις προετοιμασίες για τη διαχείριση της είδησης, το δεκαήμερο τελετουργικό, την τελετή της κήδευσης και ταυτόχρονα την αναγόρευση του νέου βασιλιά Καρόλου.

Αν και ίσως ακούγεται μακάβριο το να υπάρχει τέτοιου είδους προετοιμασία για τον θάνατο ενός ανθρώπου που ζει (και βασιλεύει), η πραγματικότητα είναι ότι τα δημοσιογραφικά γραφεία σε όλο τον κόσμο έχουν έτοιμα κείμενα (obituaries) για όλα τα δημόσια πρόσωπα, τα οποία ανανεώνουν σε τακτικά χρονικά διαστήματα. Πόσο μάλλον δε όταν στην κηδεία της Ελισάβετ —όπως και σε αντίστοιχες τελετές στο παρελθόν—  αναμένεται να προσέλθουν εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου.

Έχει ενδιαφέρον να εξετάσουμε λίγο τον σχεδιασμό αυτό.

Το βιβλίο με τις οδηγίες (manual) φημολογείται ότι έχει πάχος 5 εκατοστά. Το απόρρητο σχέδιο έχει την κωδική ονομασία Γέφυρα του Λονδίνου (αν και η δημοσίευση του άρθρου αυτού ενδεχομένως να αναγκάσει τους υπεύθυνους να την αλλάξουν), προκειμένου η είδηση να μεταφερθεί γρήγορα και με εχεμύθεια ακριβώς όπως πρέπει χωρίς να διαρρεύσει: πρώτα οι συγγενείς, μετά η πρωθυπουργός, μετά το υπουργείο Εξωτερικών, μετά οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της Κοινοπολιτείας, μετά οι αστυνομικές, στρατιωτικές και θρησκευτικές Αρχές που θα έχουν ρόλο-κλειδί στο επίμαχο δεκαήμερο κ.ο.κ. Το σχέδιο αυτό βασίζεται πάνω σε τελετουργικά που έχουν αναπτυχθεί με την πάροδο πολλών αιώνων· π.χ., το Συμβούλιο της Διαδοχής (Accession Council), το σώμα δηλαδή που αναγορεύει τον νέο Βρετανό βασιλιά, είναι κατα πολύ αρχαιότερο του βρετανικού κοινοβουλίου, το οποίο είναι ένα από τα αρχαιότερα στον κόσμο. Το σχέδιο Γέφυρα του Λονδίνου χρησιμοποιεί όμως ταυτόχρονα δομές και εργαλεία που είτε αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου (όπως ένας μυθικός ραδιοφωνικός συναγερμός που θα χτυπήσει στα γραφεία του BBC), είτε αναγνωρίζουν τη σημερινή πραγματικότητα (π.χ., η ανάγκη ταυτόχρονης αλλαγής του ιστότοπου της μοναρχίας). Ο σχεδιασμός αφορά χιλιάδες οργανισμούς —κύτταρα της βρετανικής κοινωνίας—, από τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και τα ραδιόφωνα των νοσοκομείων μέχρι τους πιλότους αεροπλάνων που βρίσκονται στον αέρα, το Κοινοβούλιο και τις ξένες πρεσβείες.

Το άρθρο του Sam Knight είναι μακροσκελές (υπερβαίνει τις 20 σελίδες). Εκτός όμως του ότι διαβάζεται απνευστί σαν πολιτικό θρίλερ —σαν ένα ντοκιμαντέρ από το μέλλον—, αξίζει να διαβαστεί προσεκτικά και ως σημαντικό κοινωνιολογικό τεκμήριο. Σε 17 χρόνια ζωής στη Βρετανία (και σε άλλα τόσα χρόνια επαφής μέσω τουρισμού, λογοτεχνίας, κοινωνικών επαφών κλπ.), δεν νομίζω ότι έχω διαβάσει πιο ουσιαστική και περιεκτική σύνοψη του τρόπου σκέψης, της εθνικής ταυτότητας και της κοσμοθεωρίας των Βρετανών. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό —και ταυτόχρονα η ουσία— αυτής της ταυτότητας, αυτής της «φαντασιακής κοινότητας» όπως θα έλεγε ο Benedict Anderson, είναι ο ενδελεχής προγραμματισμός, ασχέτως της κυριολεκτικής αξίας αυτού που προγραμματίζεται.

Ασύλληπτης έκτασης σκέψη, σχεδιασμός, επαφές, συναντήσεις, έγγραφα, διορθώσεις, πρόβες και προετοιμασίες λαμβάνουν χώρα για λεπτομέρειες, κινήσεις ή κομμάτια ενός τελετουργικού παζλ τα οποία μπορεί να αντιληφθούν ελάχιστοι ή να μην έχουν καμία απολύτως πρακτική σημασία ή αξία. Η σημασία και η αξία τους δίνεται σχεδόν ταυτολογικά — από το ίδιο το γεγονός τού ότι τόσος κόπος θα δαπανηθεί για να πραγματοποιηθούν. Με άλλα λόγια, το γεγονός ότι χιλιάδες άνθρωποι θα συμμετάσχουν σαν γρανάζια σε μία τεράστια μηχανή, και το ότι αυτό θα γίνει συντεταγμένα, με ακρίβεια δευτερολέπτου και εκατοστού του μέτρου, είναι αυτό που τους δίνει σημασία και αξία· αυτή είναι τελικά η ουσία του να είσαι Βρετανός, όχι το ίδιο το προϊόν του κόπου αυτού· το ότι, δηλαδή, συμμετέχεις σε μία συλλογικότητα που λειτουργεί με συγκεκριμένους κανόνες, συμβάσεις και τελετουργικά —γραπτά ή άγραφα—, τα οποία μπορεί να φαίνονται (και να είναι!) ανόητα· η ουσία τους όμως βρίσκεται στη διαδικασία και στην ίδια την πράξη της επαναλαμβανόμενης πραγματοποίησης τους· στο γεγονός ότι σε κοινωνικοποιούν αναγκάζοντάς σε να συμμετάσχεις χωρίς να τα αμφισβητείς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δύο λεπτών σιγή και η απόλυτη παύση που επικρατεί σε όλη τη χώρα στις 11 το πρωί της 11ης Νοεμβρίου κάθε χρόνου προς τιμήν όσων έχασαν τη ζωή τους πολεμώντας για τη χώρα. (Η σιγή αυτή τηρείται όχι μόνο σε δημόσιους χώρους αλλά και σε εργασιακούς και ιδιωτικούς χώρους· είναι συμπεριφορά επίκτητη και αποτέλεσμα μάθησης, η οποία όμως καταλήγει να γίνεται αναπόσπαστο τμήμα της καθημερινότητας).

Η είδηση του θανάτου της βασίλισσας θα μπορούσε να μεταδοθεί μέσα από ένα διάγγελμα ή με μία απλή ανακοίνωση στην τηλεόραση. Η μεταφορά της σορού και το λαϊκό προσκύνημα θα μπορούσαν να γίνουν με τον συντομότερο και πιο πρακτικό τρόπο. Ωστόσο, όπως συμφωνούν όλοι, περισσότερο από κάθε άλλο πρόσωπο τουλάχιστον στην Βρετανία, η Ελισάβετ εκπροσωπεί τον 20ό αιώνα και ειδικά τη μεταπολεμική εποχή της ατομικής ενέργειας· τη «διαχείριση της παρακμής» τής πάλαι ποτέ υπερδύναμης· αλλά και την ουσία του βρετανικού κράτους και έθνους ως συνόλου. Οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες του μονάρχη είναι πλέον τυπικές, συμβολικές· συνεπώς, το κενό ισχύος που έχει δημιουργηθεί από την απώλεια των εξουσιών πρέπει να καλυφθεί με μεταφυσικό τρόπο. Ο σημαντικότερος θεωρητικός της βρετανικής συνταγματικής τάξης, ο Walter Bagehot, έγραφε το 1867: «Όσο πιο δημοκρατικοί γινόμαστε, τόσο πιο πολύ θα μας αρέσει η τελετουργία και το θέαμα [state and show]». Πόσο προφητικό· όσο τα δημοψηφίσματα και η αμεσοδημοκρατία των κοινωνικών μέσων κερδίζει έδαφος, τόσο θα αναζητούμε απεγνωσμένα υποκατάσταστα του δέους και του θεάματος που μας προσέφεραν παλαιότερα οι ισχυροί κοινωνικοί θεσμοί. Το άτομο θα αναζητεί πάντα σύνολα και σύμβολα κατά πολύ μεγαλύτερα του εαυτού του. Και, όσο το άτομο ενισχύεται και γίνεται ελεύθερος κυρίαρχος, τόσο η αναζήτηση του θεάματος, του νοήματος, του αφηγήματος θα γίνεται πιο έντονη.

Έτσι λοιπόν κάθε ασήμαντη πράξη —από το χρώμα του χαρτιού στο οποίο θα τυπωθεί το αγγελτήριο του θανάτου μέχρι το πού, πότε και πώς θα εμφανιστούν οι παραδοσιακά ντυμένοι κήρυκες που θα μεταδώσουν την είδηση της ανακήρυξης του νέου βασιλιά και μέχρι το πώς θα καθαριστούν τα κοσμήματα του στέμματος— αποκτά μεταφυσική αξία, ακριβώς επειδή ο αρχηγός του κράτους δεν εκπροσωπεί τον ιδιωτικό εαυτό του, αλλά ολόκληρο το έθνος. Η δε Ελισάβετ θυσίασε ολόκληρη τη ζωή της σε αυτόν ακριβώς τον σκοπό: το να εκπροσωπεί, δηλαδή να εν-σωμα-τώνει δηλαδή, με αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια την οργανωμένη βρετανική κοινωνία.

«Κάτω από την οροφή από ξύλο καστανιάς της αίθουσας, τα πάντα θα μοιάζουν φανταστικά οργανωμένα και παρηγορητικά και σχεδιασμένα μέχρι το εν τέταρτον της ίντσας — γιατί έτσι θα είναι».

Ένα από τα σημαντικότερα ερωτήματα που κάποια στιγμή αναπόφευκτα θα κληθούν να απαντήσουν ιστορικοί, κοινωνιολόγοι, πολιτικοί επιστήμονες και διεθνολόγοι αφορά ακριβώς το επόμενο αφήγημα που θα πρέπει να βρει η Βρετανία για τον εαυτό της — εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε ημιαπομόνωση και χωρίς την Ελισάβετ.