Η Patti έχει τη δύναμη

C
Άντζη Κουνάδη

Η Patti έχει τη δύναμη

Δεν είναι τόσο εύκολο να γράφεις για το τίποτα…

Έτσι ξεκινά το αυτοβιογραφικό «Μ Train» της τεράστιας Patti Smith. Αλλά το ξέρεις πολύ καλά. Η Patti Smith δεν μπορεί να γράφει για το τίποτα. Ή, αν πράγματι το κάνει, έχει τους λόγους της — και τον τρόπο της. Ακόμη και όσοι την ξέρουμε (κάπως) καλά, δεν μπορούμε παρά να νιώσουμε δέος διαβάζοντας το βιογραφικό της, που έχει συμπυκνωθεί για να χωρέσει στα αυτιά του βιβλίου και παρ’ όλα αυτά τα γεμίζει. Τραγουδοποιός, μουσικός, ποιήτρια, συγγραφέας, ζωγράφος, ακτιβίστρια, σύζυγος, μάνα, τα έχει κάνει όλα και τα έχει κάνει καλά.

Το «M Train» δεν μοιάζει σε τίποτα με το άλλο αυτοβιογραφικό της βιβλίο, το «Just Kids.» Είναι γεμάτο φωτογραφίες που τράβηξε η ίδια στο πέρασμα του χρόνου. Είναι ένα βιβλίο —πρώτα απ’ όλα— ύμνος στον καφέ (σοβαρολογώ). Δεν έχω ξαναδεί τέτοια λατρεία για τον καφέ: πίνει 14 φλυτζάνια καθημερινά! Μπορώ να τη συγκρίνω μόνο με την αγάπη για καλό καφέ του Τζακ Ρίτσερ, του σκληροτράχηλου ήρωα του Lee Child — για να μην αναφερθούμε στον Μπαλζάκ, τέλος πάντων.

Ένα κουβάρι από κρυφές γωνίες που ξετυλίγεται, ένα φλιτζάνι καφέ, ένα ανοικτό ημερολόγιο και ένα στρογγυλό μεταλλικό τραπέζι που το ένα του πόδι στηρίζεται σε ένα άδειο φακελάκι από σπίρτα. Διάφορα καφέ. Το Le Rouquet στο Παρίσι, το Café Josephinum στη Βιέννη, το Bluebird Coffeeshop στο Άμστερνταμ, το Ice Café στο Σίντνεϊ , το Café Aqui στην Τουσόν, το Wow Café στο Πόιντ Λόμα, το Caffé Trieste στο Νορθ Μπιτς, το Caffé Del Professore στη Νάπολη, το Café Uroxen στην Ουψάλα, το Lula Café στην πλατεία Λόγκαν, το Lion Café στη Σιμπάγια και το Café Zoo στον σιδηροδρομικό σταθμό του Βερολίνου. Το καφέ που δεν θα ανοίξω ποτέ, τα καφέ που δεν θα γνωρίσω ποτέ. Σαν να διαβάζει τις σκέψεις μου, ο Ζακ μού φέρνει χωρίς κουβέντα άλλο ένα φλυτζάνι.

Και, ω τι έκπληξη, ανακαλύπτεις ότι ένα από ινδάλματά σου έχει τρέλα με τις αστυνομικές σειρές και ταινίες όπως εσύ και τις παρακολουθεί ανελλιπώς. Από τις σελίδες του βιβλίου παρελαύνουν το The Killing (αφιερώνει ένα κεφάλαιο γεμάτο spoiler!), το The Girl with the Dragon Tattoo (αγαπάμε Λίσμπετ Σαλάντερ), το Law and Order (προφανώς), το CSI Miami (Οράσιο Κέιν, αγαπημένος), το Luther (λατρεύουμε Idris Elba) και άλλα πολλά. Και όχι μόνο τα βλέπει μετά μανίας, αλλά τα ζει.

Κάποια στιγμή θα φύγει, σκέφτηκα. Όμως δεν έφευγε. Έριξε την τεράστια τσάντα της από δέρμα σαύρας στο τραπέζι μου και έκανε ένα σωρό τηλεφωνήματα με το κινητό της. Δεν υπήρχε τρόπος να αποφύγω την αποκρουστική της συνομιλία, που ήταν αρμονικά προσκολλημένη στον αριθμό αποστολής κάποιου δέματος της FedEx. Κάθισα με το βλέμμα στο βαρύ λευκό φλιτζάνι του καφέ. Αν επρόκειτο για επεισόδιο του Luther, θα την έβρισκαν ανάσκελα στο χιόνι, με το περιεχόμενο της τσάντας της τοποθετημένο προσεκτικά γύρω της: μια κορόνα γύρω από το σώμα της, σαν αυτή που περιβάλλει την Παναγία της Γουαδελούπης.

— Τέτοιες μαύρες σκέψεις για χάρη ενός τραπεζιού γωνία.

Ο Τζίμινι Κρίκετ που κρύβω μέσα μου μίλησε.

— Ω, εντάξει, είπα. Μακάρι τα μικρά πράγματα του κόσμου να τη γεμίσουν με απόλαυση.

— Ωραία, πολύ ωραία, είπε ο γρύλος.

— Και μακάρι να αγοράσει ένα λαχείο και να κερδίσει τον πρώτο αριθμό.

— Μη αναγκαίο, αλλά ωραίο.

— Και μακάρι να παραγγείλει χίλιες τέτοιες τσάντες, τη μια πιο φιγουρατζίδικη από την άλλη, που θα τις παραλάβει και θα τις πετάξει σε μία αποθήκη η FedEx, και μακάρι να εγκλωβιστεί ανάμεσα στα πακέτα της αποθήκης χωρίς τροφή, νερό ή κινητό.

To «M Train» όμως είναι και ένας ύμνος στα βιβλία και τους συγγραφείς. Από τα βιβλία που διάβασε ως μικρό κορίτσι (όπως οι Μικρές Κυρίες ή το Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν) μέχρι τα κλασικά αριστουργήματα όπως το «Μόμπι Ντικ» ή τα «Ανεμοδαρμένα Ύψη». Και μέσα σ’ αυτά —όπως λέει και η ίδια— είναι και εκείνα που αλλάζουν τις ζωές μας, όπως το «2666» ή ο «Μαιτρ και η Μαργαρίτα».

Η μεγαλύτερη αναφορά γίνεται στο λεγόμενο «συγγραφικό ανέκδοτο» της χρονιάς, αν μπορούμε να το πούμε έτσι. Κυκλοφορεί σαν αστείο (μεταξύ μας) ότι ο λόγος που αναβλήθηκαν φέτος τα βραβεία Νόμπελ λογοτεχνίας έχει να κάνει με την υποψηφιότητα (αλήθεια, πόσες φορές έχει προταθεί πια;) του Χαρούκι Μουρακάμι. Η Patti Smith τον ανακάλυψε αγοράζοντας το βιβλίο του «Το κυνήγι του αγριοπρόβατου» καθαρά και μόνο από τον ιντριγκαδόρικο τίτλο του. Ε, αυτό ήταν, ερωτεύτηκε τη γραφή του.

Τις βδομάδες που ακολούθησαν καθόμουν στο γωνιακό τραπέζι διαβάζοντας μόνο Μουρακάμι. Σηκωνόμουν για να πάρω ανάσα μόνο όσο χρειαζόταν να πάω στο μπάνιο ή να παραγγείλω έναν καφέ. Το «Dance Dance Dance» και το «Ο Κάφκα στην ακτή» ακολούθησαν πολύ σύντομα το «Κυνήγι του αγριοπρόβατου». Έπειτα, μοιραία, ξεκίνησα το «Κουρδιστό Πουλί». Το συγκεκριμένο κυριολεκτικά με διέλυσε, θέτοντας σε κίνηση μια ατέρμονη τροχιά, σαν μετεωρίτης που έπεφτε προς μια άγονη και εντελώς αθώα περιοχή της γης.

Κι ενώ όλα αυτά δίνουν την εντύπωση ότι ίσως διαβάζεις κάτι σχετικά ανάλαφρο, γρήγορα γίνεται αντιληπτό ότι υπάρχουν πολλά παραπάνω, γιατί διηγείται —μερικές φορές φαινομενικά ακατανόητα— ένα ταξίδι εσωτερικότητας. Και είναι συγχρόνως ένα βιβλίο για την προσωπική απώλεια· όπως για τον θάνατο του συζύγου της, κιθαρίστα Φρεντ «Σόνικ» Σμιθ, και του αδελφού της Τοντ, μόλις ένα μήνα μετά:

Όταν πέθανε ο Φρεντ, κάναμε την κηδεία του στην Εκκλησία Ναυτικών του Ντιτρόιτ, όπου είχαμε παντρευτεί. […] Ο αδελφός μου έμεινε μαζί μου τις μέρες που ακολούθησαν. Υποσχέθηκε στα παιδιά ότι θα ήταν πάντοτε στο πλευρό τους και ότι θα επέστρεφε μετά τις γιορτές. Ακριβώς όμως ένα μήνα αργότερα έπαθε εκτεταμένο εγκεφαλικό ενώ τύλιγε τα χριστουγεννιάτικα δώρα της κόρης του. Ο ξαφνικός θάνατος του Τοντ, τόσο σύντομα μετά τον θάνατο του Φρεντ, έμοιαζε αβάσταχτος. Το σοκ με παρέλυσε. Πέρασα ώρες καθισμένη στην αγαπημένη καρέκλα του Φρεντ, τρέμοντας την ίδια τη φαντασία μου. Σηκώθηκα και εκτέλεσα μικρά καθήκοντα με τη βουβή συγκέντρωση ανθρώπου παγιδευμένου σε πάγο.

Για όλα τα παραπάνω λοιπόν και όχι μόνο, η Patti αποδεικνύει ότι έχει τη δύναμη να γράφει για το τίποτα — και να μας αρέσει διαολεμένα!

[ Πηγή φωτογραφίας ]