Το χάσμα
ΚΑΡΤΑ ΕΠΙΒΙΒΑΣΗΣ.—Θέλω να γράψω για τη συνήθεια αρκετών εκδοτών να επιβάλλουν στα ατελιέ τους να ανοίγουν το διάστιχο σε κάποια πεζογραφικά βιβλία πολύ, πάρα πολύ περισσότερο από όσο θα επέτρεπε ο κανόνας μιας στοιχειωδώς αποδεκτής σελιδοποίησης, για λόγους ασφαλώς εμπορικούς, που, όσο και αν ακούγεται αντιφατικό, έχουν επί της αρχής διάσταση κολακευτική για τον συγγραφέα, δείχνουν ότι κρίθηκε πως αξίζει το μυθιστόρημά του να εκδοθεί, μολονότι η έκτασή του δεν ανταποκρίνεται σε τρέχουσες προδιαγραφές του έντυπου προϊόντος που θα το περιέχει, ο αριθμός των λέξεων είναι μικρότερος από τον κατά κανόνα αποδεκτό, αλλά πρέπει να δοθεί στην έκδοση όγκος και βάρος που στο ράφι, στην προθήκη και στο χέρι του αναγνώστη να υπόσχεται ανάγνωση χορταστική, ν’ αξίζει τα λεφτά της, και ενδεχομένως είναι εύκολο να το αποδεχτούν αυτό νέοι ή πρωτάρηδες (εκδοτικώς) συγγραφείς, αλλά είναι απορίας άξιο να συναντάς τέτοια συνήθεια και σε βιβλία πεζογράφων διάσημων και αναγνωρισμένων (να ξέρεις ότι σε διαβάζουν χιλιάδες άνθρωποι και να ανέχεσαι να περιέχει η σελίδα του βιβλίου σου τρεις αράδες λιγότερες απ’ όσες θα έπρεπε), θέλω να γράψω πόσο δυσκολεύομαι να διαβάσω πλέον μια τέτοια σελίδα γεμάτη χάσματα, που καταπίνουν μαζί με το βλέμμα, κάθε τόσο, τον αναγνωστικό ειρμό, πόσο ασύμβατο είναι αυτό το τυπογραφικό κενό με τη μικρή φόρμα των κειμένων στα οποία πρωτίστως εφαρμόζεται (διηγήματα, νουβέλες), και πώς παράτησα σε σιδηροδρομικούς σταθμούς ή σε καθίσματα αεροπλάνων βιβλία που δεν κατάφερα να φτάσω ώς το τέλος τους για τέτοιους λόγους, θέλω να γράψω για ένα ζήτημα τόσο πολυτελές, και εν πολλοίς αδιάφορο (δικαίως), επειδή όσα έχω στην πραγματικότητα κατά νου για το χάσμα που ανοίγει με τριγμούς αποφασιστικούς για να βουλιάξουμε εντός του δε θα ’θελα στ’ αλήθεια να τα γράψω… [Την Τρίτη 19.4 θα φιλοξενούμε στον Πλανήτη Γραφή τη Συραγώ Τσιάρα. Θα συζητήσουμε για την έκθεση «Η Τυπογραφία ως καλλιτεχνική πράξη» που φιλοξενείται από τις 12 Απριλίου έως τις 9 Ιουλίου 2016 στο Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης].
[ Εικονογράφηση: Ελ Λισίτσκι, σαλόνι από το «Με όλη μου τη φωνή», του Μαγιακόφσκι, 1923 ].