Η μεγάλη υπόκλιση
Μοιάζει με αποχαιρετισμό, με διαθήκη και απολογία ταυτόχρονα η «Κληρονομία των κατασκόπων», η ύστατη ίσως κατάθεση του John le Carré. Εδώ ο συγγραφέας ξανασυναντά παλιούς ήρωες, ανοίγει σκονισμένους φακέλους, αναμετράται με διάτρητες από σφαίρες και λεκιασμένες από αίμα, αθώων ενίοτε, αναμνήσεις, με φαντάσματα του Ανατολικού Βερολίνου και σπορές σκιών μιας ασπρόμαυρης εποχής. Και συγκινεί. Και σε κάνει, μόλις τελειώσει η αδιάκοπη ανάγνωση των 340 σελίδων του, να βάλεις να δεις ξανά τον «Κατάσκοπο που γύρισε απ’ το κρύο», καταρχήν. Έχεις έτοιμα, φυσικά, και τα υπόλοιπα για να συνεχίσεις.
Στο σήμερα διαδραματίζεται η «Κληρονομιά των κατασκόπων», ένα σήμερα στεγνό, τεχνοκρατικό, πολιτικώς ορθό, που αγνοεί την έννοια του Ψυχρού Πολέμου και κοιτάζει αφυδατωμένα τα κατασκοπικά παιχνίδια εκείνης της εποχής. Στο επίκεντρο ο Πίτερ Γκουίλαμ, πάντα αθόρυβο δεξί χέρι του Σμάιλι, πάντα κατάσκοπος δεύτερης διαλογής στη βιβλιογραφία του le Carré, εκτελεστικό όργανο πειθήνιο, αλλά όχι αυτός που παίρνει τις αποφάσεις. Τόσο δεύτερος, που στις κινηματογραφικές μεταφορές του παρελθόντος αποσιωπάται εντελώς ή διαστρεβλώνεται άνευ κόστους. Τόσο δεύτερος όμως, ώστε να του επιτρέπονται αισθήματα, σαν άλλος «Night Manager».
Τον καλούν από την απομόνωσή του, γιατί το παρελθόν έχει επιστρέψει και ζητά εξηγήσεις. Γιατί οι απόγονοι του «Κατάσκοπου που γύρισε απ’ το κρύο» και της αγαπημένης του, και όχι μόνο, απαιτούν να μάθουν την αλήθεια. Για τότε. Κι αν όχι την αλήθεια, κάτι που να ικανοποιεί τις πικρίες τους. Οι σύγχρονες μυστικές υπηρεσίες δεν κατανοούν διόλου την παρέα του Πίτερ, δεν νιώθουν το βάρος της σκιάς του Τζορτζ Σμάιλι, και των αποφάσεών του, όπως τη νιώθει ο ίδιος ο Πίτερ, κι όπως τη νιώθει ο αναγνώστης που ξέρει καλά τον le Carré και τον Σμάιλι. Ο Πίτερ θα αναγκαστεί να θυμηθεί πολλά, θα μας ταξιδέψει στο παρασκήνιο των αποφάσεων που οδήγησαν εκείνο τον παλιό κατάσκοπο (πενήντα-τόσα χρόνια πίσω...) να πυροβοληθεί στο Τείχος του Βερολίνου, αλλά θα θρηνήσει ο Πίτερ και μια δικιά του ιστορία, μια τραγωδία που δεν μπορεί να αποσείσει από την καρδιά του, για μια γοητευτική Τουλίπα που ονειρεύτηκε, αγαπήθηκε, προδόθηκε. Τότε.
Δεν είναι μόνο η ανάμνηση του σύντομου έρωτα που έχει κάνει κυνικό τον Πίτερ Γκουίλαμ. Είναι και η γνώση του, για «όλες τις αστοχίες και καταστροφές στις οποίες είχε εμπλακεί σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ως κομπιναδόρος με άδεια να διεκπεραιώνει βρομοδουλειές». Αλλά είναι και η γνώση του πως ο ανώτερος σκοπός που νόμιζε ότι υπηρετούσε μπορεί και να μην ήταν τόσο ανώτερος, ή ουσιαστικός. Αλλά είναι και η απέχθειά του προς το ανιστόρητο, ισοπεδωτικό σήμερα που θέλει να τον ανακρίνει, χωρίς να γνωρίζει τι θα πει διπλός πράκτορας, ή τι θα πει Παραπέτασμα.
Θα προσπαθήσει ο Πίτερ να απολογηθεί και να κλείσει κάποιες πληγές. Θα αναζητήσει κι ο ίδιος τον, άχρονο, Σμάιλι, για να πάρει δικές του απαντήσεις. Ο le Carré θα δώσει μέσω του Σμάιλι μια ύστατη απολογία:
Δεν ήμασταν άσπλαχνοι Πίτερ... Είχαμε μέσα μας τη μεγαλύτερη συμπόνια. Ενδεχομένως την προσφέραμε άστοχα. Και σίγουρα πήγε χαμένη. Το ξέρουμε τώρα πια. Αλλά τότε δεν το ξέραμε.
Αλλά θα δώσει, μέσω του Σμάιλι, και μια αγωνιώδη ύστατη προσωπική κραυγή αγωνίας, ενάντια στον απομονωτισμό των εποχών του Brexit. Και ξέρεις ότι όλες αυτές οι ιστορίες θα ξεθωριάσουν, καθώς οι πρωταγωνιστές τους θα αποχαιρετίσουν τον κόσμο.
Κλείνεις συγκινημένος το βιβλίο, είπαμε. Για την αθώα Ελίζαμπεθ του Κατασκόπου, για την τραγική Τουλίπα, για το ηθικό βάρος που ενδεχομένως συνθλίβει τις νύχτες των επιζώντων. Ξαναβλέπεις αμέσως τον «Κατάσκοπο», με τον Richard Burton και την Claire Bloom, βάζεις στη σειρά το «Tinker, Tailor, Soldier, Spy» να περιμένει, και τα άλλα του le Carré επίσης, βάζεις με τον νου σου ποιοι θα υποδυθούν τους ήρωες της «Κληρονομιάς», θέλεις έναν, επίσης άχρονο, Κένεθ Μπράνα ως Πίτερ, και τον James McAvoy ως νεαρή ενσάρκωσή του (ο Benedict Cumberbatch τον κακοποίησε στο «Tinker, Tailor...»), σκέφτεσαι τι ωραία θα διαδεχόταν τον Μπάρτον ο Tom Hiddleston, Σμάιλι έχουμε και τον λένε Γκάρι Όλντμαν, κλείνεις τα μάτια και περνά μπροστά σου, ρέουσα, η μεγάλη κληρονομιά του le Carré.
Η «Κληρονομιά των κατασκόπων» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Bell, σε μετάφραση της Βεατρίκης Κάντζολα-Σαμπατάκου.
[ Εικονογράφηση: Owen Freeman, για το The Atlantic ].