Χώρες παρδαλών

P
Μιχάλης Μητσός

Χώρες παρδαλών

Τον περασμένο αιώνα, η «τρομερή ομορφιά» δημιουργήθηκε από μια εξέγερση. Τη Δευτέρα του Πάσχα του 1916, και συγκεκριμένα στις 24 Απριλίου, μια ομάδα Ιρλανδών εθνικιστών ανακήρυξε την ίδρυση της Ιρλανδικής Δημοκρατίας και, μαζί με 1.600 οπαδούς της, ξεκίνησε εξέγερση εναντίον της βρετανικής κυβέρνησης στην Ιρλανδία. Οι αντάρτες κατέλαβαν στρατηγικά κτίρια στο Δουβλίνο και συγκρούστηκαν με τους Βρετανούς στρατιώτες. Αλλά οι πολίτες δεν τους υποστήριξαν. Μια εβδομάδα μετά, η εξέγερση είχε κατασταλεί και περισσότερα από 2.000 άτομα είχαν σκοτωθεί ή τραυματιστεί. Οι ηγέτες της εξέγερσης τουφεκίστηκαν. Τους επόμενους μήνες, ο Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς έγραψε ένα από τα πιο δυνατά πολιτικά ποιήματα του 20ού αιώνα, ένα φόρο τιμής στους νεκρούς εκείνης της εξέγερσης, που κυκλοφόρησε πέντε χρόνια αργότερα με τίτλο «Πάσχα 1916». Το ποίημα (στη μετάφραση του Μιχάλη Παπαντωνόπουλου) ξεκινά έτσι:

Τους συναντούσα κλείνοντας η μέρα

—Πρόσωπα ζωντανά— καθώς

Έρχονταν απ’ το γραφείο ή τη θυρίδα

Μέσ’ από γκρίζα σπίτια του δέκατου όγδοου αιώνα.

Περνούσα νεύοντας το κεφάλι

Ή κάποια ανούσια φράση από ευγένεια

Κι άλλοτε χασομερούσα κι έσερνα

Κάποια ανούσια φράση από ευγένεια·

Κι έπειτα σκεπτόμουν καμιά

Αστεία ιστορία, κάνα πείραγμα

Για να ευχαριστήσω την παρέα

Γύρω απ’ τη φωτιά, στη λέσχη

— Βέβαιος πως τόσο αυτοί όσο κι εγώ

Κατοικούσαμε μια χώρα παρδαλών:

Μ’ άλλαξαν τα πάντα, άλλαξαν εντελώς:

Κι η τρομερή ομορφιά γεννήθηκε.

Αυτόν τον αιώνα, δημιουργήθηκε από μια σειρά πρωτοφανούς βαρβαρότητας τρομοκρατικών επιθέσεων στην Αμερική και στην Ευρώπη. Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Γκάρι Σίλβερμαν έγραφε πρόσφατα στους Financial Times ότι ένιωσε την «τρομερή ομορφιά» γύρω του τις ημέρες που ακολούθησαν την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, όταν ο τρόμος που είχαν νιώσει οι Νεοϋορκέζοι έδινε τη θέση του στην αδελφοσύνη. Τα κόμματα και η πολιτική δεν είχαν σημασία. Όλοι ήταν Νεοϋορκέζοι και έπρεπε να προστατέψουν τη γη τους. Κατοικούσαν «μια χώρα παρδαλών, μ’ άλλαξαν τα πάντα, άλλαξαν εντελώς, κι η τρομερή ομορφιά γεννήθηκε». Στη συνέχεια, βέβαια, πάτησε πάνω σ’ εκείνη την ομορφιά ο πρόεδρός τους και αποτέλειωσε τη Μέση Ανατολή.

Τις ίδιες εικόνες έζησε τον περασμένο μήνα και η Γαλλία. Μετά το πρώτο σοκ από τις επιθέσεις των τζιχαντιστών, οι Παριζιάνοι έζησαν τη δική τους «τρομερή ομορφιά» ανεμίζοντας την tricolore, τραγουδώντας τη Μασσαλιώτιδα, ψηφίζοντας τη Μαρίν Λεπέν στον πρώτο γύρο των περιφερειακών εκλογών — και σπεύδοντας να επανορθώσουν στον δεύτερο. 

Σε μια κατεξοχήν χώρα παρδαλών («where motley is worn») ζούμε κι εμείς. Και αναρωτιέμαι συχνά τι είναι αυτό που θα μπορούσε να αλλάξει τα πάντα, να τα αλλάξει εντελώς, και να οδηγήσει στη γέννηση μιας τρομερής ομορφιάς. Τι είδους σοκ θα συντάρασσε αυτή την κοινωνία και θα την ανάγκαζε να κάνει την αυτοκριτική της, να ιεραρχήσει εκ νέου τις προτεραιότητές της και να ξεκινήσει από την αρχή, δυνατή, ανανεωμένη και αισιόδοξη. Η έξοδος από το ευρώ, η αποβολή της από τη Σένγκεν, η γενικότερη απομόνωσή της; Μια μηδενιστική εξέγερση που θα κατέστρεφε ό,τι ακόμη έχει μείνει όρθιο; Ή μια παρατεταμένη παρακμή —με μια αριστερή κυβέρνηση, φυσικά—, όπου θα απαξιώνονταν σταδιακά τα πάντα;

«Τι ’ναι αυτό, αν όχι σούρουπο; Όχι, όχι, όχι νύχτα, μόνο θάνατος».

[ Εικονογράφηση: Η Γέννηση της Ιρλανδικής Δημοκρατίας, Walter Paget ].