Γυναικεία (και φεμινιστική) λογοτεχνία

C
Τζωρτζίνα Κουτρουδίτσου

Γυναικεία (και φεμινιστική) λογοτεχνία

Υπάρχουν κάποια βιβλία που η ανάγνωσή τους δεν είναι μια επιφανειακή απόλαυση τις ημέρες των διακοπών ή των ωρών που αποφασίζει κάποιος να χαλαρώσει από την καθημερινότητα. Είναι αναγνώσματα-σταθμοί, με βαθύτερα νοήματα και μηνύματα που θα «βγουν» αργότερα στην επιφάνεια.

Καθώς έχω μεγαλώσει με τις ηρωίδες της Ζωρζ Σαρρή και της Βούλας Μάστορη (άτυπη τετραλογία με ηρωίδα την Άννα), διαβάζοντας τη Ferrante είχα την αίσθηση ότι οι ηρωίδες της, η Έλενα και η Λίλα, ήταν μια άτυπη συνέχεια των παραπάνω εφηβικών αναγνωσμάτων. Όμως, ήταν πολλά περισσότερα. Η Ferrante μάς μιλά για τις γυναίκες του ιταλικού Νότου, γεννημένες λίγο μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, για μια κοινωνία που συνεχώς αλλάζει —αλλά το πόσο εξελίσσεται είναι ένα άλλο ερώτημα—, για τις ανθρώπινες σχέσεις —που η υφή τους δεν καθορίζεται από τον χρόνο αλλά από την ποιότητα που προσδίδουν οι άνθρωποι σ’ αυτές— και τέλος για μια γυναικεία φιλία που χτίζεται ανάμεσα στο Καλό και το Κακό, και σε ό,τι αυτά προσδιορίζουν.

Διαβάζοντας τα 3 μέρη από την Τετραλογία της Νάπολης και τον συνολικό τόμο με σκέψεις και συνεντεύξεις της συγγραφέως Frantumaglia”, κατέληξα σε ορισμένα συμπεράσματα που θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας σχετικά με τη μεγάλη σημασία που έχει σήμερα να διαβαστεί το έργο της Ferrante από το ελληνικό κοινό.

Λογοτεχνική μαεστρία: Η Ferrante είναι άριστη γνώστρια των κλασικών και αυτό φαίνεται και στους 3 τόμους της σειράς. Ήρωες και αντιήρωες, θύματα της κοινωνικής τους καταγωγής, είτε αυτή είναι «ανώτερη» είτε «κατώτερη», που στο τέλος αναζητούν όλοι μια άτυπη κάθαρση. Τα πρόσωπα είναι τόσο οικεία, που μπορείς να τα δεις ολοκάθαρα μπροστά σου περνώντας από κάθε γειτονιά της Ελλάδας. Η ανθρωπογεωγραφία και η ψυχοσύνθεση που επιχειρεί για κάθε χαρακτήρα είναι μοναδική. Η περιγραφική της δεινότητα είναι γεμάτη ζωντάνια. Γρήγορος λόγος που ρέει και δεν κομπιάζει για να εκφράσει σκέψεις και συναισθήματα των ηρώων. Έχεις την αίσθηση ότι μυρίζεις τη Μεσόγειο, ότι περπατάς στους πολύβουους δρόμους της Νάπολης και ότι μια κάμερα, με κινηματογραφική εστίαση στις ηρωίδες, κινείται γύρω από πρόσωπα και γεγονότα που έκριναν την ιταλική (και όχι μόνο) κοινωνία, πολιτική και ιστορία τις δεκαετίες του ’50-’80.

Τοπικότητα: Η συγγραφέας, χρησιμοποιώντας ως προπύργιο τη Νάπολη, χτίζει μια ολόκληρη saga ανθρώπινων χαρακτήρων. Και γιατί το κάνει αυτό; Επειδή θέλει να καταδείξει την ισχυρή διαφορά που υπάρχει στην Ιταλία ανάμεσα στον Βορρά και τον Νότο. Ακόμα και η επιλογή πανεπιστημίων, σε ζήτημα ποιότητας, κρίνεται από την τοποθεσία της πόλης (λ.χ., Μιλάνο, Φλωρεντία, Πίζα κλπ.). Το στοιχείο της τοπικότητας και του χτισίματος των χαρακτήρων αλλά και των εναλλαγών τους σε στοιχεία της καθημερινότητας (λ.χ., ομιλία και διάλεκτος) είναι ένα ακόμη εξαιρετικό λογοτεχνικό κατασκεύασμα για το ποιόν των ηρώων της.

Φεμινισμός: Ο 21ος αιώνας και ο ρόλος της γυναίκας σ’ αυτόν καθορίστηκε από την καταναλωτική κοινωνία και τα πρότυπα που πρόβαλε. Πολλές γυναίκες θεώρησαν ότι η ζωή τους θα ήταν μια πιστή αντιγραφή του τηλεοπτικού Sex & the City, ενώ τα προνόμια που απέκτησαν σε επαγγελματικό και οικογενειακό επίπεδο δεν οδήγησαν σε έναν κάποιο επανακαθορισμό της φύσης τους. Τα γυναικεία λογοτεχνικά πρότυπα που κυκλοφορούν επιβεβαιώνουν την παραπάνω εικόνα. Η Ferrante έρχεται, λοιπόν, να υπενθυμίσει τι σημαίνει γυναίκα, ή τουλάχιστον να προβληματιστεί πάνω στη γυναικεία ταυτότητα. Ακόμα και αν αναφέρεται σε γυναίκες που έζησαν κλεισμένες στη σιωπή μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε γυναίκες-πρωταγωνίστριες των φοιτητικών κινημάτων των τελών της δεκαετίας του ’60, σε γυναίκες που έζησαν την ιατρική επανάσταση και ελέγχουν το σώμα τους, όλες αυτές δεν διαφέρουν καθόλου από τη γυναίκα του 21ου αιώνα. Από το ζήτημα της πατριαρχικής οικογένειας, από τις δεισιδαιμονίες, θρησκευτικού περιεχομένου ή μη, από τη μοιρολατρία που καθιστά τη γυναίκα θύμα του ίδιου της του φύλου, αλλά και από τον ρόλο της κοινωνικής καταγωγής ή της πολιτικής θέσης της, αναδεικνύει θέματα σύγχρονα που, παρ’ όλες τις αλλαγές που έχουν επέλθει, δεν έχουν αλλάξει. Η Μητέρα και η Κόρη είναι ένα δίπολο που εμφανίζεται ξανά και ξανά. Μεταξύ τους οι γυναικείες μορφές είναι άτυπα συγκοινωνούντα δυναμικά δοχεία. Η συγγραφέας θέλει να επαναπροσδιορίσει ρόλους, θεωρίες και αναγνώσματα που αφορούν τη γυναικεία ταυτότητα. Δεν ξέρω αν θα αποτελέσουν τα έργα της μελέτη πεδίου για τα Gender Studies, ωστόσο κατάφερε, όπως και οι ηρωίδες που υποδύεται η Greta Gerwing, να μας δείξει πώς είναι μια φυσιολογική γυναίκα, με τα καλά και τα κακά της (ό,τι και αν σημαίνει αυτό).

Όλα τα παραπάνω αποτελούν κομβικούς κρίκους σε μια άτυπη λογοτεχνική αλυσίδα των έργων της Ferrante. Ωστόσο, ένα επιπλέον σημαντικό στοιχείο είναι η ίδια η μετάφραση των έργων της στα ελληνικά. Μπορεί να έγινε διάσημη από την αγγλική μετάφραση της Ann Golstein (editor στο περιοδικό The New Yorker), στην χώρα μας όμως χρωστάμε πολλά στη μαεστρία και την ποιότητα λόγου της έμπειρης μεταφράστριας Δήμητρας Δότση, που αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο τα μέσα και τις τεχνικές της συγγραφέως. Η εξαιρετική μετάφραση κατάφερε να κάνει οικεία τα μηνύματα και τις σκέψεις της Ferrante και ταυτόχρονα να γνωστοποιήσει τυχόν ομοιότητες εμπειριών και βιωμάτων, της αντίστοιχης χρονικής περιόδου, που έχουν οι δύο λαοί.

Ο «πυρετός της Ferrante» όπως χαρακτηρίζεται το φαινόμενο της λογοτεχνικής αγάπης που δείχνουν οι αναγνώστες της, δεν είναι κάτι παροδικό. Ακόμα και αν αποκαλύφθηκε το πραγματικό πρόσωπο πίσω από το ψευδώνυμο «Elena Ferrante», η σπουδαιότητα των μηνυμάτων των βιβλίων της είναι αυτά που θα συνεχίζουν να εμπνέουν τους αναγνώστες της να τα διαβάζουν και να τα αγαπούν.