Χριστίνα Ταχιάου: ένα κόκκινο πανί
Στην τελευταία «επίσημη» ανάρτηση του blog μου, είχε γίνει μία μικρή αναφορά στη Χριστίνα Ταχιάου, και συγκεκριμένα σε ένα άρθρο που είχε γράψει τον Φεβρουάριο του 2012. Χαίρομαι ιδιαίτερα που, αφορμή και για το παρόν είναι πάλι η κα Ταχιάου, όχι λόγω της ίδιας προσωπικά, αλλά επειδή τα πικρόχολα και επιθετικά σχόλια που δέχεται εδώ και δύο ημέρες, πάλι για άρθρο της, τυχαίνει να αντικατοπτρίζουν την ίδια προβληματική αντίληψη και συμπεριφορά, να δείχνουν πώς λειτουργούν τα πράγματα στην Ελλάδα.
Εν συντομία, η κα Ταχιάου έγραψε ένα άρθρο όπου περιγράφει με λεπτομέρειες το οικονομικό και χρονικό κόστος που είχε κατά την περίοδο που υπηρετούσε ως βουλευτής, από το οποίο προκύπτει ότι ο μισθός, μαζί με τα σχετικά επιδόματα και τις παροχές της Βουλής, πάλι έφταναν οριακά για τον μηνιαίο προσωπικό της ισολογισμό. Φυσικά, στη χώρα των «κλεφτών και προδοτών πολιτικών», ένα τέτοιο άρθρο μόνο κόκκινο πανί θα μπορούσε να αποτελέσει για τον «ταλαίπωρο μέσο Έλληνα». Άλλοι, πάλι, του καταλόγισαν έναν απολογητικό χαρακτήρα. Αλλά γιατί ακριβώς είναι τόσο ερεθιστικό αυτό;
Όταν ο κ. Τσίπρας και το επιτελείο του διατυμπάνιζαν την επιλογή της οικονομικής θέσης για ταξίδια στο εξωτερικό, εγώ είχα εκνευριστεί. Όχι ως Ελληνάκι, αλλά ως φορολογούμενος. Όχι για τις ξεκάθαρες επικοινωνιακές προεκτάσεις, όσο για το γεγονός ότι ήθελα ο Πρωθυπουργός της χώρας και οι συνεργάτες του να κάνουν ένα ξεκούραστο ταξίδι μέχρι τις Βρυξέλλες. Να έχουν το χώρο, την άνεση και την ησυχία να συζητήσουν τα σοβαρά θέματα για τα οποία θα εκπροσωπούσαν τη χώρα. Να έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο, στο τηλέφωνο και να τρώνε όποτε θέλουν. Αυτό επιτυγχάνεται είτε σε μεμονωμένη διακεκριμένη θέση είτε σε ιδιωτικό αεροσκάφος. (Αλήθεια, πόσο θα κόστιζαν τελικώς στη χώρα τρεις-τέσσερις πτήσεις την εβδομάδα του πρωθυπουργικού αεροσκάφους που θα μετέφερε ένα ικανό επιτελείο στις Βρυξέλλες σε σχέση με το αποτέλεσμα που πέτυχε ο «οικονομικός» κ. Τσίπρας;…)
Το ίδιο, λοιπόν, θέλω και από τους βουλευτές του Κοινοβουλίου. Θέλω να έχουν τη στοιχειώδη σωματική και πνευματική άνεση ώστε να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της χώρας με καθαρό, ξεκούραστο μυαλό και να συγκεντρώνονται μόνο σε αυτό για το οποίο έγιναν βουλευτές. Δηλαδή την ψήφιση σωστών νόμων. Το ότι αυτό έχει ένα αυξημένο κόστος ή μάλλον, για να το θέσω καλύτερα, το γεγονός ότι, προκειμένου να απολαμβάνω τα προτερήματα ενός δημοκρατικού πολιτεύματος, πρέπει ένα ποσοστό του δημόσιου χρήματος να διασφαλίζει ότι οι άνθρωποι που λειτουργούν το πολίτευμα διαθέτουν τις ελάχιστες αυτές ανέσεις, δεν είναι διόλου μεμπτό.
Το πρόβλημα δεν είναι με αυτά που διαβάζεις σε αυτό το κείμενο ή αυτά που έγραψε η κα Ταχιάου. Το πρόβλημα ξεκινάει όταν εκλέγονται βουλευτές που κάνουν κατάχρηση αυτών των δικαιωμάτων, των προνομίων και των παροχών. Όταν χρησιμοποιούν το πολιτικό τους γραφείο για ενδυνάμωση του πελατειακού κράτους εις βάρος του δημοκρατικού κράτους, για καθαρά ατομικό συμφέρον. Αυτό όμως είναι κάτι άλλο. Κάτι διαφορετικό. Αυτό είναι στην ουσία το «κόκκινο πανί» για τις απολαβές των βουλευτών και όχι τα καθαυτό ποσά της αποζημίωσής τους. Η όποια κριτική θα έπρεπε να ασκηθεί σε αυτή τη δυσλειτουργία και σίγουρα όχι μέσω της προσωπικής φρασεολογίας που «λούζεται» από χθες η Χριστίνα Ταχιάου επειδή τόλμησε, άκουσον άκουσον, να κάνει έναν λεπτομερή οικονομικό απολογισμό από τη θητεία της ως βουλευτής.
Κάθε φαινόμενο «ΠΣΟΦΟΥ της κατσίκας του γείτονα», όπως αυτό, είναι θεωρητικά μία καλή ευκαιρία αυτοκριτικής αλλά και αντικειμενικής οπτικής των πραγμάτων. Στην πράξη όμως, φαίνεται πως απλά επαναλαμβάνουμε το φαινόμενο. Εστιάζοντας συνεχώς στο σύμπτωμα, εθελοτυφλούμε απέναντι στην αιτία. Έτσι, εν έτει 2015 είμαστε και πάλι καταδικασμένοι να ανακυκλώνουμε την ίδια κοινωνική ψυχοσύνθεση που κουβαλάμε σχεδόν δύο αιώνες τώρα — και είναι σχεδόν σίγουρο πως θα το επαναλαμβάνουμε όλο αυτό και στον επόμενο αιώνα, τον τρίτο.