Το χάπι του ενός δολαρίου
Το «Dallas Buyers Club», η ταινία που χάρισε το βραβείο Όσκαρ πρώτου ανδρικού ρόλου στον Μάθιου Μακόναχι, περιγράφει τη βάναυση πραγματικότητα που έζησαν οι ασθενείς του AIDS τα πρώτα χρόνια της εξάπλωσης της ασθένειας, καταγράφοντας με μοναδικό τρόπο το κόστος σε ανθρώπινες ζωές εξαιτίας της γραφειοκρατικής δομής του οργανισμού φαρμάκων των ΗΠΑ. Ουσιαστικά, πάνω σε αυτή την ολιγωρία βασίζεται όλο το σενάριο της ταινίας, καθώς ο ηρωικός Μακόναχι αποφασίζει να αναζητήσει «παράνομους» τρόπους προκειμένου να διαθέσει στους ασθενείς το φάρμακο που θα παρέτεινε τη ζωή τους, αντί να αρκεστεί στο εγκεκριμένο φάρμακο των επίσημων Αρχών που ήταν σχεδόν θανατηφόρο. Είναι μία πολύ διδακτική ιστορία για το πώς οι γραφειοκρατίες μπορούν να καταχραστούν την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Δύο χρόνια μετά την κυκλοφορία της ταινίας, και συγκεκριμένα τον προηγούμενο μήνα, ολόκληρος ο πλανήτης σοκαρίστηκε στο άκουσμα της είδησης πως ο Μάρτιν Σκρέλι, ιθύνων νους της εταιρείας Turing Pharmaceuticals, αγόρασε τα δικαιώματα του φαρμάκου Daraprim και αποφάσισε να αυξήσει την τιμή του χαπιού από τα 13,6 δολάρια στα 750 δολάρια. Τα κοινωνικά δίκτυα, οι πολιτικοί, οι εφημερίδες, τα διαδικτυακά μαγκαζίνα στις ΗΠΑ και στον υπόλοιπο κόσμο εξέφρασαν απερίφραστα την αποτροπή τους προς το σύστημα που επιτρέπει σε έναν άνθρωπο να έχει τόσο μεγάλη εξουσία στη ζωή άλλων ανθρώπων. Αρκετοί φυσικά το προχώρησαν ακόμη περισσότερο, μιλώντας για τον ανάλγητο καπιταλισμό, το κίνητρο του κέρδους στην υγεία, και άλλες σοσιαλιστικές δοξασίες.
Στα λόγια, οι εχθροί της αγοράς είχαν πάντοτε τη δυνατότητα να συγκινούν, γεμίζοντας τα άρθρα και τις ομιλίες τους με δακρύβρεχτες αναφορές στο κοινό καλό, την αλληλεγγύη και τον ανθρωπισμό. Προφανώς και όλα αυτά είναι όμορφα και συγκινητικά, αλλά σπανίως σχετίζονται με την πραγματικότητα. Η δύναμη που απέκτησε ο Σκρέλι και η Turing Pharmaceuticals δεν οφείλεται στον κανιβαλισμό των αγορών· οφείλεται στο ακριβώς αντίθετο: είναι η έλλειψη της αγοράς και του ελεύθερου ανταγωνισμού εκείνη που έδωσε τη δυνατότητα σε έναν επιχειρηματία να προβεί σε μία τέτοια χυδαία κίνηση. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Το Daraprim είναι ένα φάρμακο που έχει ως κύρια ουσία του την πυριμεθαμίνη. Χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση ασθενειών όπως το AIDS και η ελονοσία. Η πυριμεθαμίνη στις ΗΠΑ δεν προστατεύεται από κάποια πατέντα. Το Daraprim, συνεπώς, είναι ένα ακόμα γενόσημο φάρμακο. Πώς όμως κατάφερε ο Μάρτιν Σκρέλι να χρεώνει τόσα χρήματα για ένα γενόσημο; Η απάντηση βρίσκεται καλά κρυμμένη στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η αδειοδότηση και η έγκριση φαρμάκων στις ΗΠΑ (αλλά και σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες). Ο Σκρέλι συνειδητοποίησε ότι στην Αμερική το Daraprim δεν έχει ανταγωνισμό. Έτσι, αποφάσισε ότι μπορεί να χρεώσει τους πελάτες του 55 φορές παραπάνω προκειμένου να αυξήσει την κερδοφορία της επιχείρησής του και (κατά δήλωσή του) να επενδύσει τα κέρδη σε νέα έρευνα.
Η λογική αντίδραση ενός ανθρώπου που καταλαβαίνει πώς λειτουργούν ο ανταγωνισμός και η αγορά είναι να αναρωτηθεί γιατί δεν υπάρχει κάποια άλλη εταιρεία που να προσφέρει το ίδιο φάρμακο —μιας και είναι γενόσημο και δεν προστατεύεται από πατέντα— σε χαμηλότερη τιμή από τα 750 δολάρια. Η απάντηση βρίσκεται στον Λεβιάθαν του Αμερικανικού Οργανισμού Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA). Όταν έκανε τους υπολογισμούς του, ο Σκρέλι σίγουρα θα έλαβε υπόψη του δύο ακόμα παράγοντες που αφορούν την αγορά του συγκεκριμένου φαρμάκου. Πρώτον, το χάπι αυτό απευθύνεται σε μία περιορισμένη αγορά, καθώς αφορά κυρίως ένα υποσύνολο των φορέων του AIDS που το χρησιμοποιούν για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και όχι επ’ αόριστον. Δεύτερον, λόγω της ισχύουσας γραφειοκρατίας, για να βγει στην αγορά ένα χάπι ανταγωνιστικό του Daraprim με την έγκριση του FDA, χρειάζονται αρκετά χρόνια και αρκετά εκατομμύρια δολάρια. Κοινώς, η αγορά είναι αρκετά μικρή για να προσελκύσει τις μεγάλες επενδύσεις χρόνου και κεφαλαίου που απαιτεί ο FDA για να εγκρίνει ένα χάπι ανταγωνιστικό προς το Daraprim.
Έχοντας αυτό το σύντομο ιστορικό κατά νου, μαθαίνουμε αυτή την εβδομάδα ότι πλέον ο Μάρτιν Σκρέλι βρήκε τον δάσκαλό του. Η εταιρεία Imprimis Pharmaceuticals ανακοίνωσε ότι μετά την κίνηση της Turing να αυξήσει την τιμή του Daraprim, ξεκινά άμεσα την παραγωγή ενός φτηνού εναλλακτικού φαρμάκου που θα κοστίζει 99 δολάρια για 100 χάπια, κάτι λιγότερο δηλαδή από ένα δολάριο ανά χάπι. Στην ουσία, αυτή η εξέλιξη αποτελεί θρίαμβο της ελεύθερης αγοράς και του ανταγωνισμού. Είναι μία έμπρακτη, χειροπιαστή απόδειξη πως, όταν κάποια επιχείρηση επιλέγει την αισχροκέρδεια, ο ανταγωνισμός είναι εκεί για να επαναφέρει την αγορά στην τάξη. Όμως, θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς, πώς γίνεται και ξαφνικά η Imprimis μπορεί να βγάλει ένα εγκεκριμένο χάπι στην παραγωγή, αφού προηγουμένως αναφέραμε τα χρόνια και τα εκατομμύρια που χρειάζονται για να μπουν στο ράφι των φαρμακείων οι ανταγωνιστές του Daraprim; Η αλήθεια είναι ότι δυστυχώς δεν γίνεται. Το φάρμακο της Imprimis δεν θα έχει την έγκριση του FDA, αλλά θα διατίθεται ως «φάρμακο κατά παραγγελία» κατόπιν ατομικής συνταγογράφησης και παραγγελίας από το site της Imprimis. Θα είναι δηλαδή σαν τα φάρμακα που, σπάνια πλέον, μας φτιάχνουν οι φαρμακοποιοί στα φαρμακεία.
Το μόνο ερώτημα που απομένει πλέον είναι η στάση του FDA. Με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, εταιρίες σαν την Imprimis, που παράγουν δηλαδή φάρμακα κατά παραγγελία, έχουν το δικαίωμα να προβούν σε μαζική παραγωγή μόνο όταν υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις. Αν ο FDA επιλέξει να εμποδίσει την παραγωγή του φτηνού εναλλακτικού χαπιού της Imprimis, δεν θα πρέπει να έχουμε καμία αμφιβολία για τα κίνητρά του: στο όνομα της διατήρησης της εξουσίας του, θα αναγκάσει τους ασθενείς να αγοράζουν το χάπι των 750 δολαρίων αντί για αυτό τού 1 δολαρίου.
Ο Μάρτιν Σκρέλι άθελά του προκάλεσε δύο αντιδράσεις. Η πρώτη και πιο άμεση ήταν η παγκόσμια κατακραυγή της κερδοσκοπίας στην υγεία. Αυτή δεν του κόστισε ιδιαίτερα, καθώς χωρίς ανταγωνισμό οι δυνάμει πελάτες του θα παρέμεναν χωρίς εναλλακτική οδό. Έδωσε όμως στους εχθρούς των αγορών το τέλειο άλλοθι. Η δεύτερη, και μάλλον πιο επιζήμια για τον ίδιο και την εταιρεία του, ήταν η αντίδραση της αγοράς. Ο ανταγωνισμός του, δηλαδή η Imprimis, διέγνωσε την επιχειρηματική-κερδοσκοπική ευκαιρία που δημιούργησε η αισχρή αύξηση της τιμής του φαρμάκου και, εκμεταλλευόμενη τον τεράστιο ντόρο γύρω από το Daraprim, αποφάσισε να βγάλει το δικό της φάρμακο σε μία τιμή αντίστοιχη με αυτή που έχει το χάπι της πυριμεθαμίνης στην Ινδία, δηλαδή μόλις ένα δολάριο.
Πρόκειται για μία ακόμα απόδειξη πως η αγορά έχει πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες να αυτορρυθμίζεται και να προσαρμόζεται από όσες συνήθως τής αναγνωρίζουμε. Έτσι, θα μπορούσαμε να πούμε πως, τελικά, το χάπι των 750 δολαρίων ήταν το αποτέλεσμα της κρατικιστικής γραφειοκρατίας, και το χάπι του 1 δολαρίου ο θρίαμβος του ανταγωνισμού και της αγοράς.