Η Νέα Παγκόσμια Αταξία
Η καμπάνια του Μπιλ Κλίντον το 1992 δημιούργησε το σύγχρονο εγχειρίδιο πολιτικής επικοινωνίας· του πώς κερδίζονται οι εκλογές και του πώς εξασκείται η πολιτική. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ σηματοδοτεί την αποτυχία του μοντέλου αυτού. Το «ground game» (την εκστρατεία κινητοποίησης ψηφοφόρων «πόρτα-πόρτα» σε επίπεδο γειτονιάς) και το «microtargeting» (η στόχευση και προσέγγιση ψηφοφόρων με προσωποποιημένα μηνύματα που βασίζονται σε τεράστιες βάσεις προσωπικών δεδομένων και σε εξελιγμένα προγράμματα και αλγορίθμους επιχειρησιακής έρευνας και κωδικοποίησης) ήταν καθοριστικά για τις εκλογικές νίκες του Μπαράκ Ομπάμα και χρησιμοποιήθηκαν εκτεταμένα από το επιτελείο της Χίλαρι Κλίντον — αλλά απέτυχαν να της δώσουν τη νίκη στο κολέγιο των εκλεκτόρων.
Ο Ντόναλντ Τραμπ πολέμησε το ίδιο του το κόμμα· επιτέθηκε σε κορυφαία στελέχη και ισχυρά κέντρα εξουσίας των Ρεπουμπλικάνων· αποξένωσε μεγάλες δημογραφικές ομάδες ψηφοφόρων (γυναίκες, μαύρους, ισπανόφωνους, μουσουλμάνους, άτομα με ειδικές ανάγκες)· δεν παρουσίασε ποτέ κάποιο πρόγραμμα ή πολιτική πλατφόρμα που να έχει έστω την ελάχιστη συνοχή — οι ομιλίες και οι απαντήσεις του στα τηλεοπτικά ντιμπέϊτ πολλές φορές δεν βγάζουν καν νόημα και χαρακτηρίστηκαν από τους ίδιους τους δημοσιογράφους ως «σούπες λέξεων»· ο Τραμπ ηγήθηκε της πιο αρνητικής καμπάνιας στην ιστορία των αμερικανικών εκλογών, μία στρατηγική υψηλού ρίσκου· η εικόνα της προσωπικότητας που προέβαλε ήταν βαθιά επιθετική, ναρκισσιστική, αντιπαθητική· αντιμετώπισε (και αντιμετωπίζει ακόμα) σοβαρά σκάνδαλα σε σχέση με τις φορολογικές του υποθέσεις και το πώς συμπεριφέρθηκε προσωπικά σε πολλές γυναίκες. Κανείς άλλος υποψήφιος στην ιστορία των αμερικανικών εκλογών δεν θα είχε μπορέσει να επιβιώσει τέτοιων εμποδίων και προκλήσεων. Ο Τραμπ εκδήλωσε περηφάνια για καθεμία από αυτές τις προκλήσεις και τις χρησιμοποίησε για να ενισχύσει το αντισυστημικό προφίλ του. Αυτό του το επέτρεψαν τόσο τα ΜΜΕ, όσο και οι ψηφοφόροι, ειδικά στο τοξικό και κοινωνικά ανεξέλεγκτο περιβάλλον των ψηφιακών κοινωνικών μέσων.
Ο αντίκτυπος της νίκης του Τραμπ είναι τεράστιος, σε σημείο που αυτή τη στιγμή να είναι δύσκολο να φανταστούμε την πλήρη έκταση του. Πέραν των επιπτώσεων που μπορεί να έχει σε συγκεκριμένους τομείς πολιτικής (π.χ., πιθανή ματαίωση του συστήματος υγείας που εισήγαγε ο Ομπάμα· εμπόδια στην κοινωνική ένταξη των εκατομμυρίων μεταναστών και των παιδιών τους· εμπόδια στις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου· διαφορετική προσέγγιση στην εξωτερική πολιτική· αποτροπή —ή μη— του ρωσικού ρεβιζιονισμού) και του ωστικού κύματος που θα χτυπήσει το πολιτικό σύστημα (φιλοσοφία και στρατηγική και των δύο μεγάλων κομμάτων· διορισμός δικαστών στο Ανώτατο Δικαστήριο μέσω της Γερουσίας), η εκλογή Τραμπ είναι ένα παγκόσμιο ιστορικό γεγονός για έναν απλό λόγο: δεν αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες και οι ρίζες του δεν βρίσκονται (μόνο) εκεί. Αφορά την παρούσα κατάσταση του διεθνούς συστήματος: παγκοσμιοποίηση, αίσθηση απώλειας του ελέγχου, κρίση ταυτότητας.
Το χθεσινό εκλογικό αποτέλεσμα είναι η απόλυτη συνέχεια τάσεων και φαινομένων που παρατηρήσαμε σε άλλα εκλογικά και πολιτικά συστήματα σε όλο τον κόσμο, ειδικά στην Ευρώπη, τη Λατινική Αμερική και τη Μέση Ανατολή, που οδήγησαν και στο βρετανικό δημοψήφισμα του Ιουνίου. Όπως η μετανάστευση ήταν απλώς η αφορμή και όχι η πραγματική αιτία της απόφασης των Βρετανών να υποστηρίξουν το Brexit, έτσι και στην Αμερική η κρίση αποβιομηχάνισης και η κρίση στην εργατική τάξη είναι αυτό: μία αφορμή. Και τα δύο αυτά γεγονότα είναι ίνες της ίδιας κλωστής· μιας πολύ ευρύτερης και ιστορικά/χρονικά μακρύτερης διαδικασίας: πρόκειται για μία αφανή αλλά αδιαμφισβήτητη επανάσταση συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων που επιζητούν την εκδίκηση για την απώλεια ελέγχου και την κρίση ταυτότητας, που με τη σειρά τους είναι αποτέλεσμα αργής αλλά σταθερής μετακίνησης τεράστιων «τεκτονικών πλακών»: αμφισβήτηση αξιών και αυθεντιών· καταστροφή του κοινωνικού ιστού στην εποχή της «ρευστής νεωτερικότητας» (Zygmunt Bauman)· Κοινωνία του Ρίσκου (Ulrich Beck)· εντατικοποίηση της παγκοσμιοποίησης (Anthony Giddens)· κατάρρευση μεγάλων αφηγημάτων και ιδεολογιών (Jean-François Lyotard) αλλά και θεσμών, όπως το Στέμμα ή η Εκκλησία ή το Κράτος, που παρείχαν σταθερότητα και ένα σύστημα κοινωνικής καταξίωσης· απώλεια εκτελεστικής εξουσίας, αποδυνάμωση των εθνικών κυβερνήσεων και ενίσχυση διεθνών δικτύων ειδικών και ομάδων πίεσης (R.A.W. Rhodes)· μεταμόρφωση κοινωνικοπολιτικών διαιρετικών γραμμών που καθορίζουν τις εκλογικές δυνάμεις κομμάτων και παρατάξεων (Seymour Martin Lipset, Stein Rokkan, Peter Mair)· και, βεβαίως, οι αλλαγές που δημιουργούνται από την αρχιτεκτονική και τη χρήση των ψηφιακών μέσων, όπως η πολιτική περιχαράκωση και ο φανατισμός (Bruce Bimber, Elihu Katz, Sherry Turkle κ.ά.).
Όλες αυτές οι τάσεις δεν είναι ακριβώς ταυτόσημες, αλλά συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους. Κοινωνιολόγοι, πολιτικοί επιστήμονες, θεωρητικοί της δημόσιας διοίκησης, της επικοινωνίας και της κουλτούρας περιγράφουν θραύσματα ή πλευρές αυτού του τεράστιου πρίσματος που είναι η μετανεωτερικότητα. Επομένως, η νίκη του Τραμπ δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός. Δεν οφείλεται στο ότι η Κλίντον έχασε το Γουισκόνσιν για λίγες χιλιάδες ψήφους ή στο ότι έβρεξε στις μεσοδυτικές Πολιτείες ή στο ότι ο διευθυντής του FBI ανακίνησε το σκάνδαλο των email της Χίλαρι. Το πρόβλημα των τηλεοπτικών αναλύσεων το βράδυ των εκλογών ήταν ότι, κοιτώντας τα δέντρα συγκεκριμένων περιφερειών και Πολιτειών, έχασαν το δάσος: παρόλο που η Κλίντον ενδέχεται εντέλει να λάβει περισσότερες ψήφους στο σύνολο των ψηφοφόρων, η νίκη του Τραμπ στον εκλογικό χάρτη είναι αποφασιστική και, εκ των υστέρων, μοιάζει σχεδόν αναπόφευκτη συνέχεια αυτής της παγκόσμιας «επανάστασης».
Είναι βέβαια σαφές ότι τίποτε δεν είναι αναπόφευκτο· τοπικοί παράγοντες θα μπορούσαν να έχουν χαρίσει στην Κλίντον μία εντελώς οριακή νίκη. Το μήνυμα όμως των εκλογών αυτών είναι άλλο. Για την ακρίβεια, η καμπάνια και η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ είναι ίσως το τρίτο σημαντικότερο ιστορικό γεγονός τα τελευταία σαράντα χρόνια (τα άλλα δύο είναι η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και η 11η Σεπτεμβρίου). Η Πτώση του Τείχους πριν από ακριβώς 27 χρόνια οδήγησε σε μία σύντομη και μεταβατική περίοδο παγκόσμιας αμερικανικής ισχύος. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου απελευθέρωσε πολλά κράτη και περιφέρειες από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό των δύο πόλων και έδωσε περαιτέρω ώθηση στην παγκοσμιοποίηση. Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου κήρυξαν την έναρξη του 21ου αιώνα των ασύμμετρων απειλών και της έλλειψης ενός αξιόπιστου συστήματος συλλογικής ασφάλειας. Δημιούργησαν ένα ντόμινο εξελίξεων, τις παρενέργειες του οποίου παρατηρούμε ακόμη (πόλεμοι στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, αποσταθεροποίηση της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής, Αραβική Άνοιξη, Εμφύλιος στη Συρία, άνοδος της ISIS, διασπορά της διεθνούς τρομοκρατίας, διαδικτυακός εξτρεμισμός και ιδεολογική αποξένωση, αποκοινωνικοποίηση και πλύση εγκεφάλου εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων).
Η επιτυχία λαϊκιστικών κομμάτων και προσώπων σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, η επιστροφή του εθνικισμού και της ακροδεξιάς στην Πολωνία, την Ουγγαρία, την Αυστρία και άλλες χώρες, ο περιορισμός πολιτικών ελευθεριών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία και τη Βενεζουέλα, η λαϊκή απόρριψη συστημικών προτάσεων σε δημοψηφίσματα στη Βρετανία και την Κολομβία, η πολλαπλή κρίση που μαστίζει τη Γαλλία και την ΕΕ συνολικά, και πλέον η προεδρία Τραμπ (ενάντια σε όλες τις προβλέψεις), αποτελούν ασφαλώς διακριτά και πολυπαραγοντικά φαινόμενα. Δεν πρέπει να βιαστούμε να τα βάλουμε απαραιτήτως όλα μαζί σε ένα σακί — σε ένα συνεκτικό αφήγημα. Ωστόσο, τα φαινόμενα αυτά μοιράζονται κοινές αιτίες και δημιουργούν κοινές προκλήσεις: την ανεπάρκεια διεθνών οργανισμών και του συστήματος παγκόσμιας διακυβέρνησης· την αδυναμία μετριοπαθών φωνών και κομμάτων του κέντρου· την αυξανόμενη αστάθεια του διεθνούς συστήματος που επιταχύνεται από την απρόβλεπτη συμπεριφορά κάποιων εκ των βασικών παικτών (στις διεθνείς σχέσεις, στη θεωρία παιγνίων και σε περιβάλλοντα ελλιπούς πληροφόρησης, η μη προβλεψιμότητα αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο από την στρατιωτική ισχύ).
Τέλος, η νίκη του Τραμπ συμβολίζει ταυτόχρονα τόσο τον θρίαμβο του μεταμοντέρνου φιλελεύθερου ατομισμού (της πολιτικής της ατομικής ταυτότητας, του «πόνου» και της θυματοποίησης και της «προσωπικής μου αλήθειας») όσο και την ήττα του: οι ίδιοι πολίτες των οποίων οι αντισυστημικές φωνές ενώθηκαν και ενδυναμώθηκαν από τον φιλελευθερισμό της χαοτικής ψηφιακής δημόσιας σφαίρας δίνουν τώρα πολιτική εξουσία σε ολοκληρωτικά, αυταρχικά και διχαστικά πολιτικά αφηγήματα. Φαίνεται ότι απορρίψαμε την αφοσίωση στο κοινό καλό και στη συλλογική ταυτότητα μόνο και μόνο για να επαναφέρουμε ένα κακέκτυπό της. Αντί να στραφούμε προς μία αίσθηση του ανήκειν που να βασίζεται στις ανθρωπιστικές αξίες της συνύπαρξης, του διαπολιτισμικού διαλόγου, της μετακίνησης και της βιώσιμης ανάπτυξης, επιστρέφουμε στη θαλπωρή της εθνικιστικής και ταξικής μνησικακίας.
Το ξήλωμα του μεταπολεμικού πουλόβερ —η φθορά, δηλαδή, του μεταπολεμικού συστήματος κανόνων, αξιών και αρχών (αξιοκρατία, κοινωνική κινητικότητα, φιλοδοξία, κοινωνική οργάνωση, πολιτική προστασία, κράτος πρόνοιας, ανθρώπινα δικαιώματα, διεθνές δίκαιο, κοσμοπολιτισμός, διαφωτισμός)— συνεχίζεται και εντείνεται με το βρετανικό δημοψήφισμα και τις αμερικανικές εκλογές. Η «νέα παγκόσμια τάξη» (new world order) είναι μία νέα αταξία πραγμάτων· μία εποχή δυσλειτουργικότητας σε παγκόσμιο επίπεδο.