Η απεγνωσμένη επίκληση στην αγάπη
Ως Ιερεμίας του 21ου αιώνα, ως απελπισμένο πρωτεύον είδος, ως οδοιπόρος προς την Κόλαση, επανέρχεται ο Michel Houellebecq στη «Σεροτονίνη», μια ανελέητη, προκλητική κραυγή απόγνωσης για το σήμερα. Μια καταβύθιση στις σκοτεινότερες γωνιές του κόσμου γύρω μας και γύρω του, μέσα μας και μέσα του. Τα Σόδομα είναι εδώ, φωνάζει ο δυστοπικός προφήτης Ουελμπέκ, και δεν το έχουμε καταλάβει, τα Σόδομα είναι μέσα στον σύγχρονο άνθρωπο, τα Σόδομα τον αλλοιώνουν καθημερινά, τα Σόδομα που ο ίδιος από την άλλη γιγαντώνει.
Είναι πολύκροτη και πολυσυζητημένη η «Σεροτονίνη», φτιαγμένη με τη δεδομένη αφηγηματική δεινότητα του Ουελμπέκ (πώς περιγράφει μια πειρατική εκτέλεση του Child in Time των Deep Purple, από το Ντούισμπουργκ το 1970…), αλλά και με τη γνωστή ερεθιστικότητά του προς τον αναγνώστη. Έρχεται και αμέσως μετά την, κατ’ εμέ, κορυφή του, την ανατριχιαστική προφητεία της «Υποταγής». Είναι και θύμα η «Σεροτονίνη» της ίδιας της δημοσιότητάς του, των προβοκατόρικων δημοσίων θέσεών του, της ανάγκης κάποιων να εστιάσουν σε τυχόν υπόγεια πολιτικά μηνύματα του συγγραφέα, σε άκαιρες και άκυρες συγκρίσεις με τα κίτρινα γιλέκα. Βλέπουν αυτοί οι κάποιοι μόνο ένα από τα δέντρα του ζοφερού, καμένου δάσους, και αγνοούν τη στάχτη που αφήνει ο Ουελμπέκ να αιωρείται πίσω από τις λέξεις του, τη στάχτη που κάνει τον αναγνώστη να ασφυκτιά με δέος. Όπως σε κάθε σπουδαία δυστοπική κραυγή.
Είναι πάνω απ’ όλα ατομική η αγωνία και η παράδοση και η κατάρρευση στη «Σεροτονίνη». Ο ήρωας που συλλαμβάνει το α-νόητο της ζωής του έως τώρα, το λανθασμένο των επιλογών του. Ο άντρας που, όπως όλοι οι άντρες κατά τον Ουελμπέκ, «κατά κανόνα δεν ξέρουν να ζουν, δεν έχουν στ’ αλήθεια καμία εξοικείωση με τη ζωή, δε νιώθουν σχεδόν ποτέ άνετα να ζουν, κάνουν διάφορα σχέδια, λιγότερο ή περισσότερο φιλόδοξα, λιγότερο ή περισσότερο μεγαλεπήβολα, αναλόγως, κατά κανόνα βέβαια αποτυγχάνουν και καταλήγουν στο συμπέρασμα πως καλύτερα θα ’ταν να ’χαν ζήσει απλώς τη ζωή τους, αλλά κατά κανόνα είναι πολύ αργά πια». Ο άντρας που έχει αφήσει πίσω του μικρές ερωτικές συγκινήσεις ή απόλυτες μνήμες αγάπης. Ο άντρας που αποφασίζει να εξαφανιστεί, που επιθυμεί να επιστρέψει σπίτι, αν αυτό το σπίτι είναι η επαρχία της Νορμανδίας, η αγάπη που πρόδωσε, ή μια έστω και ελλιπής αντρική φιλία, ή το ίδιο το παρελθόν στο σύνολό του. Όμως το παρελθόν δεν είναι το ίδιο, δεν έχει το ίδιο ανάσα. Και το σώμα και η ψυχή του ήρωα καταρρέουν. Εδώ η σεροτονίνη της οργανικής ανισορροπίας και της φαρμακευτικής εξάρτησης του ήρωα, εδώ η αναπόφευκτη φωνή του ίδιου του αναγνώστη προς τον ήρωα: You can't go home again…
Σ’ αυτό το απεγνωσμένο αυτοκαταστροφικό ταξίδι, θα συναντήσει ο ήρωας τις σύγχρονες διαστροφές, θα προβοκάρει τον αναγνώστη έτσι ώστε να τον αναγκάσει να σημαδεύει μαζί του μέσα από το στόχαστρο ενός Μάνλιχερ Γερμανούς παιδόφιλους, θα βωμολοχήσει αδυσώπητα ισοπεδώνοντας τη σεξουαλική πράξη ή την ανυπαρξία της, θα δώσει αφορμές να τον χαρακτηρίσουν μισάνθρωπο, μισογύνη, ξενόφοβο. Θα επιτεθεί και στην επίδραση της ευρωπαϊκής ομογενοποίησης στους Γάλλους αγρότες, που στην απόγνωσή τους θα πάρουν κυριολεκτικά τα όπλα (στην υπο-ιστορία στην οποία εστίασαν πολλοί για να αναζητήσουν αντιστοιχίες με την τρέχουσα κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα). Όμως έτσι κι αλλιώς επιτίθεται στα πάντα ο Ουελμπέκ: μεμψιμοιρεί ως άντρας-ατελές ον («Η αγάπη για τον άντρα είναι τέλος, εκπλήρωση, κι όχι όπως για την γυναίκα, αρχή, γέννηση»), περιφέρεται μόνος, άνευ αγάπης, σκέφτεται σταδιακά όλο και πιο άρρωστα, σε κάποια στιγμή σοκαριστικά άρρωστα για τον αναγνώστη, όταν το στόχαστρο του Μάνλιχερ θα εστιάσει σε κάποιο πλάσμα. Όμως είναι το σώμα του που διαλύεται, η βιοχημεία του που απορρυθμίζεται, το μυαλό που πλέει τυφλά σε μια ομίχλη. Είναι η απεγνωσμένη επίκληση στην αγάπη.
Είναι η μαεστρική εξιστόρηση της ασχήμιας γύρω μας και μέσα μας, που καταλήγει σε δυο συγκλονιστικές, εξομολογητικές παραγράφους:
Ο Θεός ασχολείται μαζί μας στην πραγματικότητα, μας σκέφτεται κάθε ώρα και στιγμή, και μας δίνει οδηγίες εξαιρετικά ακριβείς, μερικές φορές. Αυτά τα ξεσπάσματα αγάπης που φουσκώνουν στα στήθη μας μέχρι που μας κόβουν την ανάσα, αυτές οι στιγμές φώτισης, αυτές οι στιγμές έκστασης, οι ανεξήγητες βάσει της βιολογικής μας φύσης ως απλώς πρωτευόντων, είναι εξόχως πρόδηλα σημάδια. Και καταλαβαίνω, σήμερα, την οπτική του Χριστού, την επανειλημμένη δυσαρέσκειά του μπροστά στη σκληρότητα των καρδιών: έχουν όλα τα σημάδια και δεν τα λαμβάνουν υπόψη…
Η «Σεροτονίνη» του Michel Houellebecq, όπως το σύνολο του έργου του στα ελληνικά, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Εστία σε μετάφραση του Γιώργου Καράμπελα.
[ Φωτογραφία ]