Η διαψευσιμότητα του χρόνου

C
Γιώργος Παππάς

Η διαψευσιμότητα του χρόνου

Δεν είναι εύκολο να προσεγγίσει κανείς τον Ταλέμπ αγνοώντας τη φήμη του. Δημόσιο πρόσωπο με θάρρος γνώμης και ελεύθερη έκφραση, φιλόσοφος που γνώρισε τη χρηματιστηριακή αγορά εκ των έσω, για άλλους ευφυέστατος, οξυδερκέστατος αναλυτής ελληνικής παιδείας με την πρωτότυπη σημασία του όρου (ρίζες Έλληνα της Αντιόχειας άλλωστε), της ευρύτερης μεσογειακής κληρονομιάς, για κάποιους άλλους πάλι μια ακόμη μηχανή παραγωγής τσιτάτων. Εγώ είμαι με τους πρώτους. Αγαπώ να τον διαβάζω. Δεν ξέρω από μαθηματικά για να τον εννοήσω ακόμη περισσότερο. Αλλά ξέρω πως ακόμη κι εκεί, στην αρχή της πανδημίας, ήταν ένας από τους λίγους που σημείωσε το προφανές, το τσουνάμι που ερχόταν, σε ένα σύντομο άρθρο του με τον Yaneer Bar-Yam. Θα μπορούσε κανείς να τον χαρακτηρίσει και ως ειδικό της στατιστικής και του τυχαίου και των πιθανοτήτων και των μαθηματικών της πιάτσας, αλλά είναι πολύ πέραν αυτού του χαρακτηρισμού, στη Σχολή των Αθηνών περπατά. Μπορεί οι εχθροί του να τον θεωρούν έναν ακόμη Πάολο Κοέλιο της σειράς, αλλά για τους φίλους του θα είναι πάντα ο Yoda της Βηρυτού. Και ο Μαύρος Κύκνος του έχει εισέλθει στο συλλογικό υποσυνείδητο πια.

Το «Τι Φοβάσαι Να Χάσεις», το γνωστό Skin in the Game της βιβλιογραφίας του, είναι ένας ακόμη περίπατος στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας. Στον τρόπο που διαμορφώνουμε απόψεις, που παίρνουμε αποφάσεις, που αποδεχόμαστε τους ολοένα και αυξανόμενους «εκ του ασφαλούς σωτήρες». Κεντρική έννοια του ταξιδιού στο βιβλίο είναι το προσωπικό διακύβευμα. Σύμφωνα με τον Taleb, κάθε πράξη, δημόσια και ιδιωτική, συλλογική ή ατομική, οφείλει να κρίνεται, τόσο ως προς την ηθική της όσο και ως προς την αποτελεσματικότητά της και τη διαχρονικότητά της με βάση αυτόν τον κανόνα («Αρετή είναι αυτό που κάνεις όταν κανείς δεν κοιτάζει»), είτε μιλάμε για συμβουλές χρηματιστηρίου («Εσύ που διδάσκεις, πού έχεις βάλει τις μετοχές σου;»), είτε για ευρύτερες πολιτικές στρατηγικές με παγκόσμια απήχηση.

Ο λόγος του Taleb πηγαινοέρχεται μεταξύ του απλού, λογικού παραδείγματος που δημιουργεί επιχείρημα και εφαρμόζεται στην καθημερινότητα, και της σύνθετης ορολογίας, είτε αυτή είναι των οικονομικών είτε των μαθηματικών. Ενδιάμεσα, ναι, αγαπά να σπέρνει γνωμικά (γιατί θα είναι ο πρώτος που δεν θα αρνηθεί το παιχνίδι της αγοράς στη συγγραφή), να θυμάται ιστορίες από τον βασιλιά Πύρρο και τις συλλυπητήριες γύρες της γιαγιάς του στην ελληνορθόδοξη γειτονιά της Βηρυτού, και να ξαλαφρώνει την πληθώρα των νέων οπτικών που σου αποκωδικοποιεί (αυτό το αίσθημα που σε κάποια στιγμή σταματάς την ανάγνωση και συνειδητοποιείς ότι, «Είναι τόσο απλό, πώς δεν το είχα εννοήσει μέχρι τώρα;»), επιστρέφοντας στις ατομικές του εμμονές, από τη Σαουδική Αραβία μέχρι υδραυλικούς και faux φαντασμένους δήθεν φιλόσοφους των media: μόνο πολιτικά ορθός δεν είναι ο Taleb, και οι προσωπικές του έριδες είναι παρούσες (από τη Μονσάντο μέχρι τη Χίλαρι). Μα πρέπει να είσαι προκατειλημμένος εναντίον του για να μην παρατηρήσεις πόσο διεισδυτικά διαβάζει τον Τραμπ του 2016 για παράδειγμα: το φαινόμενο Τραμπ διαβάζει, την εικόνα που περνούσε, τον τρόπο με τον οποίο αυτή η εικόνα προσλαμβανόταν από μεγάλα μέρη πληθυσμού. Αυτά που ξεχνάμε να διαβάζουμε, συχνά, στους μικρούς περίκλειστους κόσμους που φτιάχνουμε.

Διαβάζει ο Taleb, κι όχι μόνο ό,τι αγαπά. Ερμηνεύει απλά τα διλήμματα της δημοκρατίας, τον τρόπο που οι μειοψηφίες μπορούν να κινούν την ιστορία, τις κοινωνικές ασυμμετρίες. Γυρίζει στην υποκείμενη δομή της πραγματικότητας ως βάση εξέλιξης (και όχι στα άτομα που τη χρησιμοποιούν). Και να απεχθάνεται μπορεί πάντως, και δεν το κρύβει: η δεύτερη κεντρική έννοια του βιβλίου είναι ο ανόητος διανοούμενος, ο θεωρητικός που οι πράξεις του δεν θα επηρεάσουν το δικό του ευ ζην, αυτός που δεν έχει το προσωπικό διακύβευμα, ο Bildungsphilister του Νίτσε. Γιατί, «Η πραγματική ισότητα είναι η ισότητα στην πιθανότητα».

Και η τρίτη κεντρική έννοια είναι ο επιστημονισμός, αυτό που εξελίχθηκε σε μάστιγα τον καιρό της πανδημίας, αυτή η περιορισμένη αντίληψη του κόσμου μέσα από ένα πρίσμα δήθεν ορθολογισμού. Για τον Taleb, το απόλυτο, μη διαπραγματεύσιμο επιστημονικό κριτήριο είναι ο χρόνος, και η αντοχή σε αυτόν. Το προσωπικό διακύβευμα κάθε ιδέας είναι η διαψευσιμότητα του χρόνου. Ο Taleb επανέρχεται συνεχώς εκεί: στον τρόπο που διαμορφώνουμε και διαστρεβλώνουμε τις προσλαμβανόμενες εικόνες μας, στον τρόπο που πιστεύουμε, στην πλάνη του διαφωτισμού («Μάθαμε πώς θα μάθουμε τον κόσμο»), για να σου υπενθυμίσει εντέλει έναν βασικό νόμο που ξεχνάμε: την τυχαιότητα· το απρόβλεπτο, τα στατιστικά άκρα που δεν μπορούμε να αγνοούμε.

Σε μαθαίνει να κοιτάζεις κάπως αλλιώς. Και να κρίνεις τον απέναντι από το δικό του skin in the game, αλλά να κρίνεις και τον εαυτό σου. Σε έναν κόσμο που λειτουργεί με τους ιδιαίτερους συνολικούς κανόνες διακυβεύματος. Που γίνονται λίγο πιο καθαροί μέσα από την ματιά του.